«Υπάρχω»: Η αξεπέραστη αγάπη του κόσμου για τον Στέλιο Καζαντζίδη
Μια ταινία που «μιλάει» στις καρδιές όλων των Ελλήνων, το «Υπάρχω» πάει για εισπρακτικό ρεκόρ, με τη σκηνοθεσία του Γιώργου Τσεμπερόπουλου να είναι υποδειγματική και τον Χρήστο Μάστορα να «κεντάει» στον ρόλο του Στέλιου Καζαντζίδη.
Σε δύσκολες εποχές για το σινεμά, το «Υπάρχω» κατάφερε να μαζέψει και πάλι τον κόσμο στις αίθουσες και όχι μόνο αυτό, αλλά φιλοδοξεί να γίνει και η πρώτη ταινία μετά από πάρα πολύ καιρό που θα ξεπεράσει το ένα εκατομμύριο εισιτήρια! Το υποψιαζόμασταν. Ο Στέλιος Καζαντζίδης είναι ένα τοτέμ για το ελληνικό λαϊκό τραγούδι, με φανατικούς θαυμαστές που μπορεί και να σου κόψουν την …καλημέρα εάν δεν πεις ότι ήταν ο καλύτερος. Μέσω της ταινίας έχουν την ευκαιρία να τον μάθουν και οι νεότερες γενιές, και όπως αποδεικνύεται ήταν κίνηση-ματ η επιλογή του -αγαπητού στη νεολαία- Χρήστου Μάστορα.
Οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι παίζει καλύτερα και από ηθοποιό. Ίσως τον βοήθησε ότι είναι τραγουδιστής, ότι έχει αρκετά κοινά βιώματα με τον Καζαντζίδη. Και έχει κατορθώσει να μπει στο πετσί του ρόλου του.
Ολυμπιακός: Να μη «βλέπει» τους άλλους
Τα περισσότερα credits πάντως πάνε στον σκηνοθέτη Γιώργο Τσεμπερόπουλο. Αποδεικνύει για άλλη μια φορά πόσο σπουδαίος αρτίστας είναι και …απογειώνει ένα σενάριο μιας κλασικής βιογραφίας (δύσκολης ωστόσο όταν έχουμε να κάνουμε με μια τέτοια προσωπικότητα). Με ευαισθησία και σεβασμό στον δαιδαλώδη χαρακτήρα του Καζαντζίδη, «τρέχει» δεξιοτεχνικά την ταινία (που δεν σε κουράζει παρά τη δίωρη και βάλε διάρκειά της) και εστιάζει στα πρόσωπα του δράματος. Αφήνοντας στην άκρη τα τελευταία όχι και τόσο ευχάριστα χρόνια της ζωής του Στέλιου (για να μην …ενοχλήσει τους θαυμαστές του;) ο Τσεμπερόπουλος ξετυλίγει το κουβάρι της συναρπαστικής διαδρομής του τραγουδιστή, και πώς κατόρθωσε από ένα φτωχό παιδί με καταγωγή από τον Πόντο να γίνει το απόλυτο είδωλο.
Η ταινία δείχνει τα …βρώμικα παιχνίδια των μεγάλων δισκογραφικών εταιρειών της εποχής, που εκμεταλλεύονταν τους τραγουδιστές και καρπώνονταν τα περισσότερα χρήματα. Ο Καζαντζίδης πήγε κόντρα σ’ αυτές, κάτι που το «πλήρωσε». Ήταν ένας αντισυμβατικός τύπος, «επαναστάτης» και ίσως γι’ αυτό ο κόσμος τον αγάπησε τόσο. Ήταν ο δικός τους άνθρωπος. Και ο ίδιος ήθελε να τραγουδάει για τον απλό λαό. Ποτέ δεν έκανε κέφι τα μεγάλα λαϊκά κέντρα, γρήγορα σταμάτησε απ’ αυτά.
Φυσικά, το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας επικεντρώνεται στους δυο μεγάλους έρωτες του Στέλιου, την Καίτη Γκρέυ και την Μαρινέλλα. Νεανικός ενθουσιασμός κυρίως η πρώτη, αγάπη του μεγάλη η δεύτερη. Και στην ιδιαίτερη σχέση με τη μητέρα του, Γεσθημανή.
Άλλο ένα δυνατό στοιχείο της ταινίας είναι οι ερμηνείες. Πέραν του Μάστορα που είναι …αποκάλυψη, όλοι οι ρόλοι αποδίδονται εξαιρετικά. Και ειδικότερα από τις τρεις πρωταγωνίστριες, την Αγορίτσα Οικονόμου (ως η μητέρα του Στέλιου), την Κλέλια Ρένεση (ως Καίτη Γκρέυ) και την Ασημένια Βουλιώτη (ως Μαρινέλλα). Και το υπόλοιπο καστ είναι εξαιρετικό. Ένας κι ένας.
Ακόμη κι αν δεν είστε φαν του Καζαντζίδη ή του είδους μουσικής του, πιστεύουμε ότι θα σας αρέσει η ταινία, όπως και σ’ εμάς. Και θα σας αγγίξει. Χωρίς να είναι τελείως αγιοποίησή του, αποφεύγοντας εντούτοις τις κακοτοπιές.
Και με τις αίθουσες να γεμίζουν ασφυκτικά, αποδεικνύεται ότι ο κόσμος αγαπάει ακόμη τον απλό, λαϊκό ελληνικό κινηματογράφο. Καλές οι κουλτουριάρικες ταινίες, αλλά ο θεατής θέλει να βλέπει κάτι που νιώθει δικό του.
Όπως και ήταν ο Στέλιος για τους περισσότερους Έλληνες.
ΥΓ. Μάνος Χατζηδάκις: «Καζαντζίδης βγαίνει μια φορά τα 100 χρόνια».