Καθ' όλα νόμιμη έκρινε το Στρασβούργο την προληπτική οκτάωρη κράτηση χούλιγκαν
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκρινε ότι εξασφαλίζεται δίκαιη ισορροπία μεταξύ του δικαιώματος στην ελευθερία και της σημασίας της πρόληψης του χουλιγκανισμού.
Οι αρχές μπορούν να προχωρούν στην προληπτική κράτηση χούλιγκαν όταν αυτοί είναι πιθανό να προκαλέσουν επεισόδια αποφάνθηκε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου.
Αφορμή για την συγκεκριμένη απόφαση αποτέλεσαν οι προσφυγές τριών Δανών οπαδών, οι οποίοι το 2009 συνελήθησαν στην αναμέτρηση με τη Σουηδία. Επρόκειτο για προληπτική σύλληψη και κράτηση οκτώ ωρών των οπαδών της εθνικής ομάδας της Δανίας για αποφυγή επεισοδίων με τους οπαδούς της εθνικής ομάδας της Σουηδίας.
Ολυμπιακός: Αυτό που λείπει από τον Ελ Κααμπί
Ουσιαστικά, το Στρασβούργο κατέστησε σαφές ότι η προληπτική κράτηση χούλιγκανς σε αγώνα ποδοσφαίρου για να αποφευχθούν συγκρούσεις μεταξύ οπαδών επιτρέπεται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου; .
Αναλυτικά, η απόφαση όπως αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα echrcaselaw.com:
Η προληπτική κράτηση χούλιγκανς σε αγώνα ποδοσφαίρου για να αποφευχθούν συγκρούσεις μεταξύ οπαδών επιτρέπεται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου; .
ΑΠΟΦΑΣΗ
S., V. και Α. κατά Δανίας της 22.10.2018 (αρ. προσφ. 35553/12, 36678/12 και 36711/12)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Χούλιγκανς σε αγώνα ποδοσφαίρου μεταξύ Δανίας - Σουηδίας. Προληπτική σύλληψη και κράτηση οκτώ ωρών οπαδών της εθνικής ομάδας της Δανίας για αποφυγή επεισοδίων με τους οπαδούς της εθνικής ομάδας της Σουηδίας. Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δεν απαγορεύει την κράτηση όταν υπάρχουν λογικά δεδομένα που καθιστούν αναγκαία την παρεμπόδιση των ατόμων από την διάπραξη αδικημάτων. Βεβαίως απαιτούνται εγγυήσεις για την κράτηση αυτή όπως να είναι νόμιμη, το αδίκημα να είναι συγκεκριμένο και οι αρχές να αποδεικνύουν ότι αυτός που κρατείται προληπτικά θα είχε εμπλακεί σε διάπραξη αδικήματος καθώς και ότι διαθέτει δικαίωμα αποζημίωσης. Η δυνατότητα στέρησης της ελευθερίας για το λόγο αυτό αποτελεί αυτόνομο λόγο κράτησης έξω από την ποινική διαδικασία.
Το Δικαστήριο του Στρασβούργου έκρινε ότι οι προσφεύγοντες αφέθηκαν ελεύθεροι μόλις ο κίνδυνος συγκρούσεων ξεπεράστηκε, η κράτησή τους δε δεν διήρκεσε περισσότερο από όσο ήταν αναγκαίο για να αποφευχθούν περιστατικά υποκίνησης βίας. Δίκαιη ισορροπία μεταξύ του δικαιώματος των προσφευγόντων στην ελευθερία και της σημασίας της πρόληψης του χουλιγκανισμού. Μη παραβίαση του άρθρου 5 της ΕΣΔΑ.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Οι προσφεύγοντες είναι τρεις Δανοί υπήκοοι που γεννήθηκαν το 1989, το 1982 και το 1982 αντιστοίχως.
Στις 10 Οκτωβρίου 2009, οι προσφεύγοντες βρίσκονταν στην Κοπεγχάγη για να παρακολουθήσουν έναν ποδοσφαιρικό αγώνα μεταξύ Δανίας και Σουηδίας. Η αστυνομία της Δανίας γνώριζε ότι ομάδες χούλιγκαν από κάθε χώρα βρίσκονταν στην πόλη και σχεδίαζαν να συμπλακούν στον αγώνα. Ως εκ τούτου, οι εγχώριες αρχές έλαβαν μέτρα για την σύλληψη, κράτηση των υποκινητών ώστε να αποφευχθούν οι συγκρούσεις.
Το απόγευμα ξέσπασε η πρώτη μεγάλη σύγκρουση μεταξύ οπαδών της Δανίας και της Σουηδίας, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη σύλληψη πέντε ή έξι ατόμων, μεταξύ των οποίων δύο από τους τρεις προσφεύγοντες, ο κ. V. και ο κ. Α.
