«Για τον ΠΑΣ χάλασα τη συμφωνία με την ΑΕΚ»
Ο παλιός διεθνής άσος, Νίκος Λιάκος, αφηγείται στο «ΦΩΣ» τις μεγάλες στιγμές που έζησε στα γήπεδα με τον ΠΑΣ Γιάννινα.
Όταν συζητάς με παίκτες σαν τον Νίκο Λιάκο, είναι σαν να ξεφυλλίζεις σελίδες ιστορίας. Σαν να βλέπεις μια ταινία με πρωταγωνιστή έναν 18χρονο πιτσιρικά από την Ηγουμενίτσα, που τον έκλεψε στην κυριολεξία μέσα από τα χέρια του Βύζαντα Μεγάρων ο ΠΑΣ Γιάννινα, που μπήκε σε μια μεγάλη αρένα με παίκτες-μεγαθήρια και έγινε εξίσου καλός, πολύ καλύτερος από τους περισσότερους, κάνοντας μεγάλη καριέρα στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Αυτός είναι ο Νίκος Λιάκος, που έζησε τον μεγάλο ΠΑΣ Γιάννινα στη δεκαετία του ’70 με όλες τις επιτυχίες και τις συγκλονιστικές στιγμές που έκαναν περήφανους χιλιάδες Ηπειρώτες. Κλήθηκε στην εθνική ομάδα από τον Αλκέτα Παναγούλια, πήρε μεταγραφή στον ΠΑΟΚ, ξαναγύρισε στα Γιάννινα και έκλεισε τον ποδοσφαιρικό κύκλο στον Θεσπρωτό Ηγουμενίτσας, εκεί όπου τον άνοιξε σε ηλικία 16 ετών. Στη σημερινή συνέντευξη στο «ΦΩΣ» λέει καταπληκτικές ιστορίες για τη μεγάλη διαδρομή στα γήπεδα. Ο Νίκος Λιάκος ήταν από τα μεγαλύτερα ταλέντα που βγήκαν από τις αλάνες της Ηπείρου. Ένα πραγματικό ποδοσφαιρικό διαμάντι, που μεγαλούργησε με τη φανέλα του ιστορικού ΠΑΣ Γιάννινα. Μακάρι να γύριζαν τα χρόνια πίσω για να τον έβλεπαν να παίζει ποδόσφαιρο και οι νεότεροι φίλαθλοι. Δεν θα πούμε περισσότερα για εισαγωγή. Ας αφήσουμε τον Νίκο Λιάκο να μας πει όσα έζησε για πολλά χρόνια στα γήπεδα.
Νίκο, να το πάρουμε λίγο από την αρχή. Πώς ξεκίνησες το ποδόσφαιρο;
Ολυμπιακός: Ψάχνοντας το εύκολο γκολ...
Όπως όλα τα παιδιά, έτσι και εγώ έπαιζα από μικρός στις αλάνες της Ηγουμενίτσας. Τελειώναμε το σχολείο και πηγαίναμε για μπάλα. Εκεί με ανακάλυψε ο Νίκος Βασιάδης, μια ηγετική μορφή του ποδοσφαίρου της περιοχής, και σε ηλικία 16 ετών με πήγε στον Θεσπρωτό. Αυτός έκανε τα πάντα. Ήταν ποδοσφαιριστής, προπονητής, παράγοντας. Από αυτόν έπαιξαν μπάλα πολλά παιδιά της περιοχής. Πρώτη φορά μπήκα σε τόσο μεγάλο γήπεδο, αφού έβγαλα δελτίο και γρήγορα έγινα βασικός. Μετά από δύο χρόνια έγινε η μεταγραφή μου στον ΠΑΣ Γιάννινα.
Μια μεταγραφή που έμοιαζε με σενάριο ταινίας, σύμφωνα με όσα έγραψαν οι εφημερίδες της εποχής.
Ήθελε ο Θεός να πάω στον ΠΑΣ, την τελευταία στιγμή, πριν υπογράψω στον Βύζαντα Μεγάρων. Άκου να δεις τι έγινε και πώς κάποια πράγματα είναι γραφτό από τη μοίρα να γίνουν.
