Όταν ο Θανάσης Βέγγος σφουγγάρισε το στούντιο και μετά «ράπαρε» σε τραγούδι του Φοίβου Δεληβοριά
Ο δημοσιογράφος και ραδιοφωνικός παραγωγός, Μιχάλης Γελασάκης, αποκάλυψε την άγνωστη συνεργασία του Θανάση Βέγγου με τον Φοίβο Δεληβοριά, με ανάρτησή του στο facebook.
Παρατίθεται αυτούσια η ανάρτηση του Μ. Γελασάκη
Ο Φοίβος Δεληβοριάς αφηγείται: “Ήταν 1994 και είχα φτιάξει ένα τραγούδι ραπ, επηρεασμένος από τις πρώτες ακροάσεις χιπ-χοπ με φίλους απ’την Καλλιθέα (ένας απ’αυτούς ήταν κι ο Πρύτανης των μετέπειτα Ημισκουμπρίων). Όταν είδα πως δυσκολευόμουν να καβαλήσω τρέχοντας τον χρόνο με τον οποίο έπεφταν οι συλλαβές πάνω στο μπιτ, σκέφτηκα πως μόνο ένας άνθρωπος μπορούσε να με βοηθήσει.Το πώς τον βρήκαμε και πώς δέχτηκε να τραγουδήσει, είναι μια ιστορία με τη δική της αξία στη ζωή μου, οπότε δεν βρίσκω το λόγο –ακόμα- να την μοιραστώ.
Ολυμπιακός: Ο Φουρνιέ κάνει τη διαφορά
*Αυτό όμως που μπορώ να σας διηγηθώ, είναι το τι συνέβη όταν ήρθε τελικά στο στούντιο. Ανήσυχοι, ο Θύμιος, ο Σωτήρης Παπαδόπουλος κι εγώ, βάλαμε το τραγούδι να παίζει.Ο Βέγγος είχε μια σχεδόν πανικόβλητη έκφραση στο πρόσωπό του, κοίταζε δεξιά κι αριστερά σαν χαμένος. Αισθάνθηκα φρικτά. Το ψέμα της παιδικής μου ηλικίας, μάλλον ήταν γραφτό να παραμείνει ψέμα. Σηκώθηκα αποφασιστικά και του είπα « Κύριε Βέγγο, αν δεν σας αρέσει το τραγούδι, στ’ αλήθεια δεν υπάρχει κανένας λόγος να αισθάνεστε υποχρεωμένος να το πείτε.»
Με κοίταξε σαν να τον ξυπνούσα από όνειρο και είπε «Όχι, δεν φταίει το τραγούδι. Το στούντιο θέλει σφουγγάρισμα!»Μας ζήτησε, λοιπόν, σφουγγαρίστρα και κουβά και αφού έκανε τον θάλαμο λαμπίκο, μπήκε και το τραγούδησε με την πρώτη.Δεν έβγαλα καμιά φωτογραφία εκείνη τη μέρα. Θα ήταν πολύ χαζό να προσπαθήσω να παγώσω τον χρόνο και μ’ αυτόν τον τρόπο. Είχαμε αποτυπώσει το τρέξιμο του Βέγγου σε μια ηχογράφηση. Κι αυτό ήταν αρκετό.»Αυτά έλεγε ο Φοίβος το 2010.
Πριν λίγο καιρό τελικά μοιράστηκε την ιστορία: Ο Θύμιος Παπαδόπουλος που δούλευαν μαζί γνώριζε μία φίλη του Βέγγου και πήγαν στο θέατρο που έκανε πρόβες. Εκεί, επειδή είχε σπάσει το πόδι του και κυκλοφορούσε με πατερίτσες, ο Βέγγος τον βοήθησε πολύ και του ζήτησε να συμμετέχει στο τραγούδι του, αλλά ευγενικά του αρνήθηκε, γιατί δεν προλάβαινε. Παρόλα αυτά την επόμενη μέρα, τον πήρε τηλέφωνο και του είπε ότι «δεν μπορεί να πει όχι σε έναν 20χρονο που προσπαθεί».
«Φυσικά τον βομβάρδισα με ερωτήσεις. Ήμουν αχόρταγος, ακόμα είμαι με τους ανθρώπους που αγαπώ και θαυμάζω», είπε ο Δεληβοριάς.
Ακούστε το επίμαχο τραγούδι εδώ:
Ο Βέγγος με μικρόφωνο για δεύτερη φορά
Το δεύτερο δισκογραφημένο τραγούδι με τη συμμετοχή του Βέγγου είναι “Η Μπαλάντα των σκουπιδιών” από “Τα Μυστικά Του Κήπου” του Νίκου Κυπουργού (2001).Ο Νίκος Κυπουργός για τη συμμετοχή του Βέγγου σε αυτό το τραγούδι έχει πει στον Αντώνη Μποσκοΐτη:
“Όταν κάναμε το casting για το άλμπουμ, νομίζω ότι ο στιχουργός Σταμάτης Δαγδελένης είχε την ιδέα της συμμετοχής του Βέγγου. Δεν ήταν καθόλου θετικός στην αρχή και μου έλεγε όλο επιφύλαξη “Μαέστρο μου, θα σας απογοητεύσω, έχω μεγαλώσει και δε θα μπορώ να τα πω όπως παλιά”…Εγώ πάλι του έλεγα “Ας το δοκιμάσουμε κι αν δεν σας αρέσει, δεν θα το κρατήσουμε”.
Πιστεύω όμως ότι οι όποιοι φόβοι του παρακάμφθηκαν από τη στιγμή που του είπα να το κάνει για τον εγγονό του. Ήρθε στο στούντιο, γράψαμε μόνο το δικό του μέρος κι έπειτα μπήκαν οι φωνές των άλλων δύο ερμηνευτών.
Μάλιστα, ο Δαγδελένης τράβηξε κι ένα ωραίο βίντεο απ’ τη συγκεκριμένη συνάντηση μας. Του έλεγα “Καθίστε να πιούμε ένα καφέ” κι απαντούσε “Δεν κάθομαι ποτέ εγώ, φοβάμαι μη με πιάσουν” (γέλια). Και πραγματικά, στο αυτοκίνητο μέσα τον θυμάμαι να κάθεται, αφού μόνο εκεί δε μπορούσε να είναι όρθιος! “Αχ, πολύ σας βασανίζω” μας έλεγε, κατά τη διάρκεια των εγγραφών του τραγουδιού.
Όταν του το έστειλα λίγο καιρό μετά, τελειωμένο, έδειξε να το έχει ευχαριστηθεί πολύ! Κάτι άλλο που θέλω να καταθέσω είναι ότι πρωτογνώρισα τον Θανάση Βέγγο μεσ’ στη χούντα, το 1972 ή το ΄73, όταν πήγα και τον είδα στην ανατρεπτική παράσταση “Ο τρελός του λούνα-παρκ”, όπου μετά του έδωσα συγχαρητήρια στα καμαρίνια.
Τριάντα χρόνια μετά, μού είπε “Κι όμως, μαέστρο μου, εγώ σας θυμάμαι”, πράγμα που θεωρώ τελείως απίθανο, αλλά και πολύ ενδεικτικό της γλυκύτητας και ευγένειας του (…) »