Στη συνέχεια, άλλοι οπαδοί συνελήφθησαν αλλού, συμπεριλαμβανομένου του τρίτου προσφεύγοντος, του κ. S.
Κάθε ένας από τους προσφεύγοντες κρατήθηκε για περίπου οκτώ ώρες. Ωστόσο, δεν ασκήθηκαν κατηγορίες για κάποιο ποινικό αδίκημα. Συνολικά συνελήφθησαν 138 οπαδοί, εκ των οποίων οι μισοί κατηγορήθηκαν για διάφορα ποινικά αδικήματα.
Οι προσφεύγοντες άσκησαν ενώπιον των δανικών δικαστηρίων διαδικασία αποζημίωσης, υποστηρίζοντας ότι η κράτησή τους ήταν παράνομη διότι ήταν προληπτική και υπερέβαινε τις έξι ώρες, δηλαδή την προθεσμία που προβλέπει η σχετική εσωτερική νομοθεσία για κράτηση προκειμένου να αποφευχθεί κίνδυνος ή διαταραχή της δημόσιας τάξης.
Το αίτημα απορρίφθηκε από δικαστήριο στο Aarhus τον Νοέμβριο του 2010, το οποίο έκρινε ότι η υπέρβαση της προθεσμίας δικαιολογείται από τις περιστάσεις (δεδομένης της έκτασης, της διάρκειας και του οργανωμένου χαρακτήρα των αναταραχών). Εν πάση περιπτώσει, η διατύπωση της σχετικής εσωτερικής νομοθεσίας ορίζει ότι η κράτηση δεν πρέπει να υπερβαίνει τις έξι ώρες, αλλά μόνο στο μέτρο που αυτό είναι δυνατό.
Η απόφαση αυτή στη συνέχεια επικυρώθηκε από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο και το αίτημα αναίρεσης ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου τελικά απορρίφθηκε τον Δεκέμβριο του 2011.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ….
Το ΕΔΔΑ έκρινε όμως ότι η κράτηση των προσφευγόντων καλύπτεται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση όταν «υπάρχουν λογικά δεδομένα προς παραδοχή της ανάγκης όπως εμποδιστούν από του να διαπράξουν αδίκημα ή να δραπετεύσουν μετά τη διάπραξή του».
Πριν καταλήξει στο συμπέρασμα αυτό, το Δικαστήριο έκρινε αναγκαίο να αποσαφηνίσει και να προσαρμόσει τη νομολογία του. Συγκεκριμένα, δέχθηκε ότι «όταν υπάρχουν λογικά δεδομένα προς παραδοχή της ανάγκης να εμποδιστεί η διάπραξη αδικήματος» θεωρείται ως ξεχωριστός λόγος στέρησης της ελευθερίας, εκτός του πλαισίου της ποινικής διαδικασίας.
Επιπλέον, η απαίτηση ότι ένα άτομο έχει συλληφθεί νόμιμα ή κρατείται προκειμένου να οδηγηθεί ενώπιον της αρμόδιας αρχής δεν θα έπρεπε να συνιστά εμπόδιο στη βραχυπρόθεσμη κράτηση και, ως εκ τούτου, πρέπει να εφαρμόζεται με ευκαμψία. Μια αυστηρή ερμηνεία θα μπορούσε να παρατείνει αδικαιολόγητα την κράτηση και να καταστεί ανέφικτο για την αστυνομία να διατηρεί την τάξη και να προστατεύει το κοινό. Από τη στιγμή που ο κρατούμενος παρίστατο ενώπιον δικαστή ώστε ο τελευταίος να εξετάσει τη νομιμότητα της κράτησής του ή απελευθερώνονταν, το Δικαστήριο θα έκρινε ότι η απαίτηση της ΕΣΔΑ είχε τηρηθεί.
Εντούτοις, η οποιαδήποτε ευελιξία πρέπει να περιορίζεται από ορισμένες εγγυήσεις, μεταξύ των οποίων και η απαίτηση να είναι νόμιμη η στέρηση της ελευθερίας, το αδίκημα να είναι συγκεκριμένο και οι αρχές να αποδεικνύουν ότι το άτομο θα είχε κατά πάσα πιθανότητα εμπλακεί σε διάπραξη αδικήματος καθώς και ότι διαθέτει εκτελεστό δικαίωμα αποζημίωσης. Επιπλέον, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι, σε γενικές γραμμές, η απελευθέρωση πριν τον άμεσο δικαστικό έλεγχο στο πλαίσιο της προληπτικής κράτησης πρέπει να είναι θέμα ωρών και όχι ημερών.
