Ολυμπιακός: Σλούκας και Μπαρτζώκας είχαν και οι δύο τα δίκια τους
O Κώστας Σλούκας είχε τα δίκια του να ζητάει αυτό που αρμόζει στην κλάση του, ενώ και ο Γιώργος Μπαρτζώκας έπραξε καθαρά με τη νοοτροπία του προπονητή.
Το σίριαλ ανάμεσα στον Κώστα Σλούκα και τον Ολυμπιακό έλαβε τέλος. Ο 33χρονος γκαρντ αποχώρησε από την ομάδα του Πειραιά και πλέον οι ερυθρόλευκοι καλούνται να ζήσουν δίχως τους δύο κορυφαίους παίκτες τους την τελευταία τριετία. Θα είναι μία πρόκληση τόσο για τους Αγγελόπουλους, όσο και για τον Γιώργο Μπαρτζώκα, στο να φτιάξουν και πάλι ένα ισχυρό ρόστερ, αλλά και μία δυνατή ομάδα, η οποία θα καταφέρει να παραμείνει στην ελίτ της Ευρώπης.
Η ασυμφωνία χαρακτήρων ανάμεσα στον Κώστα Σλούκα και τον Γιώργο Μπαρτζώκα δεν έφερε την παραμονή του παίκτη στον Ολυμπιακό. Ο Έλληνας διεθνής γκαρντ εκτιμούσε πως άξιζε να παίζει περισσότερο, όπως και να αξιοποιείται σε ένα περισσότερο ποιοτικό ροτέισον, το οποίο θα μπορούσε να αναβαθμίσει το παιχνίδι του, αλλά και τη δυναμική της ομάδας. Έχοντας ανέκαθεν το θάρρος της γνώμης του, αλλά και εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του, ο 33χρονος πλέι-μέικερ έδειξε ορισμένες φορές ανοιχτά την ενόχλησή του για το γεγονός. Και όσοι βρίσκονται κοντά στην ομάδα, αντιλαμβανόντουσαν πως ο παίκτης αρκετές φορές έμοιαζε με... θηρίο στο κλουβί όταν καθόταν στον πάγκο.
Ολυμπιακός: Αυτό που λείπει από τον Ελ Κααμπί
Σλούκας: «Νιώθω ότι δεν έχω καταφέρει να εμπνεύσω τον ίδιο σεβασμό προς όλους, φεύγω γεμάτος»
Εκείνο το 4ο ματς στην Πόλη
Αν υπάρχει ένα παιχνίδι στο οποίο η υπομονή του αθλητή για το θέμα εξαντλήθηκε, ήταν το τέταρτο ματς των playoffs στην Πόλη απέναντι στη Φενέρμπαχτσε. Στο τρίτο ματς, σε 23 λεπτά μέτρησε 25 πόντους και 6 ασίστ, σημειώνοντας και το νικητήριο καλάθι της αναμέτρησης στο «μπρέικ» μέσα στην Τουρκία. Και στο τέταρτο ματς είδε τον εαυτό του να βλέπει τα τελευταία λεπτά όλα από τον πάγκο. Ναι, δεν ήταν καλός σε εκείνη την αναμέτρηση, αλλά αισθανόταν πως «σου πήρα το ματς σχεδόν μόνος μου στο τρίτο παιχνίδι, δείξε μου εμπιστοσύνη για να σου κάνω και πάλι τη διαφορά στο τέλος. Εμπιστεύσου με και στην όχι καλή μου μέρα». Από εκείνο το ματς και μετά, πολλά άλλαξαν μέσα του (δεν είναι τυχαίο πως από τότε και μετά άρχισε να μιλάει δημόσια για το θέμα), αν και ήταν ξανά πρωταγωνιστής στην πέμπτη αναμέτρηση στο ΣΕΦ που έδωσε την πρόκριση στο Final Four του Κάουνας.
