Φάκας ΣΤΟ «ΦΩΣ»: «Για τον Ολυμπιακό δεν υπάρχει 2η θέση»

Ο Γιάννης Φάκας στο «ΦΩΣ» - Ένας από τους μεγαλύτερους αθλητές που ανέδειξε ο αθλητισμός των Ιωαννίνων και της Ηπείρου, ξεδιπλώνοντας τη μεγάλη διαδρομή του στον χώρο του βόλεϊ ως παίκτης και ως προπονητής

Φάκας ΣΤΟ «ΦΩΣ»: «Για τον Ολυμπιακό δεν υπάρχει 2η θέση»

Ο Γιάννης Φάκας είναι από τους μεγαλύτερους αθλητές που ανέδειξε ο αθλητισμός των Ιωαννίνων και της Ηπείρου. Σε ηλικία 19 ετών κλήθηκε στην εθνική ομάδα βόλεϊ από τον Αθλητικό Γυμναστικό Σύλλογο Ιωαννίνων. Φόρεσε 109 φορές τη γαλανόλευκη φανέλα. Με τον Ολυμπιακό πανηγύρισε την κατάκτηση οκτώ πρωταθλημάτων Ελλάδας, πέντε Κυπέλλων και ενός Λιγκ Καπ. Κάποιες κούπες σήκωσε και ο ίδιος ως αρχηγός.

Συμμετείχε με την ερυθρόλευκη φανέλα σε τέσσερα φάιναλ φορ, σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ και στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα συλλόγων. Με την Εθνική Ενόπλων έλαβε μέρος σε οκτώ Παγκόσμια Πρωταθλήματα του ΣΙΣΜ με δύο χρυσά μετάλλια, ένα αργυρό και ένα χάλκινο. Συμμετείχε σε δύο Πανευρωπαϊκά Πρωταθλήματα μπιτς βόλεϊ. Εσείς τι λέτε, με όλα αυτά δίκαια δεν τον κατατάσσουμε στους μεγάλους αθλητές που ανέδειξε η Ήπειρος;

Ως προπονητής ο Γιάννης Φάκας συνεργάστηκε στον Ολυμπιακό με τον Ρομπέρτο Πιάτσα, ενώ για ένα διάστημα ήταν προπονητής της εθνικής ομάδας βόλεϊ. Ανέβασε πάνω από δέκα ομάδες μικρότερων κατηγοριών σε ανώτερες κατηγορίες. Με λίγα λόγια είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο και μια σημαντική προσωπικότητα του ελληνικού βόλεϊ.

Γεννήθηκε το 1964 στη Βουνοπλαγιά, ένα χωριό που είναι δίπλα από τα Γιάννινα. Ξεκίνησε το βόλεϊ από τον ΑΓΣΙ και έφτασε μέχρι εθνική ομάδα, Ολυμπιακό, ΑΕΚ, Πανελλήνιο. Είναι απόφοιτος των ΤΕΦΑΑ, αλλά είναι ανώτερος αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας εν ενεργεία, διοικητής του Κέντρου Αθλητισμού Ενόπλων Δυνάμεων.

Αυτήν τη μεγάλη διαδρομή στο ελληνικό βόλεϊ ξεδιπλώνει σε μια μεγάλη συνέντευξη που έδωσε στο «ΦΩΣ».

-Γιάννη, να το πάρουμε από την αρχή. Πώς ξεκίνησες το βόλεϊ;

Γεννήθηκα στη Βουνοπλαγιά Ιωαννίνων. Αρχικά έκανα στίβο και συγκεκριμένα άλμα εις ύψος με γυμναστή τον Νίκο Πετρόπουλο. Αυτός με πήγε στη συνέχεια στον Αθλητικό Γυμναστικό Σύλλογο Ιωαννίνων και στην ομάδα βόλεϊ. Έτσι μπήκα σε αυτόν τον χώρο, εγκαταλείποντας τον στίβο. Τότε στη Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων φοιτούσε ένας Κύπριος προπονητής, ο Χριστόδουλος Σιαντρής, που ήρθε στον ΑΓΣΙ ως προπονητής και παίκτης και άρχισε η ομάδα να παίρνει τα πάνω της, φτάνοντας μέχρι και τη Β’ Εθνική.

