Freud Review - Ο «πατέρας» της ψυχανάλυσης αναγεννιέται στο Netflix
Η πλοκή του «Freud» εστιάζει στην εν λόγω σπουδαία φυσιογνωμία όταν ήταν ακόμη νέος ψυχαναλυτής, και υποτίθεται ότι του ζητείται η συμβολή του στο να διαλευκανθούν κάποιες περιπτώσεις εξαφανίσεων και δολοφονιών το 1886 στη Βιέννη.
Το Freud του Netflix συνιστά ένα ψυχολογικό αστυνομικό δράμα εποχής όπου καθήκοντα δημιουργού επωμίζονται οι Benjamin Hessler, Stefan Brunner και ο Marvin Kren (4 Blocks) ο οποίος κάθεται στην καρέκλα της σκηνοθεσίας, με πρωταγωνιστές τους Robert Finster, Ella Rumpf, και τον Georg Friedrich.
Το cast συμπληρώνουν επίσης οι: Christoph F. Krutzler, Brigitte Kren, Adam Vacula, Marisa Growaldt, Nadiv Molcho, Anja Kling, Philipp Hochmair και η Marie-Lou Sellem.
Ολυμπιακός: Οι λύσεις που δίνει η επιστροφή του Ορτέγκα
Πρόκειται ουσιαστικά για μία γερμανοαυστριακή συμπαραγωγή που μεταφέρει στη μικρή οθόνη μία πιο εναλλακτική αλλά όχι και τόσο πειστική εξιστόρηση για τα πρώιμα στάδια της ζωής και της προσφοράς του διάσημου νευρολόγου και ψυχιάτρου Sigmund Freud, του «πατέρα της σύγχρονης ψυχανάλυσης».
Στη τηλεοπτική αυτή βιογραφία ο Freud ζωντανεύει στο πρόσωπο του Robert Finster. Το project απαρτίζεται από οκτώ επεισόδια συνολικά. Η πλοκή εστιάζει στην εν λόγω σπουδαία φυσιογνωμία όταν ήταν ακόμη νέος ψυχαναλυτής, και υποτίθεται ότι του ζητείται η συμβολή του στο να διαλευκανθούν κάποιες περιπτώσεις εξαφανίσεων και δολοφονιών το 1886 στη Βιέννη.
Ο ίδιος και ένα άτομο που δηλώνει πνευματίστρια, η ‘Fleur Salomé’ (Rumpf) μπλέκουν σε έναν σκοτεινό ιστό ίντριγκας και κινδύνου. Ως ανέλπιστο βοηθό τους στη διαδικασία της εξιχνίασης έχουν έναν επιθεωρητή και βετεράνο πολέμου, τον ‘Alfred Kiss’ (Friedrich).
Το σόου αυτό επιχειρεί να καταπιαστεί με το έργο του Sigmund Freud πλέκοντας λιγάκι αδέξια γύρω από αυτό έναν σκοτεινό μανδύα μυστηρίου και απόκοσμου, με το δεύτερο στοιχείο να καταλήγει να μονοπωλεί περισσότερο το ενδιαφέρον σε σχέση με το πρώτο. Ενώ ο θεατής προσδοκά να δοθεί έμφαση στο κομμάτι των επαναστατικών ψυχολογικών μεθόδων και πειραματισμών που εισήγαγε ο συγκεκριμένος ειδικός για να εξερευνήσει τα αχαρτογράφητα νερά του ψυχισμού του ανθρώπου, εντούτοις η σειρά ρίχνει τελικά το κέντρο βάρους της στο παραφυσικό και στον μυστικισμό κάτι που γεννά αναπόφευκτα μία αμηχανία και απογοήτευση στον δέκτη.