Πριν εξιστορήσεις τα γεγονότα, πες μας πρώτα ποιος σε πρότεινε στον ΠΑΣ;
Δεν με πρότεινε κανένας, αλλά από καθαρή τύχη έγιναν όλα όσα έγιναν. Εγώ έπαιζα στον Θεσπρωτό από 16 ετών. Δεν είχα τελειώσει το εξατάξιο τότε Γυμνάσιο ακόμη. Σε ένα ματς για το σχολικό πρωτάθλημα Ηπείρου το δικό μου σχολείο έπαιξε στα Γιάννινα με το σχολείο στο οποίο ήταν γυμναστής ο Γιώργος Σιόντης, αρχηγός τότε του ΠΑΣ Γιάννινα. Ο Σιόντης έκανε τον διαιτητή στον αγώνα των σχολείων όπου εγώ πήγα πολύ καλά. Δεν ήρθε να μου πει εμένα κάτι. Πήρε τα στοιχεία μου από τους καθηγητές και τα έδωσε στη διοίκηση του ΠΑΣ για να φροντίσουν άμεσα να αποσπάσουν την υπογραφή μου και να πείσουν τον Θεσπρωτό να με αφήσει ελεύθερο.
Για ποια εποχή μιλάμε;
Παίξαμε για το σχολικό πρωτάθλημα την άνοιξη του 1974. Έφτασε το καλοκαίρι και είχαν ξεκινήσει οι μεταγραφές. Στον Θεσπρωτό είχα προπονητή τον παλιό παίκτη του Βύζαντα Μεγάρων, Τάσο Σουρούνη. Αυτός με πρότεινε στον Βύζαντα. Πράγματι, πριν ακόμα εμφανιστεί στο προσκήνιο ο ΠΑΣ, ήρθαν στην Ηγουμενίτσα άνθρωποι από τη διοίκηση του Βύζαντα για να κλείσουν τη μεταγραφή μου. Το ραντεβού ήταν στο φαρμακείο ενός ξαδέλφου μου. Και εκεί που είχαμε τα χαρτιά πάνω στο τραπέζι για να υπογράψω στον Βύζαντα, μπαίνει τυχαία στο φαρμακείο ο Σιόντης, που έκανε διακοπές. Λες και τον έστειλε εκείνη τη στιγμή ο Θεός. Μόλις του λέμε ότι κλείνει η μεταγραφή στον Βύζαντα, αντέδρασε έντονα και μου λέει να μην υπογράψω γιατί θα με πάρουν στον ΠΑΣ Γιάννινα. Τηλεφώνησε αμέσως στον πρόεδρο. Συγχρόνως, κατά καλή τύχη, εμφανίστηκε και ο γραμματέας της διοίκησης του ΠΑΣ, ονόματι Βασιλείου, που είχε καταγωγή από την Καστοριά. Γύριζε στα Γιάννινα από την Κέρκυρα, αφού είχε κλείσει τη μεταγραφή του Μπρεντάνου.
Μιλάμε για σενάριο επιστημονικής φαντασίας!
Άκου να δεις τη συνέχεια. Οι παράγοντες του Βύζαντα μού έλεγαν ότι στα Μέγαρα θα παίξω σίγουρα, ενώ στον ΠΑΣ δεν θα με προσέξουν, γιατί είναι οι Αργεντινοί ποδοσφαιριστές και είναι δύσκολο να παίξει στα Γιάννινα νέος παίκτης. Εγώ τότε δεν είχα κλείσει τα 18 μου χρόνια, ούτε είχα τελειώσει το Γυμνάσιο. Ο Βασιλείου είχε εντολή από τη διοίκηση του ΠΑΣ εκείνη την ώρα να με πάρει με ταξί από το φαρμακείο και να πάμε στα Γιάννινα, με σκοπό υπογράψω στην ομάδα. Μιλώ για λίγο με τον πατέρα μου για το τι πρέπει να κάνω. Να πάω στον Βύζαντα ή στον ΠΑΣ Γιάννινα; Μου λέει ο πατέρας μου «αποφάσισε εσύ». Του λέω «θα πάω στον ΠΑΣ. Αν παίξω, καλώς, αν δεν παίξω, θα γυρίσω πάλι στον Θεσπρωτό». «Εντάξει» μου λέει, «πήγαινε». Αμέσως με βάζουν στο ταξί και με έφεραν στα Γιάννινα. Την επόμενη μέρα πήγα στα γραφεία για να υπογράψω. Μου λέει ο Παύλος Νασιάκος ότι θα ξεκινήσω με την εφηβική ομάδα, στην οποία προπονητής ήταν ο Θανάσης Δρούγιας, και στη συνέχεια θα μπω στη μεγάλη ομάδα. Εγώ αντέδρασα, γιατί μου είπαν ότι θα πάω στη μεγάλη ομάδα. Επίσης, πώς θα ζούσα μόνος μου στα Γιάννινα αφού έπρεπε να πάω και στο σχολείο; Μου είπαν ότι θα προπονούμαι με τη μεγάλη ομάδα, αλλά θα αγωνίζομαι με την εφηβική. Έτσι και έγινε. Μετά από δύο μήνες με εισήγηση του Αντώνη Γεωργιάδη έγινα επαγγελματίας στα 18 μου χρόνια.