-Ποιοι ήταν οι τότε συμπαίκτες σου;

Ήταν οι Βασίλης Θεοδωράκης, Κώστας Ράπτης, Θωμάς Ράπτης, Γιώργος Μπουλάκης, Σωτήρης Πριτσίνης, Χριστόδουλος Σιαντρής, Νίκος Αναγνωστόπουλος, Νίκος Κατσάνος. Αν ξέχασα κάποιον άλλον, ας με συγχωρήσει. Είχαμε καλή ομάδα που έφερνε κόσμο στο κλειστό γυμναστήριο της Λιμνοπούλας. Εγώ αγωνίστηκα από το 1979 μέχρι το 1983 στον ΑΓΣΙ. Σε ηλικία 15 ετών έπαιξα στην πρώτη ομάδα.

-Τι σου έμεινε από την τετραετία αυτή στην ομάδα των Ιωαννίνων;

Είχαμε πολύ καλό κλίμα. Όλοι οι παίκτες ήταν καλά παιδιά. Ήμασταν όλοι μια ωραία παρέα. Θυμάμαι τα σπουδαία παιχνίδια για να φτάσουμε στη Β’ Εθνική. Θα έλεγα ότι η δική μας φουρνιά ήταν η βάση στην οποία χτίστηκε η ομάδα που είχε για μια δεκαετία πρωταγωνιστικό ρόλο, φτάνοντας μέχρι την Α1. Αναμορφωτής του γιαννιώτικου βόλεϊ ήταν ο Δημήτρης Αντωνιάδης. Σπουδαίος προπονητής και άνθρωπος. Όταν ήρθε αυτός, εγώ είχα φύγει για τον Ολυμπιακό, αλλά προσέφερε πάρα πολλά. Αφού αποσύρθηκε η δική μας φουρνιά, ήρθαν από πίσω κι άλλοι σπουδαίοι αθλητές, όπως οι Παύλος Αποστόλου, Γρηγόρης Ρουσάκης και άλλοι, ενώ συνέχισε για πολλά χρόνια ο Βασίλης Θεοδωράκης. Στην Α1 έπαιξα αντίπαλος του ΑΓΣΙ με τον Ολυμπιακό. Ήταν αξιόλογη και δυνατή ομάδα. Αν είχε χορηγούς και οικονομική στήριξη, θα ήταν περισσότερα χρόνια στην Α1. Χαιρόμουν πάντα για τις επιτυχίες του ΑΓΣΙ. Πώς να το κάνουμε, το αίμα νερό δεν γίνεται.

-Ποια είναι τα πρώτα βήματα στη διαδρομή σου;

Με τον ΑΓΣΙ κάναμε μεγάλη πορεία μέχρι τη Β’ Εθνική. Κατάφερα να γίνω γρήγορα βασικός, λες και ήμουν γεννημένος για το βόλεϊ. Στη συνέχεια ο τότε ομοσπονδιακός τεχνικός Γέρζι Βελτζ έκανε κάποια καμπ στην επαρχία, όπως και στα Γιάννινα. Εκεί επέλεξε εμένα και με κάλεσε στις μικρές εθνικές ομάδες βόλεϊ. Όμως, ενώ ετοιμαζόμουν για την Εθνική εφήβων, ο Βελτζ με πήρε απευθείας στην Εθνική ανδρών που έλαβε μέρος στο Βαλκανικό Κύπελλο στο Μπουργκάς της Βουλγαρίας. Είμαι ο μοναδικός αθλητής που κλήθηκε απευθείας στην Εθνική ανδρών σε μικρή ηλικία, χωρίς να περάσει από τις μικρές Εθνικές, σύμφωνα με την ηλικία. Αυτό έγινε το 1983.