Δεν έκανε ποτέ «βήματα πίσω»
Ο Γιώργος Μπαρτζώκας δεν θέλησε ποτέ να μπει σε διαδικασία συζήτησης, κουβέντας και διαπραγμάτευσης με τον Κώστα Σλούκα, στην προσπάθεια να μείνει στον Ολυμπιακό. Δεν έκανε ποτέ τα λεγόμενα «βήματα πίσω», ούτε και θέλησε να βάλει... νερό στο κρασί του, αν και ήξερε καλά πως αν τα δεν τα έκανε όλα αυτά, θα έχανε τον παίκτη του. Ήταν αποφασισμένος και ξεκάθαρος. «Θέλω τον Κώστα να μείνει, αλλά με τους όρους μου». Δεν θέλησε ποτέ να βάλει το καλό του ενός παίκτη πάνω το καλό της ομάδας (όπως πάντα το κρίνει ο ίδιος) και δεν ένιωσε την ανάγκη να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του σούπερ-σταρ παίκτη του, καθώς αν έκανε τα χατίρια στον έναν, θα έπρεπε να τα κάνει και στον επόμενο. Με τη στάση που κράτησε, ήθελε να στείλει μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση πως εκείνος είναι ο «στρατηγός», αλλά και πως πλέον δεν είναι ο Γιώργος Μπαρτζώκας του 2014, αλλά του 2023. Με σερί νταμπλ, με σερί Final Four, με σερί βραβεία του κορυφαίου κόουτς της EuroLeague.
Δύο προσωπικότητες με κοινά βιώματα
Η αλήθεια είναι πως εδώ έχουμε πέσει στην περίπτωση. Πρόκειται για δύο ανθρώπους, για δύο εξαίρετους και πετυχημένους επαγγελματίες, ο καθένας στον τομέα του, οι οποίοι στο παρελθόν δέχτηκαν αμφισβήτηση. Ο Κώστας Σλούκας... μάτωσε για να δεχτεί την εμπιστοσύνη του Ντούσαν Ίβκοβιτς, βρισκόταν για αρκετές σεζόν πίσω από τον Βασίλη Σπανούλη και ενώ αν και όλοι πάντα είχαν σε εκτίμηση τις δυνατότητές του, δεν έπαιρνε συχνά αυτό που του αναλογούσε στα πρώτα του χρόνια στον Ολυμπιακό. Γνώρισε την αγωνιστική του εκτόξευση στα χρόνια του στη Φενέρμπαχτσε και στην επιστροφή του στο μεγάλο λιμάνι, για την οποία έδωσε αγώνα (δεν ήταν ελεύθερος και έδωσε μάχη για να πείσει τους Τούρκους να τον αφήσουν) ήθελε να επιστρέψει όχι απαραίτητα σαν «βασιλιάς», αλλά σαν ένας πρωτοκλασάτης παίκτης που θα έχει τον σεβασμό που του αρμόζει. Κατά κάποιο τρόπο έψαχνε ανέκαθεν την επιβεβαίωση, κάτι που συμβαίνει σε ανθρώπους, είτε που έχουν αδικηθεί στο παρελθόν, είτε που δεν έχουν λάβει το μέγεθος της αναγνώρισης που τους αρμόζει. Και σε αυτό είχε δίκιο ο Κώστας Σλούκας. Θα λέγαμε πως ένα μέρος του φίλαθλου κόσμου δεν κατάλαβε ποτέ το πραγματικό μέγεθος της αξίας του, ενδεχομένως γιατί η αστραφτερή λάμψη των Βασίλη Σπανούλη και Γιώργου Πρίντεζη επισκίαζε τα πάντα. Ακόμη και τους προπονητές.
