Το τραγούδι που λάτρεψαν αριστεροί και δεξιοί στον εμφύλιο πόλεμο

Το τραγούδι «Κάποια μάνα αναστενάζει» έγινε δημοφιλές, λόγω του αντιπολεμικού του μηνύματος και αποτέλεσε το συνδετικό κρίκο εθνικής επαφής  σε ένα λαό που βρισκόταν στη  δίνη του εμφυλίου πολέμου.

Το τραγούδι που λάτρεψαν αριστεροί και δεξιοί στον εμφύλιο πόλεμο

Στρατιώτες και αντάρτες το τραγουδούσαν στα πεδία συγκρούσεων και μέσα στο κλίμα μιας εμφύλιας σύρραξης, και σώπαιναν άπαντες, όταν ακουγόταν από το ραδιόφωνο, χάρη στη γλύκα που μετέφερε στις ψυχές των αντιπάλων.

Ο Βασίλης Τσιτσάνης σε συνέντευξή του στον Σταθη Γκώντλετ αναφέρει για το τραγούδι: «Επί ανταρτοπολέμου μου κόψανε το "Κάποια μάνα αναστενάζει". Το τραγούδι αυτό είχε κυκλοφορήσει σε δίσκους, δεν έφταιγε σε τίποτα, όμως είχε παραποιηθεί ο τρίτος στίχος, και οι μεν λέγανε «να γυρίσει ο λεβέντης απ’ τη μαύρη Ικαριά», οι δε «απ’ το τάγμα του Κρανιά», αντί του πραγματικού «απ’ τη μαύρη ξενητιά». Περιττό είναι να υπενθυμίσω ότι η τεράστια επιτυχία αυτού του τραγουδιού οφείλεται στην «φανταστική», όπως γράψανε, μουσική του».

Υπάρχει και μία τέταρτη στροφή του τραγουδιού η οποία δεν συμπεριλήφθηκε στην ηχογράφηση αλλά διαδόθηκε από στόμα σε στόμα:

Πίκρες, πόνοι τηνε δέρνουν κι είναι πάντα σκεφτικιά,

Βασανίζεται η δόλια, μα το γιό της δεν ξεχνά.

Μετά την ήττα οι εξόριστοι στην Μακρόνησο παράλλαξαν την τελευταία στροφή και την προσάρμοσαν στην τραγική κατάσταση που βίωναν:

Με υπομονή προσμένει και λαχτάρα στη ψυχή

Ο λεβέντης να γυρίσει απ’ τη μαύρη φυλακή.

Το τραγούδι έγινε αιτία χρόνιας διαμάχης του Βασίλη Τσιτσάνη με τον Μπάμπη Μπακάλη. Ο Μπακάλης κατηγόρησε τον Τσιτσάνη ότι το «Κάποια Μάνα αναστενάζει» προέκυψε μετά από σημαντικές αλλαγές που έκανε ο συνθέτης στο τραγούδι που του έδωσε με τίτλο «Ζητά να μάθει που είναι ο γιός της». Η διαφορά διευθετήθηκε χρόνια αργότερα (1964) όταν ο Τσιτσάνης παραχώρησε στον Μπακάλη το 25% των δικαιωμάτων του τραγουδιού.