-Ο Ολυμπιακός πώς προέκυψε;

Προφανώς με είδαν στους αγώνες της εθνικής ομάδας και στη συνέχεια έκαναν την προσπάθεια να με πάρουν από τον ΑΓΣΙ. Στην εθνική ομάδα έκανα παρέα και ήμουν φίλος με τον Μιχάλη Τριανταφυλλίδη και τον Στέφανο Πολύζο. Αυτοί με βοήθησαν μετά και στον Ολυμπιακό, ειδικά στα πρώτα χρόνια μέχρι να προσαρμοστώ. Ένας λόγος που προτίμησα να πάω στον Ολυμπιακό ήταν αυτοί ο δύο. Γιατί είχαν κάνει προτάσεις στον ΑΓΣΙ για τη μεταγραφή μου ο Παναθηναϊκός και ο ΠΑΟΚ. Εγώ επέμενα για Ολυμπιακό.

Πώς έγινε η μεταγραφή;

Στην αρχή δεν ήθελαν οι παράγοντες του ΑΓΣΙ να με δώσουν σε καμία ομάδα. Όμως έδωσαν τον Νίκο Φιλίππου από την ομάδα μπάσκετ στον Άρη και, αφού έδωσαν αυτόν, δέχθηκαν να πάω και εγώ στον Ολυμπιακό, αφού τους ασκήθηκαν και κάποιες πιέσεις. Βέβαια ήταν και μεγάλη η οικονομική πρόταση. Ο ΑΓΣΙ για τη δική μου μεταγραφή πήρε δύο εκατομμύρια δραχμές, πολύ σημαντικό ποσό για εκείνη την εποχή.

Πόσο δύσκολο είναι ένα παιδί από την επαρχία 19 ετών να βρεθεί στον Ολυμπιακό;
Με βοήθησε πολύ το γεγονός ότι πριν πάω στον Ολυμπιακό ήμουν ήδη στην εθνική ομάδα ανδρών. Η Εθνική ήταν ένα μεγάλο σκαλοπάτι για μένα. Όταν είσαι διεθνής, σε αντιμετωπίζουν διαφορετικά απ’ ό,τι θα σε αντιμετώπιζαν αν πήγαινες ως ένας άγνωστος από έναν επαρχιακό σύλλογο. Με βοήθησαν οι συμπαίκτες μου, οι παράγοντες όπως ο Λεωνίδας Θεοδωρακάκης, μεγάλη μορφή του Ολυμπιακού, ο Άρης Ποΐλας που πήγε μετά στην ποδοσφαιρική ομάδα, ο Χρυσοχοΐδης, εκπληκτικός άνθρωπος και παράγοντας.

«Με τον Ολυμπιακό έζησα μεγάλες στιγμές»

-Θύμισέ μας τις μεγάλες στιγμές…

Εγώ μεγάλωσα στον Ολυμπιακό, ήταν το δεύτερο σπίτι μου. Πήγα 19 ετών και έφυγα 31. Ανδρώθηκα σε αυτόν τον μεγάλο σύλλογο και έζησα τις κορυφαίες στιγμές της καριέρας μου. Πήραμε οκτώ πρωταθλήματα, πέντε Κύπελλα, ένα Λιγκ Καπ. Παίξαμε στην Ευρώπη. Δεν θα ξεχάσω τον πρώτο τίτλο που πήραμε μέσα στη Λεωφόρο κερδίζοντας τον Παναθηναϊκό. Τότε στην ομάδα του Ολυμπιακού διεθνείς ήμασταν μόνον εγώ και ο Τριανταφυλλίδης. Ήταν η μεγάλη έκπληξη.

Μετά κάναμε ένα σερί τίτλων. Έγινα και αρχηγός για πέντε χρόνια, ευτύχησα να σηκώσω στα χέρια μου και τις κούπες. Μετά ήρθε ο Κοσκωτάς, έκανε μεγάλες μεταγραφές, με συνέπεια η ομάδα να ανοίξει τα φτερά της και εκτός συνόρων. Παίξαμε σε τέσσερα φάιναλ φορ, σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ, πήραμε δύο φορές την τρίτη θέση, μία την τέταρτη, βγήκαμε τρίτοι στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα συλλόγων. Χωρίς υπερβολή ο Ολυμπιακός εκείνη την εποχή ήταν μία από τις τέσσερις καλύτερες ομάδες του κόσμου.