Εν προκειμένω, στην περίπτωση που οι προσφεύγοντες είχαν απελευθερωθεί εντός ωρών πριν γίνει αναγκαία η προσαγωγή τους ενώπιον δικαστή, το Δικαστήριο έκρινε ικανοποιητική τη διαχείριση της κατάστασης. Είχαν επίσης την ευκαιρία να φέρουν το ζήτημα της νομιμότητας της κράτησής τους ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και θα μπορούσαν να δικαιούνται αποζημίωση.
Το Δικαστήριο συνέχισε να εξετάζει εάν η κράτηση τους δικαιολογείται. Πρώτον, διαπίστωσε ότι η εκτίμηση των εγχωρίων αρχών σχετικά με την υπόθεση των προσφευγόντων δεν υπήρξε αυθαίρετη ή προδήλως παράλογη και δέχτηκε ότι η κράτησή τους είχε συμμορφωθεί με τους κανόνες του εθνικού δικαίου. Συγκεκριμένα, τα δικαστήρια εξέτασαν τη συμπεριφορά της αστυνομίας κατά την εν λόγω ημέρα, διαπιστώνοντας ότι η στρατηγική της είχε λάβει υπόψη την προθεσμία των έξι ωρών προληπτικής κράτησης και δέχτηκε την αιτιολογία για τη μέτρια υπέρβαση αυτής της περιόδου.
Το ΕΔΔΑ δεν θα μπορούσε να επικρίνει τα συμπεράσματα των εθνικών δικαστηρίων ότι οι προσφεύγοντες είχαν συλληφθεί λόγω του ότι η αστυνομία είχε επαρκείς λόγους να πιστεύει ότι είχαν υποκινήσει άλλους να ξεκινήσουν συμπλοκή με σουηδούς οπαδούς, προκαλώντας έτσι έναν συγκεκριμένο και επικείμενο κίνδυνο για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια. Συγκεκριμένα, τα δικαστήρια ήταν συγκεκριμένα και λεπτομερή ως προς το αδίκημα, αναφέροντας τον τόπο (πλατεία Amagertorv και Κήποι Tivoli), την ώρα (το απόγευμα της 10ης Οκτωβρίου 2009) και τα θύματα (το κοινό που παρευρίσκονταν στις εν λόγω κερκίδες εκείνη τη στιγμή). Επομένως, οι αρχές παρείχαν αποδεικτικά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι προσφεύγοντες κατά πάσα πιθανότητα, θα είχαν εμπλακεί στο αδίκημα του χουλιγκανισμού, εκτός αν κρατούνταν.
Τέλος, το Δικαστήριο το γεγονός ότι τα λιγότερο αυστηρά μέτρα δεν θα αρκούσαν για την αποτροπή του σοβαρού αδικήματος της συμπλοκής. Πριν ξεσπάσουν οι πρώτες συγκρούσεις η αστυνομία είχε υιοθετήσει πολύ προσεκτική και επιεικέστερη προσέγγιση για την αποφυγή συγκρούσεων, κυρίως μέσω του προληπτικού διαλόγου με οπαδούς όταν άρχιζαν οι τελευταίοι να φτάνουν στο γήπεδο το απόγευμα. Η αστυνομία είχε επίσης φροντίσει να θέσει υπό κράτηση μόνο εκείνους, όπως οι προσφεύγοντες, οι οποίοι κατά την εκτίμησή τους, είχαν χαρακτηριστεί ως υποκινητές και δημιουργούσαν κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια. Εξάλλου, ο κίνδυνος αυτός είχε αξιολογηθεί προσεκτικά, καθιστώντας δυνατή από τον Επικεφαλής Επιθεωρητή ο οποίος ήταν επιφορτισμένος με την κράτηση των κρατουμένων, να εκτιμήσει πότε θα πρέπει να απελευθερωθούν.
Συνολικά, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι προσφεύγοντες αφέθηκαν ελεύθεροι μόλις ο κίνδυνος συγκρούσεων είχε ξεπεραστεί, ότι η κράτησή τους δεν διήρκεσε περισσότερο από ό, τι ήταν αναγκαίο για να αποφευχθεί η λήψη περαιτέρω μέτρων για την υποκίνηση της βίας και ότι η εκτίμηση κινδύνου παρακολουθείτο επαρκώς. Τα εθνικά δικαστήρια είχαν επιτύχει μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ του δικαιώματος των προσφευγόντων στην ελευθερία και της σημασίας της πρόληψης του χουλιγκανισμού και δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 5 § 1.