Νίκος Αλέφαντος: Το παρασκήνιο, οι ατάκες του και η αγάπη του για το «ΦΩΣ»
Ο Θέμης Σινάνογλου γράφει για τον μοναδικό Νίκο Αλέφαντο, το παρασκήνιο και τις ατάκες του, που τις λέει ο λαός.
Τον Αλέφαντο τον συμπαθούσες, δεν τον συμπαθούσες, οφείλεις να παραδεχτείς ότι ήταν μοναδικός. Δεύτερος Αλέφαντος δεν υπήρξε. Τον ήξερα πολύ καλά, ήταν φίλος μου. Είχε ένα πρόβλημα στην καρδιά αλλά δεν ήθελε να το λέει. Η οικογένειά του όλη ήταν σπίτι του τις τελευταίες μέρες που η υγεία του κατέρρευσε.
Ολυμπιακός: Ψάχνοντας το εύκολο γκολ...
Αυτός που παρά την ηλικία του τα μπράτσα του ήταν σαν σίδερο και γυμναζόταν πάρα πολύ. Η λατρεία του η μεγάλη ήταν η γυναίκα του η Ρούλα με την οποία ήταν εγκεφαλικά και σαρκικά ερωτευμένος μέχρι να πεθάνει. Μόνο αυτή τον κουμαντάριζε.
Ποιος ήταν ο Νίκος Αλέφαντος - Από τα Εξάρχεια τέσσερις φορές στον Ολυμπιακό (vid)
Για τον Αλέφαντο μου έχουν πει παλιοί ποδοσφαιριστές που τον είχαν προπονητή ότι ήξερε μεγάλη μπάλα. Ο χαρακτήρας του τα χάλαγε. Είχε και πρόβλημα κληρονομικό, ρίζα ευέξαπτου χαρακτήρα με στενά συγγενικό του πρόσωπο, να το πω ευγενικά. Ακόμα και ο Λούβαρης όμως με τον οποίο ήταν εχθροί μού έχει πει ότι τέτοιο ποδοσφαιρικό μάτι σαν του Αλέφαντου δεν υπήρχε δεύτερο στην πιάτσα.
Ο Κόκκαλης τον είχε και κρυφό σκάουτερ, μέχρι και στη Λατινική Αμερική τον είχε στείλει κρυφά για παίκτη. Ο Κόκκαλης τον πήγαινε τρομερά, όταν είχε κάνει τη μεγάλη εμφάνιση ο Ολυμπιακός μέσα στη Λεωφόρο τον πήρε τηλέφωνο σπίτι στις 2.00 τα μεσάνυχτα και του είπε «τους γ...ες». Τον βοηθούσε οικονομικά μέχρι ένα χρονικό σημείο. Και ο Μαρινάκης τον βοήθησε.
Οι ατάκες του Αλέφαντου έγιναν λαϊκό βίωμα και έμειναν στην ιστορία. Μεταφέρθηκαν από στόμα σε στόμα στις λαϊκές μάζες. «Τα πάντα όλα», «μάθε μπαλίτσα», «αργοκαρούτα», «αργός σαν γκαζοζέ», «θα πέσουν και τα τσιμέντα», «γελάνε και τα τσιμέντα», «γελάει ο κόσμος», «αυτός είναι για να σπάει μπετά», «στούκας», «κουβαρίστρα πολύ κοντός», «Τιτίκα»!
«Παιδί» του ο Αναστόπουλος. Αδυναμίες του ποδοσφαιρικές; Μου τις είχε πει πολλές φορές, και ήταν αυστηρός. Ο Μπέμπης πρώτος. Ο Υφαντής. Ο Μουράτης. Ο Ρωσσίδης. Ο Πολυχρονίου. Ο Στεφανάκος. Ο Αναστόπουλος. Ο Τζιοβάνι. Ο Τζόρτζεβιτς. Ο Μιραλάς στα καλά του. Και ο Δομάζος. Τον παραδεχόταν πολύ τον Δομάζο ως ανώτερο μαζί με τον Μπέμπη. Πίσω τους ο Κούδας και μετά ο Χατζηπαναγής. Και τον Νεστορίδη θαύμαζε πάρα πολύ. Και τον Λινοξυλάκη. Αυτοί ήταν οι πραγματικά μεγάλοι παίκτες για τον Αλέφαντο.
