Στέλιος Καζαντζίδης - Θα υπήρχε λαϊκό τραγούδι χωρίς αυτόν;
Ο τραγουδιστής που υπήρξε συνδημιουργός των τραγουδιών που ερμήνευσε εξακολουθεί να συγκινεί με τη φωνή και το μύθο του
Το λαϊκό τραγούδι, το τραγούδι που φτιάχτηκε και αγαπήθηκε στα χρόνια του '50 και του '60 αποτελεί εξέλιξη του εξευγενισμένου ρεμπέτικου για το οποίο δούλεψαν κυρίως ο Τσιτσάνης, ο Χιώτης, ο Μητσάκης και ο Καλδάρας. Στον ουρανό των τραγουδιών ο Σείριος, το πιο λαμπρό αστέρι, παραμένει αναμφισβήτητα ο Στέλιος Καζαντζίδης. Η εμφάνισή του ήταν καθοριστική για την επικράτηση του λαϊκού τραγουδιού. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στα χρόνια του ' 50 είχε ξεσπάσει «εμφύλιος» στα μουσικά δρώμενα της χώρας καθώς τα μπουζούκια κονταροχτυπήθηκαν με το ελαφρό τραγούδι και ο Νίκος Γούναρης με την τεράστια δημοφιλία του ανάγκαζε τον Τσιτσάνη να λέει πως αν δεν φύγει από τη μέση δεν θα σηκώσουν κεφάλι τα μπουζούκια.
Ήταν τότε που η φωνή του Καζαντζίδη και η απήχηση που είχε στο κοινό, έγειρε την πλάστιγγα προς την πλευρά του λαϊκού τραγουδιού. Η μουσική βιομηχανία δυσπιστούσε πάντοτε απέναντι στους μπουζουκτσήδες, είτε επρόκειτο για τους παλιούς ρεμπέτες είτε για τους κλασικούς λαϊκούς μουσικούς. Το ελαφρό τραγούδι κινιόταν πάντοτε στα όρια μιας επιτηδευμένης ευπρέπειας και ήταν το αγαπημένο παιδί ανθρώπων με μεγάλη πολιτιστική επιρροή. Είναι αξιοπερίεργο το γεγονός ότι μορφές του λαϊκού πολιτισμού όπως ο Σακελλάριος και ο Ψαθάς λοιδορούσαν το λαϊκό τραγούδι και τους εκφραστές του.
Ολυμπιακός: Να μη «βλέπει» τους άλλους
Το πρόβλημα με τη λαϊκή μουσική ήταν ότι δεν είχε ένα καθορισμένο πρόσωπο, ένα σχήμα. Όσο το ρεμπέτικο έφευγε από το προσκήνιο καταδιωκόμενο και από την ηθικά αρτηριοσκληρωτική πολιτική κατάσταση του τόπου, οι πιθανότητες έγερναν προς τα ξενόφερτα ήθη και τα «ευγενή» άσματα.
Η φωνή όμως του Καζαντζίδη μίλησε στον κόσμο. Είναι ενδεικτικό ότι και ο ίδιος αναζητούσε αυτή την φωνή σε όλη τη δεκαετία του '50, προσπαθώντας να βρει την ερμηνευτική του μανιέρα. Άπαξ και συνέβη αυτό, ο δρόμος ήταν ανοικτός.
Οι φωνητικές δυνατότητες του Καζαντζίδη, η ερμηνευτική του μεγαλοφυία, ο πλούτος των ποικιλμάτων του, το ήθος και το ύφος μπροστά στο μικρόφωνο δεν έχουν αντίπαλο. Στην χρυσή εποχή του 1959-1965 ο μεγάλος τραγουδιστής όρισε τις παραμέτρους του λαϊκού τραγουδιού, είτε ερμηνεύοντας αυθεντικά λαϊκά («Δυο πόρτες έχει η ζωή», «Όποια και να 'σαι», «Απ' τα ψηλά στα χαμηλά») είτε κάνοντας θραύση στο χώρο του αναδυόμενου έντεχνου και σε συνθέσεις του Χατζιδάκι, του Θεοδωράκη, του Μαρκόπουλου και των άλλων.
Εύκολα ή δύσκολα μπορούμε σήμερα να τραγουδήσουμε τα τραγούδια. Δύσκολα θα μπορούσε κάποιος άλλος να δώσει το σχήμα τους, την ιδιαίτερη μελωδική γραμμή τους και αυτό είναι μια απάντηση στον Χρήστο Νικολόπουλο για το ζήτημα της συνδημιουργίας. Ο Καζαντζίδης συμπλήρωνε σε μεγάλο ποσοστό το σώμα του τραγουδιού που έλειπε πριν περάσει στα χείλη του.