Euro 2004: Το «πειρατικό» που δεν... έκλεψε τίποτα!

Δεκαπέντε χρόνια από το έπος της Πορτογαλίας - και με την σοφία των χρόνων που ακολούθησαν - μπορούμε να το πούμε, στεντορεία τη φωνή: δίκαια σηκώσαμε το... τιμημένο!

 

Euro 2004: Το «πειρατικό» που δεν... έκλεψε τίποτα!

«Μου φαίνεται σαν να’ ναι χθες, μα πάνε τόσα χρόνια...» ξεκίναγε το «Γέλα πουλί μου» των αδερφών Κατσιμίχα. Δεκαπέντε χρόνια για την ακρίβεια. Και στα χείλη κάθε Έλληνα, που βίωσε το θρίαμβο του 2004, κάθε 4η Ιουλίου, χαράζεται ένα αδιόρατο χαμόγελο νοσταλγίας, αναμεμειγμένο με περηφάνια.

Γιατί πλην του ότι υπήρξε μάρτυρας της κατά πολλούς μεγαλύτερης έκπληξης στα χρονικά του παγκοσμίου ποδοσφαίρου (ου μην του συλλογικού αθλητισμού...), γιατί εκτός του ότι όλοι μας νιώσαμε να «ψηλώνουμε», ποδοσφαιρικά τουλάχιστον, εκείνες τις μαγικές 22 μέρες που διήρκεσε το τουρνουά στα Πορτογαλικά γήπεδα, προϊόντος του χρόνου, συνειδητοποιήσαμε ότι το μοναδικό τρόπαιο που κοσμεί τις προθήκες της ΕΠΟ, το «άγιο δισκοπότηρο» του Ελληνικού ποδοσφαίρου, μόνο ως αποτέλεσμα ποδοσφαιρικής... κλοπής δεν κατέληξε «σε τούτα δω τα χώματα»!

Και μπορεί το «σκηνικό» της έναρξης να αποτελείτο από καραβάλες, καθότι οι Πορτογάλοι ήθελαν να υπερτονίσουν το αυτοκρατορικό παρελθόν της χώρας τους, το οποίο βασίστηκε στην θαλάσσια κυριαρχία, αλλά ήταν οι... μπουρλοτιέρηδες του Ότο Ρεχάγκελ, που ανατίναξαν όλα τα προγνωστικά αποδεικνύοντας ότι δεν υπάρχει κάτι αδύνατο στον αθλητισμό. Φράση που έγινε μέχρι και σλόγκαν πολυεθνικής εταιρείας αθλητικής ένδυσης...

Ωστόσο πολλοί ήταν εκείνοι, στο εξωτερικό, αλλά ακόμη κι εδώ, που μη μπορώντας να... χωνέψουν τι είχε συμβεί, ότι, ίσως, οι προβλέψεις τους είχαν πάει στα ... βράχια, από εκείνες τις ημέρες της πάνδημης ευφορίας, κιόλας, επιχείρησαν να μειώσουν την επιτυχία.

Όχι μόνο λέγοντας ότι είναι ανεπανάληπτη (κάτι που ενδόμυχα όλοι ξέρουμε...), αλλά ότι βασίστηκε σε αντιποδόσφαιρο.

Μόνο που το «πειρατικό», όπως ευφάνταστα «βάφτισε» ο Γιώργος Χελάκης, εκείνη την εθνική ομάδα, δεν έκλεψε, αγωνιστικά, τίποτα.

Ποια Εθνική έπαιξε... μπαλάρα είπαμε;

Ναι η παρέα του Ζαγοράκη δεν ήταν οι «γητευτές» της μπάλας, δεν τρελάναμε με το θέαμα μας τον πλανήτη, αλλά για ονοματίστε μια εθνική, τα τελευταία χρόνια (εξαιρουμένης της Ισπανίας την 4ετία 2008-12), που έκανε κάτι τέτοιο;

Αντίθετα, ήταν μια ομάδα δυσκολοκατάβλητη, μ’ ατσάλινη θέληση, ομαδικότητα κι αλληλεγγύη που έπαιζε το ποδόσφαιρο που της ταίριαζε. Στοιχεία που, πολύ, θα ήθελαν, πολλοί. Και κυρίως οι επικριτές της.