-Τι σημαίνει για έναν αθλητή να παίζει στον Ολυμπιακό;

Όταν φτάνεις να παίζεις τελικό Τσάμπιονς Λιγκ, καταλαβαίνεις τι σημαίνει αυτό. Χάσαμε από τη Μεσατζέρο Ραβένα της Ιταλίας, που είχε τότε την αφρόκρεμα του παγκοσμίου βόλεϊ. Ο κάθε παίκτης της άξιζε τότε ένα εκατομμύριο δολάρια. Ως Ολυμπιακός, λοιπόν, φτάσαμε να παίζουμε με την ελίτ του παγκοσμίου βόλεϊ. Αυτό σημαίνει να παίζεις σε μια τόσο μεγάλη ομάδα.

-Βαριά η ερυθρόλευκη φανέλα;

Ζυγίζει πολύ βαριά. Στον Ολυμπιακό πρέπει πάντα να είσαι πρωταγωνιστής, να είσαι πρωταθλητής. Ή είσαι πρωταθλητής ή τίποτα. Για τον Ολυμπιακό δεν υπάρχει δεύτερη και τρίτη θέση. Μόνο η πρώτη. Και όταν κάνεις συνέχεια πρωταθλητισμό, δεν ησυχάζεις ποτέ. Πρέπει να έχεις μεγάλα ψυχικά αποθέματα και να δουλεύεις πολύ για να παραμένεις για χρόνια πρωταθλητής. Εμείς πήραμε οκτώ συνεχόμενα πρωταθλήματα.

Ποιοι ήταν οι κολλητοί σου στον Ολυμπιακό;

Οι μεγάλες ομάδες ξεχωρίζουν και για το καλό κλίμα στα αποδυτήρια. Ποτέ δεν αλλάξαμε κάποια κουβέντα μεταξύ μας. Όλοι ήμασταν μια μεγάλη παρέα και αυτή η μεγάλη παρέα έκανε τη μεγάλη ομάδα. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κανέναν. Μπορώ μόνο να πω ότι ο Μιχάλης Τριανταφυλλίδης και ο Στέφανος Πολύζος ήταν αυτοί που με αγκάλιασαν στα πρώτα μου βήματα, τόσο στην Εθνική όσο και στον Ολυμπιακό. Και οι υπόλοιποι παίκτες με καλοδέχτηκαν όπως οι Μπράβος, Αμαριανάκης, Μουστακίδης, Τερζάκης, Ξεροβάσιλας, Ηλιόπουλος και άλλοι, μην ξεχάσω κανέναν.

-Μου θυμίζεις τώρα μεγάλα ονόματα στο βόλεϊ.

Ευτύχησα να έχω συμπαίκτες καλούς Έλληνες παίκτες και καλά παιδιά, όπως και πολύ καλούς ξένους. Όταν ήρθε το καλοκαίρι του 1988 στον Ολυμπιακό ο Σουηδός Μπενγκτ Γκούσταφσον, είναι σαν να λέμε ότι ήρθε στον ποδοσφαιρικό Ολυμπιακό σήμερα ο Μέσι. Για τέτοιο επίπεδο παίκτη μιλάμε. Ήρθε μετά ο αρχηγός της Εθνικής Αμερικής Σκοτ Φόρτσον και πολλοί καλοί παίκτες από τη Γιουγκοσλαβία.

-Η συνέχεια της καριέρας σου;

Μετά τον Ολυμπιακό πήγα για τέσσερα χρόνια στην ΑΕΚ. Και εκεί κάναμε μια καλή ομάδα, παίξαμε στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας, κάναμε μεγάλες νίκες επί του Παναθηναϊκού, του ΠΑΟΚ. Μαζί με μένα στην ΑΕΚ ήρθε και ο Θανάσης Μουστακίδης που ήταν πολύ καλός πασαδόρος. Ήταν σημαντική και η τετραετία της ΑΕΚ. Στη συνέχεια πήγα στον Πανελλήνιο, όπου σπάσαμε ένα αήττητο είκοσι επτά αγωνιστικών που είχε ο Ολυμπιακός. Εμείς τον κερδίσαμε 3-0 σετ. Με τον Πανελλήνιο βγήκαμε και στην Ευρώπη. Είχαμε μια πολύ πετυχημένη χρονιά.

«Έπαιξα 30 χρόνια βόλεϊ!»