Ναι μεν, χάριν μυθοπλασίας το κοινό δέχεται καλή τη πίστει την ευρηματική επινόηση ότι ο Freud δήθεν ασχολήθηκε με την επίλυση εγκλημάτων, αλλά περιμένει και το ανάλογο: να δει να βρίσκουν πρακτική εφαρμογή οι ριζοσπαστικές θεωρίες του ως προς την καλύτερη κατανόηση της ψυχοσύνθεσης κάποιου χωρίς αυτές να παραγκωνίζονται από μία βολική παρεμβολή περί ανεξήγητου και υπερφυσικού όποτε προκύπτουν νοηματικά κενά και δυστυχώς αυτό συμβαίνει συχνά. Πολλές φορές μάλιστα, παρακολουθεί κανείς ο λόγος του μέντιουμ να επισκιάζει το κύρος του επιστήμονα.
Το ζήτημα του ασυνείδητου, των αρχετυπικών μορφών του, των επιθυμιών, των κινήτρων, των εσωτερικών παρορμήσεων, των πρωτόγονων ενστίκτων, της εμμονής, της φαντασίωσης, της σεξουαλικότητας, του ονείρου, της λογικής και της ηθικής συνείδησης θίγεται με πολύ επιδερμικό, σχεδόν εντυπωσιοθηρικό τρόπο. Παράλληλα, δημιουργούνται ερωτήματα για το θέμα της ενσυναίσθησης κυρίως όσον αφορά τα όρια της σχέσης μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου σε μία συνεδρία.
Το προφίλ του Freud σκιαγραφείται κάπως επιπόλαια, σαν να πρόκειται για έναν γοητευτικό δανδή του καιρού εκείνου που ωστόσο, μπορεί κάλλιστα να υποκύψει στα θέλγητρα μίας ασθενούς η οποία καταφέρνει σχεδόν αβίαστα την χειραγώγησή του. Ο ίδιος μοιάζει να παρασύρεται σε ένα υπερβατικό, αλλόκοτο κυνήγι της αλήθειας, καταφεύγοντας τακτικά για την συνέχιση της μελέτης του, στη χρήση κοκαΐνης κάτι που ναι μεν ισχύει ότι έκανε και ο αληθινός Freud, αλλά στη σειρά η συνήθεια αυτή αγγίζει την έννοια έως και της απόλυτης εξάρτησης.
Επιπλέον, υπάρχουν πολλές ακραίες νοηματικές ακροβασίες όπως όταν κατά τη διάρκεια της ύπνωσης ο πρωταγωνιστής σε κάποια φάση είναι σαν να βυθίζεται ταυτόχρονα στην ίδια ιδιότυπη μέθεξη-παραίσθηση του ατόμου που έχει αναλάβει να κουράρει.
Τα επεισόδια ανάλογα με την θεματική τους φέρουν τίτλους όπως «Υστερία», «Τοτέμ και Ταμπού» κ.ά για τα οποία αφιέρωσε μεγάλο μέρος της γραπτής του πραγματείας ο Freud, όμως πολλές φορές νιώθεις ότι η σύνδεση δεν είναι τόσο ισχυρή ή επιτυχής ανάμεσα σε αυτό που επιδιώκεται να τονιστεί και σε αυτό που εν τέλει εκλαμβάνουμε.
Τα τρία αρχικά επεισόδια πράγματι κατορθώνουν να χτίσουν μία gothic horror αισθητική που συντηρείται και στη συνέχεια, τόσο μέσα από τα ενδύματα, τα σκηνικά, τον εσωτερικό διάκοσμο καθώς και την αρχιτεκτονική διάφορων άλλων χώρων, όμως μία υποβλητική ατμόσφαιρα δεν αρκεί για να σε βάλει για τα καλά στον πυρήνα ενός concept αφού χρειάζονται και άλλα συστατικά πολύ πιο ουσιαστικά για να σε συνεπάρει ένα θέαμα.
Ενώ βαδίζουμε προς τον επίλογο του Freud υπάρχει ακόμη η αμυδρή ελπίδα ότι ίσως να κερδηθεί το χαμένο έδαφος, κάτι που όμως δεν αργεί να διαψευστεί αφού η τελεία φαίνεται να μπαίνει όπως όπως, με πολλές πτυχές της ιστορίας να μην έχουν διαφωτιστεί επαρκώς υποκύπτοντας σε πρόχειρες απλουστεύσεις και αφηγηματικά κόλπα.