Ντιντί: «Η μπάλα πρέπει να τρέχει στο γήπεδο όχι ο παίκτης»
Σουηδία, Παγκόσμιο Κύπελλο, Τον έλεγαν απλά Ντιντί
Τον έλεγαν απλά Ντιντί και είναι ο ποδοσφαιριστής που μόλις το γκολ του Σουηδού Λίντχολμ στο 4’ ξύπνησε τον εφιάλτη του 1950 για τη χώρα της σάμπας, στέλνοντας μεμιάς 250 βραζιλιάνους στον άλλο κόσμο από ανακοπή καρδιάς, πήρε την κατάσταση στα χέρια του.
«Είμαστε καλύτεροι και θα κερδίσουμε. Θα γυρίσουμε το παιχνίδι», είπε στους συμπαίκτες του κρατώντας την μπάλα στα χέρια καθώς πήγαινε στη σέντρα για να δώσει συνέχεια στον αγώνα. Ο «πρίγκιπας της Αιθιοπίας», όπως ήταν ευρέως γνωστός, έπαιξε σε τρία παγκόσμια κύπελλα,(1954,1958, 1962) κατακτώντας τα δύο τελευταία, ενώ στο μουντιάλ του 1958 ψηφίστηκε ως ο καλύτερος ποδοσφαιριστής της διοργάνωσης. Η σπουδαία καριέρα του στη Φλουμινένσε διακόπηκε από την απόφασή του να μετοικήσει στην Μποταφόγκο, καθώς η πρώτη του ομάδα δεν ενέκρινε τη σχέση του με την αρτίστα Γκιομάρ Μπατίστα. Οι επιδόσεις του όμως στα γήπεδα της Σουηδίας αποτέλεσαν εξιλέωση για αυτόν και για όσα ακούστηκαν εις βάρος του πριν από τον Μουντιάλ. Ωστόσο η απόφασή του αμέσως μετά να φορέσει τη φανέλα της Ρεάλ Μαδρίτης δεν του βγήκε σε καλό, καθώς δεν προσαρμόστηκε ποτέ στο κλίμα της παρέας του Ντι Στέφανο. Πρόλαβε πάντως να πανηγυρίσει ένα ακόμα παγκόσμιο κύπελλο πριν επιστρέψει στην Μποταφόγκο, για να κρεμάσει τα παπούτσια του σε ηλικία 39 χρόνων. Ήταν ένας πραγματικός αρτίστας της μπάλας που δεν σταμάτησε να ακολουθεί πιστά το ρητό του: «Η μπάλα πρέπει να τρέχει στο γήπεδο, όχι ο παίκτης».