-Κάτσε, ρε Γιάννη, πόσα χρόνια έπαιξες βόλεϊ;

Γύρω στα τριάντα χρόνια! Γιατί μετά τον Πανελλήνιο αγωνίστηκα και σε άλλες ομάδες μικρότερων κατηγοριών, Κτησιφώντα Παιανίας και λοιπές. Μια ζωή ολόκληρη. Περίμενε, υπάρχει και συνέχεια. Συνέχισα στο μπιτς βόλεϊ και στην πρώτη ομάδα που έγινε. Μαζί με τον Ρουμελιώτη παίξαμε σε δύο Πανευρωπαϊκά Πρωταθλήματα μπιτς βόλεϊ.

-Ξεχάσαμε το κομμάτι της Εθνικής. Εκεί σήκωσες καμία κούπα;

Είπα και πριν ότι βρέθηκα σε μικρή ηλικία στην εθνική ομάδα. Έχω 109 συμμετοχές με την Εθνική ανδρών. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμή από το να παίζεις στην εθνική ομάδα. Και κούπα να μην πάρεις, είναι υπέρτατη διάκριση να φοράς τη φανέλα με το εθνόσημο. Μεγάλες επιτυχίες είχαμε με την Εθνική Ενόπλων. Συμμετείχαμε σε οκτώ Παγκόσμια Πρωταθλήματα του ΣΙΣΜ με δύο χρυσά μετάλλια, ένα αργυρό και ένα χάλκινο.

-Ποιοι προπονητές θα λέγαμε ότι σημάδεψαν την καριέρα σου;

Ο Γέρζι Βελτζ είναι ο προπονητής που με ανακάλυψε στα Γιάννινα και με κάλεσε στην εθνική ομάδα. Σας είπα και νωρίτερα πόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε η εθνική ομάδα στην καριέρα μου. Με πίστεψε και με εμπιστεύτηκε. Οι πρώτες συμμετοχές ήταν σε παιχνίδια με Γιουγκοσλαβία και Βουλγαρία που είχαν ολυμπιονίκες και παγκόσμιους πρωταθλητές. Στον Ολυμπιακό ο Ντιμίτρι Ζαχάριεφ ήταν ένας μεγάλος δάσκαλος. Είναι ο άνθρωπος που έμαθε βόλεϊ σε όλους σχεδόν τους μεγαλύτερους Έλληνες βολεϊμπολίστες.

-Συνεχίζεις στο βόλεϊ και ως προπονητής. Δύσκολη η αλλαγή ρόλων;

Είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Ως προπονητής επιβάλλεται να έχεις γνώσεις, εμπειρίες και να εμπνέεις εμπιστοσύνη σε αθλητές και αθλήτριες. Ως προπονητής έχω ανεβάσει κατηγορίες πάρα πολλές ομάδες, ήμουν στην εθνική ομάδα το 2009 με τον Καζάζη, κάναμε καλή πορεία στη Σμύρνη όπου λίγο έλειψε να πάρουμε μετάλλιο. Επίσης πέρασα από τον Ολυμπιακό, όπου συνεργάστηκα με τον Ρομπέρτο Πιάτσα. Πήραμε Λιγκ Καπ και Κύπελλο Ελλάδας.

Στο πρωτάθλημα χάσαμε εκείνη τη χρονιά από τον ΠΑΟΚ. Είχα προτάσεις και από ομάδες Α1 να αναλάβω την τεχνική ηγεσία, αλλά επειδή είμαι αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας δεν έχω τον χρόνο για να ασχοληθώ επαγγελματικά. Είμαι αντισμήναρχος και διοικητής του Αθλητικού Κέντρου Ενόπλων Δυνάμεων, το ΑΚΕΔ. Επειδή ασχολείσαι με το ρεπορτάζ του ΠΑΣ, να ξέρεις ότι από μένα πέρασαν και παίκτες του ΠΑΣ όπως οι Παντελάκης, Σάλιακας που με είχαν διοικητή (χαμογελά).