Είχε βριστεί με όλους. Ακόμα και με εμένα μια φορά. Είχε πλακώσει και κόσμο. Το χαρακτηριστικό του που μου έκανε εντύπωση ήταν ένα: Δεν φοβόταν. Ήταν παλικάρι από τα λίγα. Ρε δεν φοβόταν τίποτα.
Δύο άνθρωποι με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν ότι πέθανε πριν γραφτεί πουθενά. Πρώτος ο φίλος του ο Πολυκανδριώτης. Δεύτερος ο Νίκος Αναστόπουλος. Τη γυναίκα του δεν είχα κουράγιο να την πάρω, την ντρεπόμουν. Πήρα όμως τον γιο του. Ήταν όλοι σπίτι. Όλοι. Το φοβόντουσαν ότι θα συνέβαινε και προλάβανε να είναι όλοι δίπλα του τις τελευταίες μέρες.
Επειδή τον ήξερα καλά τον Αλέφαντο, έφυγε όπως έπρεπε. Με ψηλά το κεφάλι και γρήγορα. Χωρίς να ταλαιπωρηθεί. Χωρίς να αρρωστήσει και να τα χάσει ή να είναι παράλυτος στο κρεβάτι για μήνες, χρόνια. Θα κλείσω όπως άρχισα. Τον Αλέφαντο τον συμπαθούσες δεν τον συμπαθούσες, τον θεωρούσες αυθόρμητο ή ισοπεδωτικό, ένα είναι σίγουρο: Ήταν μοναδικός. Δεν υπήρξε και ούτε θα υπάρξει άλλη τέτοια περίπτωση στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Ψέματα κατ' ιδίαν δεν έλεγε. Ήταν ίσιος. Ούτε παραμύθια έλεγε. Πολλά κουφά που μου είχε πει τα έχω διασταυρώσει. Όπως ότι ενώ είχε τον Σόλιντ ο Ολυμπιακός έκανε ιδιαίτερα μαθήματα διά τηλεφώνου στον Καστίγιο. Και πήρε μεταγραφή 20 εκατομμυρίων γιατί ο Αλέφαντος του έλεγε να μην ξεθυμαίνει με ντρίμπλες μακριά από την περιοχή, αλλά να τις κάνει κοντά και μέσα στο κουτί. Και στον Αναστόπουλο έκανε ιδιαίτερα μαθήματα. Δεν έχω διάθεση να γράψω άλλα πράγματα, γιατί πολλά από αυτά ήταν προσωπικά. Λάτρης του ποδοσφαίρου, λάτρης του Ολυμπιακού, λάτρης της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, αλλά δίκαιος.
Όχι να χλευάζει τον αντίπαλο. Μιλούσε ποδοσφαιρικά. Αν ο αντίπαλος ήταν καλύτερος το έλεγε. Θαύμαζε και αντίπαλους παίκτες. Έβαζε πάνω από όλα το ποδόσφαιρο. Άσχετα με το σόου που έκανε για τηλεοπτικούς λόγους. Εγώ ξέρω ότι ποδοσφαιράνθρωπος άλλος σαν αυτόν δεν υπήρξε. Καθόταν και έβλεπε μέχρι τα ξημερώματα ποδόσφαιρο στη Λατινική Αμερική. Είχε μανία με αυτό το πράγμα.
Και αγαπούσε πολύ τον Θόδωρο Νικολαΐδη και το «ΦΩΣ». Πάρα πολύ. Μια φορά που τον είχε βρίσει (και αυτόν) το σκυλομετάνιωσε. Και ζητούσε συνεχώς συγγνώμη. Και ο εκδότης του ΦΩΤΟΣ τον πήγαινε για το ποδοσφαιρικό του μάτι.
Ήταν λαϊκός άνθρωπος. Βαθιά λαϊκός. Και ευσυγκίνητος. Στενοχωριόταν με τη φτώχεια του κόσμου...