Κάτι παρόμοιο ισχύει και για τον Γιώργο Μπαρτζώκα. Όταν κλήθηκε να αντικαταστήσει τον Ντούσαν Ίβκοβιτς το 2012, άπαντες τον έβλεπαν σαν έναν προπονητή που ήρθε από τον Πανιώνιο, ο οποίος βρήκε μία ομάδα έτοιμη, αλλά και πως δεν είχε το εκτόπισμα να διαχειριστεί τους παίκτες και το σύνολο του Ολυμπιακού. Ακόμη και όταν πήρε την EuroLeague το 2013, σημειώνοντας έναν τρομερό άθλο (καθώς είναι ακόμη πιο δύσκολο το να διατηρηθείς στην κορυφή) υπήρχαν φωνές που θεωρούσαν πως εκείνος ο Ολυμπιακός των Σπανούλη-Πρίντεζη-Παπανικολάου-Χάινς-Λο πήγαινε στον... αυτόματο. Δεν ήταν αλήθεια όμως. Είχε την επιρροή του στην ομάδα και εκείνο το σύνολο βελτιώθηκε αγωνιστικά μαζί του, ειδικά στο παιχνίδι των «πέντε εναντίον πέντε».
Παράλληλα, αποχώρησε με έναν απαράδεκτο τρόπο το 2014, δεχόμενος ύβρεις και άγριες συμπεριφορές, μη καταφέρνοντας να κερδίσει σε μεγάλο βαθμό τη στήριξη του κόσμου. Η ομάδα του 2014-2015 που πήρε το πρωτάθλημα, φτάνοντας έως και τον τελικό του Final Four, ήταν στελεχωμένη καθαρά από εκείνον, αρχίζοντας σιγά-σιγά να λαμβάνει την αξία που του αναλογεί. Η πετυχημένη πορεία του στην Κουμπάν και το κάλεσμα της Μπαρτσελόνα, έχοντας παράλληλα και την ικανότητα να βρίσκει παίκτες-λαβράκια, ενίσχυσαν το προπονητικό του προφίλ.
Η επιστροφή του στον Ολυμπιακό το Γενάρη του 2020, είχε τα δικά της τραύματα, σχολιάζοντας πως «ήταν μία επιλογή καθαρά επαγγελματική και καθόλου συναισθηματική», αλλά το αίμα νερό δεν γίνεται και οι επιτυχίες που ακολούθησαν, όπως και η στήριξη του κόσμου, τον έκαναν ξανά να λειτουργεί και με το συναίσθημα. Όμως, επειδή ακριβώς και σε εκείνον η καθολική αναγνώριση άργησε να έρθει, βιώνει πλέον μία περίοδο στην οποία δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του. Και το γεγονός το έχει κερδίσει με τη δουλειά του, αν και ένα από τα χαρίσματα των σπουδαίων προπονητών, είναι και να διαχειρίζονται έξυπνα και σωστά τους σπουδαίους παίκτες και τις σημαντικές προσωπικότητες.
Το θέμα, όμως, είναι πως όταν αυτοί οι δύο χαρακτήρες συναντιούνται σε μία ομάδα, δεν είναι εύκολο να πορευτούν μαζί για αρκετά χρόνια, όταν ο καθένας δεν κάνει «βήματα πίσω», αναζητώντας σε κάθε στιγμή την αναγνώριση και την επιβεβαίωση. Είχαν και έχουν και οι δύο τα δίκια τους, αλλά στο τέλος χαμένος βγαίνει ο Ολυμπιακός, καθώς έχασε έναν σπουδαίο και γηγενή παίκτη, με ένδοξο παρελθόν στον σύλλογο. Έναν γκαρντ που είναι δύσκολο να τον βρεις στην αγορά. Μόνο ο χρόνος θα δείξει το ποιος έπραξε σωστά. Είμαστε σίγουροι πάντως πως κάποια στιγμή, κατά τη διάρκεια της νέας σεζόν, και οι δύο θα κάνουν δεύτερες σκέψεις για τον τρόπο που χειρίστηκαν την υπόθεση στις αρχές Ιουλίου.