-Παρακολουθείς τη σημερινή ομάδα βόλεϊ του Ολυμπιακού;

Έκανε μια αλλαγή τώρα και έφερε έναν πολύ σπουδαίο προπονητή. Και ο Καζάζης ήταν πολύ καλός προπονητής. Καμιά φορά δεν πάνε καλά τα πράγματα και γίνονται αλλαγές. Ο Ολυμπιακός έχει τη δυνατότητα να παίρνει ό,τι καλύτερο υπάρχει. Μπορεί να αλλάξει η ψυχολογία και να γίνει διεκδικητής του τίτλου.

-Τα τελευταία χρόνια, αν εκτιμώ σωστά, ανέβηκε και το βόλεϊ γυναικών.

Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα εννέα στις δέκα κοπέλες ασχολούνται με το βόλεϊ. Υπάρχει μια μεγάλη δεξαμενή και το βόλεϊ γυναικών θα μπορούσε να είναι πιο ψηλά απ’ ό,τι είναι σήμερα. Γιατί ασχολείται με αυτό μεγάλος αριθμός κοριτσιών.

Το επίπεδο και η πορεία της Εθνικής ανδρών σε ικανοποιούν;

Δεν είχαμε καλή πορεία στο προηγούμενο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα. Έχουμε παιδιά για να εξελιχθεί και η Εθνική. Χρειάζεται προφανώς μεγαλύτερη προσπάθεια, περισσότερα τουρνουά.

«Τα παιδιά να κυνηγούν το όνειρο»

Υπάρχουν ταλέντα και στην επαρχία που είναι ανεκμετάλλευτα;

Πιστεύω ότι σήμερα με την τεχνολογία πέφτουν τα φώτα σε όλους τους χώρους. Είναι πολύ πιο εύκολο να ανακαλύψεις τα ταλέντα της περιφέρειας, σε αντίθεση με παλαιότερα χρόνια που υπήρχαν δυσκολίες. Θα πρέπει από την ομοσπονδία να δίνουν ρόλους σε ανθρώπους που θα έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν τα πραγματικά ταλέντα για τις εθνικές ομάδες και να τους προπονούν σωστά. Αυτό είναι μια μεγάλη ιστορία.

-Είναι αλήθεια ότι έκανες μεγάλη καριέρα και ανέβηκες ψηλά. Φαντάζομαι ότι δεν έκοψες τους δεσμούς με τα Γιάννινα. Παρακολουθείς την αθλητική δραστηριότητα των Ιωαννίνων;

Είναι δυνατόν να ξεχάσω τα Γιάννινα; Είναι η πατρίδα μου, το σπίτι μου, η οικογένειά μου. Ασφαλώς και παρακολουθώ την ομάδα του ΑΓΣΙ, τις επιτυχίες στην κωπηλασία, όπως και τον ΠΑΣ Γιάννινα. Παρακολουθώ όλους τους αγώνες του, χαίρομαι που είναι ψηλά στη βαθμολογία και κάνει καλή πορεία. Όταν έρχομαι Γιάννινα, πάω και στο γήπεδο να δω αγώνες, έχω και επαφές με τους παίκτες που με είχαν διοικητή στο ΑΚΕΔ.

Ξέρω και λεπτομέρειες από τον ΠΑΣ που ενδεχομένως, Βαγγέλη, να μην τις ξέρεις εσύ που παρακολουθείς τόσα χρόνια την ομάδα (χαμογελά). Δεν ξεχνώ και τους παράγοντες του ΑΓΣΙ που με αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή, καθώς ήμουν ένα ντροπαλό παιδάκι από τη Βουνοπλαγιά. Δεν ξεχνώ τους αδελφούς Μπαλτογιάννη, τον Γιάννη Συμπόνη που ήταν τότε έφορος στην ομάδα, τον Δημήτρη Καραμούτσο και άλλους.

-Κλείνοντας, μια συμβουλή στα νέα παιδιά που είναι στον χώρο του βόλεϊ.

Δουλειά, υπομονή και μεγάλη προσπάθεια. Αν έχεις όνειρο να κάνεις καριέρα, θα υλοποιηθεί αν δουλέψεις σωστά, είτε είσαι από τη Βουνοπλαγιά Ιωαννίνων, όπως εγώ, είτε είσαι από το Κολωνάκι. Και σε ένα μικρό χωριό να μεγαλώσεις, πάλεψε για το όνειρό σου.