Ψαθάς και Παπανδρέου συλλαμβάνονται - Γιατί ο ένας φορούσε πιτζάμες και ο άλλος κοστούμι
«Εμένα φίλτατε, συνέβη ως εξής…», ξεκίνησε να περιγράφει τη σύλληψή του ο Γεώργιος Παπανδρέου. Γιατί όλοι οι συλληφθέντες από τη χούντα, μεταξύ αυτών και ο Δημήτρης Ψαθάς ήταν με τις πιτζάμες τους, όχι όμως ο «Γέρος της Δημοκρατίας».
Δημήτρης Ψαθάς, από την Τραπεζούντα, πολυγραφότατος Έλληνας χρονογράφος, δημοσιογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Σύμβουλος της Εταιρίας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων καθώς και μέλος της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ).
Ολυμπιακός: Οι λύσεις που δίνει η επιστροφή του Ορτέγκα
Γεώργιος Παπανδρέου, μία από τις πιο επιφανείς προσωπικότητες της νεότερης πολιτικής ιστορίας της Ελλάδας. Διετέλεσε τρεις φορές Πρωθυπουργός της Ελλάδας (1944-1945, 1963, 1964-1965), Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης τα χρόνια 1950-1952 και πολλές φορές Υπουργός, με πρώτη υπουργική θητεία στην επαναστατική κυβέρνηση του 1922. Υπήρξε φίλος, συνεργάτης και διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Ελευθερίου Βενιζέλου. Γνωστός με το προσωνύμιο «Γέρος της Δημοκρατίας».
Ψαθάς και Παπανδρέου βρέθηκαν το ίδιο βράδυ σε στρατιωτικό θάλαμο του καταυλισμού του «Συγκροτήματος Τεθωρακισμένων» στο Γουδή. Είχαν συλληφθεί και οι δύο κατά το Πραξικόπημα της 21ης Απριλίου. Μαζί τους και αρκετοί ακόμα που είχαν συλληφθεί και φορούσαν άπαντες τις πυτζάμες τους. Άπαντες, πλην ενός, του Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος φορούσε το κοστούμι του κάτι που παρατήρησε ο Ψαθάς. Ρώτησε λοιπόν τον «Γέρο της Δημοκρατίας».
«Εμένα φίλτατε, συνέβη ως εξής…», ξεκίνησε να περιγράφει τη σύλληψή του ο Γεώργιος Παπανδρέου. Τι συνέβη εκείνη την ημέρα διηγήθηκε ο Δημήτρης Ψαθάς στο χρονογράφημα του που δημοσιεύτηκε στα Νέα στις 22/4/1972. Επίσης, κυκλοφόρησε μετά το θάνατό του στη συλλογή χρονογραφημάτων του με τίτλο «Στου κουφού την πόρτα».
Τι έγραφε ο Δημήτρης Ψαθάς:
«… Βρισκόμαστε σε στρατιωτικό θάλαμο του καταυλισμού τού “Συγκροτήματος Τεθωρακισμένων” -στο επάνω πάτωμα- με τα παράθυρα κλειστά και φρουρούς στρατιώτες με εφ’ όπλου λόγχη -ακόμα και μέσα στο θάλαμο- και καθώς έβλεπα όλους με πιτζάμες πλην του αρχηγού του Κέντρου (Γ. Παπανδρέου) νόμιζα ότι ετοιμαζόντουσαν να ξαπλώσουν, στα πέρα για πέρα, κατά μήκος του θαλάμου, στρωμένα άδεια στρατιωτικά κρεβάτια.
Οι πιτζάμες, ωστόσο -όπως μου εξήγησαν- δεν είχαν την έννοια του ξαπλώματος, αλλά του… ξεσηκώματος, γιατί έτσι τους είχαν φέρει όλους, άρον-άρον απ’ τα κρεβάτια των σπιτιών τους, στις δύο το πρωί, όπως είπα, εν σπουδή, χωρίς να τους αφήσουν να πάρουν μαζί τους τίποτα, ούτε καν ένα κοστούμι.
– Εσείς, κύριε πρόεδρε, όμως;… Σας βλέπω ντυμένον…
Χαμογέλασε ο Παπανδρέου:
– Εμένα φίλτατε, συνέβη ως εξής: Εκοιμόμουν βαθιά, όταν εξύπνησα από ένα θόρυβον. Άνοιξα τα μάτια μου και βλέπω ξαφνικά επάνω απ’ το κρεβάτι μου ένα λοχαγόν εν στολή, μαύρον την θέαν, που κρατούσε ένα πιστόλι και μου έλεγε με προφανή εκνευρισμόν: “Σηκωθείτε κ. πρόεδρε! Σηκωθείτε γρήγορα κ. πρόεδρε!”. Ίσως ήταν μαύρος ή πολύ μελαψός, ίσως μου εφάνη έτσι, καθώς είχα τόσον απότομα ξυπνήσει. Η πρώτη σκέψις που έκανα ήταν “Θα με εκτελέσει!”. Αλλά εκείνος… δεν με εκτελούσε! Εκρατούσε μόνον το πιστόλι και επαναλάμβανε: “Γρήγορα κ. πρόεδρε! Σηκωθείτε, κ. πρόεδρε!” Η εντύπωσις που εσχημάτισα ευθύς αμέσως ήτο ότι εκείνος… εφοβείτο περισσότερον από εμένα! “Στάσου παιδί μου, του έλεγα, να ντυθώ, να βάλω τα παπούτσια μου!”. Εσηκώθηκα απ’ το κρεβάτι μου και άρχισα να ντύνομαι, ενώ ο άνθρωπός μου αγωνιούσε συνεχώς και μου επαναλάμβανε σπασμωδικά: “γρήγορα κ. πρόεδρε, γρήγορα κ. πρόεδρε!”. Αλλά εγώ, όταν αντελήφθην ότι δεν είχε εντολήν να με εκτελέσει, ησύχασα, εντύθηκα με όσην άνεσιν επέτρεπε η περίστασις, η οποία οπωσδήποτε δεν ήταν ιδεώδης για να φτιάξει κανείς εξαιρετικά περιποιημένην τουαλέταν! Όταν λοιπόν έβαλα τις κάλτσες και τα παπούτσια μου, του είπα του ανθρώπου μου ότι ήμουν εις την διάθεσίν του και τότε μόνον είδα την ανακούφισιν, ζωγραφισμένην εις το πρόσωπόν του. Με οδήγησεν εις το αυτοκίνητον που επερίμενε, και έφθασα εδώ, υπό συνοδείαν και άλλων.
– Και πώς αισθάνεσθε τώρα, κ. πρόεδρε; τον ρώτησα
– Να σας πω, φίλτατε. Ειλικρινώς σας λέω ότι ήμουν αδιάθετος από γρίπην. Όλη αυτή η ιστορία, όμως με… εθεράπευσε. Αισθάνομαι… περδίκι!
Και πραγματικά ήταν τόσο ευδιάθετος, όσο στην κανονική ζωή του…».