Οι Ιταλοί, για παράδειγμα, ζήλευαν την αμυντική της προσήλωση του 2004 και παρότι εφευρέτες του κατενάτσιο μας κατηγορούσαν γι αυτό ακριβώς: ποδοσφαιρικό κυνισμό! Τ’ ακούσαμε κι αυτό...

Καλά για τους Άγγλους - που θεωρούνται από κάποιους συμπατριώτες μας, ακόμη, ποδοσφαιρική υπερδύναμη, έχοντας κερδίσει όσα τρόπαια κι εμείς (ένα), επικρατώντας, εντός έδρας, χάρη σ’ ένα γκολ που ακόμη τα Πανεπιστήμια τους προσπαθούν να βγάλουν έγκυρο! – ισχύει «το γαρ πολύ της θλίψεως» (γιατί οι οιωνοί δεν επιβεβαιώνονται και ΔΕΝ «έρχεται σπίτι» τίποτα μετά το 1966) «γεννά παραφροσύνη»...

Το Πορτογαλικό «ταμπούρι» ξεπέρασε το Ελληνικό!

Στην τελική, όσοι Έλληνες είχαν ενοχές για το πως έπαιξε η εθνική στα Πορτογαλικά γήπεδα πρέπει να τις ξέχασαν βλέποντας το πώς αγωνίστηκε η Πορτογαλία στα Γαλλικά γήπεδα, προ 3ετίας, για να πάρει το πρώτο της τρόπαιο σε επίπεδο Ανδρών.

Καλός κι... άγιος ο Σάντος και φιλέλληνας και «ένας από εμάς», αλλά, αν εμείς παίζαμε «ταμπούρι», στην Πορτογαλία, οι Ίβηρες, πριν τρία χρόνια, το... τερμάτισαν!

Πούλησαν την (επιθετικογενή) «ψυχή» τους στον ποδοσφαιρικό... Μεφιστοφελή, για να πάρουν ότι δεν μπόρεσαν το 2004 κι ότι δεν κατάφερε η φουρνιά του μεγάλου Εουσέμπιο...

Κι όμως δεν ακούστηκε τίποτα παρόμοιο για την ομάδα (με Κριστιάνο Ρονάλντο, Μουτίνιο και Νάνι...) που νίκησε μόνο σε έναν αγώνα, από τους 7 που έδωσε, κατά τη διάρκεια του 90λεπτου! Την Ουαλία στον ημιτελικό. Όλα τα άλλα ματς της ήταν ισοπαλίες. Τρεις στους ομίλους και παιχνίδια που κέρδισε, είτε στην παράταση (Κροατία στους «16», Γαλλία στον τελικό), είτε στα πέναλτι (Πολωνία, στους «8»).

Αντίθετα, το «ανάθεμα» κι «κατηγορούμενη» για ποδοσφαιρική... κλοπή ήταν η ομάδα που είχε κερδίσει δύο φορές τους αμφιτρύωνες Πορτογάλους (του Φίγκο, του Ρουί Κόστα, του Ντέκο, του Παουλέτα, του Νούνο Γκόμες και του Κριστιάνο Ρονάλντο), που δεν έχασε από τους Ισπανούς (για 2ο σερί, επίσημο αγώνα), που νίκησε τους Γάλλους κι επικράτησε, στον ημιτελικό, των Τσέχων εκμεταλλευόμενη εκείνον τον, αλήστου μνήμης κανονισμό του «αργυρού γκολ».

Κι αν είχαμε και τύχη σε κάποια από αυτά τα ματς (κυρίως με Γάλλους και Τσέχους) ξέρετε τι λένε: Πως βοηθά τους τολμηρούς. Και τους ικανούς...