Ενός λεπτού σιγή για τον Βίνσεντ Βαν Γκογκ

Ακόμα και αν δεν είναι ο Πολ Σεζάν είναι ωστόσο ο  Βαν Γκογκ

Ενός λεπτού σιγή για τον Βίνσεντ Βαν Γκογκ

«Στην προσπάθειά μας να κατανοήσουμε όσα μας λένε στα αριστουργήματά τους οι μεγάλοι καλλιτέχνες του παρελθόντος, οδηγούμαστε, χωρίς να το καταλαβαίνουμε προς το Θεό», έγραφε το 1880 ο Ολλανδός ζωγράφος Βίνσεντ Βαν Γκογκ.

Ο άνθρωπος αυτός δεμένος γερά στο μαγκανοπήγαδο της τρέλας έβλεπε τη ζωγραφική σαν ένα μέσο πνευματικής λύτρωσης. Φαίνεται όμως πως η ενδιατριβή του με την τέχνη επιδείνωσε αντί να ανακουφίσει τα συμπτώματα μιας παράνοιας μοιραίας και αναπόφευκτης.

Η περίπτωση του Βαν Γκογκ δεν έχει όμοιά της στην Ιστορία της τέχνης, καθώς ο Ολλανδός καλλιτέχνης ασχολήθηκε μόλις 9 χρόνια με τη ζωγραφική προτού οδηγηθεί στον θάνατο, φιλοτέχνησε 800 πίνακες και πούλησε μόνο έναν από αυτούς όσο βρισκόταν εν ζωή.

Στην πραγματικότητα ο Βαν Γκογκ είναι το δεύτερο μεγάλο κανάλι έμπνευσης για την μοντέρνα τέχνη μετά τον Σεζάν. Η επίδρασή του ήταν ζωτικής σημασίας για την εμφάνιση και την εξέλιξη του εξπρεσιονισμού και όχι μόνο. Μπορεί σε πολλούς από εμάς η χρωματική φαντασμαγορία του και τα ασπόνδυλα σχήματά του να φαίνονται σαν επίδειξη αθέμιτης υπερβολής αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ψυχική κατάσταση ενός καλλιτέχνη τη στιγμή της δημιουργίας είναι καθοριστική και πολλές φορές τον βοηθά να παραβιάζει τις συμβάσεις και το ανεπιθύμητο πλαίσιο των κανόνων.

Ο πρώην θεολόγος Βίνσεντ Βαν Γκογκ έβρισκε την τέχνη κοινωνικά χρήσιμη εργασία που οδηγεί στην αυτοπραγμάτωση. Στο Νυχτερινό Καφενείο του η παρανοϊκή αγωνία του αποδίδεται με ακραίες δυσαρμονίες του κόκκινου, του πράσινου και του κίτρινου. Έτσι προσπάθησε να εκφράσει, όπως έγραφε, τα τρομερά πάθη του ανθρώπου.

«Είμαι επιτέλους ικανός για κάτι, η ζωή μου απέκτησε σκοπό», ομολογούσε στα γράμματά του προς τον αδερφό του τον Τεό. Την ίδια στιγμή η τέχνη αποκτούσε έναν μοναδικό εκπρόσωπο.