Ο Βαμβακάρης είχε άχτι τον Χιώτη, γιατί του έκοψε τον καφέ

Επεισόδιο από τα προϊστορικά χρόνια του ρεμπέτικου στον Πειραιά

Ο Βαμβακάρης είχε άχτι τον Χιώτη, γιατί του έκοψε τον καφέ

Ο Γιώργος Μπάτης ήταν μια πληθωρική μορφή, από αυτές που θεμελίωσαν το ρεμπέτικο ως μουσικό είδος και όρισαν τους κώδικες, τα όργανα και το ύφος των πρώτων τραγουδιών αλλά και των πρώτων ρεμπετάδικων στην Ιστορία.

Αμφιλεγόμενος και πολυπράγμων ο Μπάτης διατηρούσε εκτός των άλλων και καφενείο (τεκέ) στον Πειραιά, όπου μαζεύονταν όλοι οι επίδοξοι ρεμπέτες για να μάθουν τα κόλπα του μαγικού οργάνου που λέγεται μπουζούκι αλλά και να μυηθούν στα συμφραζόμενα της ρεμπέτικης ζωής.

Το 1932 ο Μπάτης δημιούργησε την πρώτη ρεμπέτικη κομπανία. Επιστράτευσε τον εκδοροσφαγέα Μάρκο Βαμβακάρη, τον Στράτο Παγιουμτζή και τον Ανέστη Δελιά, σχηματίζοντας την περιβόητη λαϊκή μπάντα υπό τον τίτλο: «Η τετράς του Πειραιά».

Ανάμεσα στους τέσσερις αυτούς πρωτοπόρους, στα χρόνια που ακολούθησαν, ξεχώρισε φυσικά η πατριαρχική φιγούρα του Μάρκου Βαμβακάρη ο οποίος για την εποχή εθεωρείτο δεξιοτέχνης μπουζουξής και μεγαλοφυής συνθέτης.

Είναι η αλήθεια ότι η πενιά του είχε κάτι το μοναδικό και τα τραγούδια του δεν ξεπεράστηκαν ποτέ από κανένα. Ωστόσο τα μουσικά ήθη εξελίσσονταν, νέα ταλέντα ξεπετάγονταν στο χώρο και μια μέρα πέρασε από το καφενείο του Μπάτη ένας νεαρός, ονόματι Μανώλης Χιώτης, που έπιανε το μπουζούκι και το έκανε φύλλο και φτερό.

Εντυπωσιασμένος ο Μπάτης αποφάσισε να πικάρει τον Μάρκο Βαμβακάρη που τους έκανε τον σπουδαίο. Ο Συριανός ερχόταν κάθε πρωί κι έπινε τον καφέ του τζάμπα από τα χεράκια του Μπάτη.

Μια μέρα όμως ο Μπάτης του το ξέκοψε: «Από σήμερα κομμένος ο καφές!»

Ο Μάρκος παραξενεύτηκε και ζήτησε τον λόγο. Τότε ο συνεργάτης του απάντησε:

«Σύρε να μάθεις το μπουζούκι όπως το παίζει ο νεαρός Χιώτης και μετά να έχεις μούτρα να μπαίνεις στο μαγαζί μου».

Λέγεται πως ο Μάρκος τον είχε άχτι τον μικρό και για καιρό έλεγε δεξιά κι αριστερά:

«Το κωλόπαιδο με ξεφτίλισε. Με τι κούτελο να βγω στην κοινωνία!»

Την εποχή εκείνη ο Χιώτης χτυπούσε σε δισκάκι ένα τραγούδι του με τη φωνή του Στράτου Παγιουμτζή.