Έκανες ένα τεράστιο άλμα σε μικρή ηλικία.
Συμφωνώ απόλυτα, ήταν μεγάλο το άλμα που έκανα. Όμως ήμουν συνειδητοποιημένος και πολύ προσγειωμένος. Δεν περίμενα αμέσως να πάρω φανέλα και να αγωνιστώ. Ήμουν ακόμη άπειρος, αδύναμος, μου έλειπαν προπονήσεις, έπρεπε να δουλέψω περισσότερο, καθώς άλλες προπονήσεις έκανε ο Θεσπρωτός στο τοπικό πρωτάθλημα και άλλες ο ΠΑΣ Γιάννινα στην Α’ Εθνική. Είχα υπομονή, πίστη ότι μπορώ να πετύχω και δεν εκβίαζα τον χρόνο. Την πρώτη χρονιά έπαιξα σε λίγα παιχνίδια, την επόμενη περισσότερα, ώσπου καθιερώθηκα σε εκείνη τη μεγάλη ομάδα του ΠΑΣ Γιάννινα στη δεκαετία του ’70 που έγραψε μεγάλη Ιστορία. Ήμουν ο μικρότερος σε ηλικία ποδοσφαιριστής.
Πώς ένιωσες όταν μπήκες για πρώτη φορά στα αποδυτήρια, δίπλα σε πολύ σημαντικούς για εκείνη την εποχή ποδοσφαιριστές;
Ένιωσα δέος. Έγινα συμπαίκτης με παίκτες που έβλεπα φωτογραφίες τους στις εφημερίδες. Μου φέρθηκαν όλοι πάρα πολύ καλά. Οι Αργεντινοί παίκτες αλλά και οι Έλληνες ήταν δίπλα μου, μου έδιναν συμβουλές και παράλληλα τα καλά σχόλια που έκαναν για μένα στις προπονήσεις μού έδιναν δύναμη και υπομονή για να αντεπεξέλθω στις υποχρεώσεις μου. Δίπλα σε αυτούς έμαθα να σκέφτομαι πιο ώριμα, να έχω επαγγελματική συμπεριφορά και να αντιμετωπίζω ψύχραιμα και ρεαλιστικά όλες τις καταστάσεις.
Πρώτος προπονητής σε επαγγελματικό επίπεδο ο Αντώνης Γεωργιάδης;
Έμαθα πολλά από τον κυρ Αντώνη, αιωνία η μνήμη του, αφού έφυγε πρόσφατα από τη ζωή. Έμαθα πολλά από αυτόν για το ποδόσφαιρο και τη ζωή. Αισθάνομαι τυχερός που στο ξεκίνημα της επαγγελματικής καριέρας μου στην Α’ Εθνική τον είχα για τέσσερα χρόνια προπονητή. Μόνο τη σεζόν 1976-77 είχαμε προπονητή τον Ζέτσεφ. Ήταν και αυτός πολύ καλός προπονητής, με μεγάλες εμπειρίες στα γήπεδα, αφού για πολλά χρόνια ήταν αρχηγός της Εθνικής Βουλγαρίας. Ο Ζέτσεφ προώθησε και πολλά νέα παιδιά, όπως ήταν οι Παπαχρήστου, Παπαγγέλης, Πρίσκας, Μάιπας και άλλοι. Βασικοί όμως όλοι αυτοί έγιναν την επόμενη χρονιά με προπονητή τον Γεωργιάδη. Ο κυρ Αντώνης βοήθησε πολλά παιδιά. Όταν ήρθε ο Γκμοχ, 6-7 παιδιά στην ενδεκάδα ήταν Γιαννιώτες, Ηπειρώτες. Κάθε χρόνο ένας πιτσιρικάς μπορεί να προωθηθεί σε μια ομάδα. Τέσσερις όμως νέοι παίκτες είναι δύσκολο. Ο Αντώνης Γεωργιάδης είχε τον τρόπο να διατηρήσει την ομάδα σε υψηλά επίπεδα, αλλά και να προωθήσει νέα παιδιά, όπως εμένα το 1974 και τη γενιά των Παπαχρήστου, Πρίσκα, Μάιπα, Παπαγγέλη μετά.
Την πρώτη φορά αγωνίστηκες για δέκα συνεχόμενα χρόνια στον ΠΑΣ, πριν πάρεις μεταγραφή τον Δεκέμβριο του 1984 για τον ΠΑΟΚ. Θα έλεγα ότι έπαιξες στα καλύτερα χρόνια της Ιστορίας του ΠΑΣ. Νιώθεις ότι είσαι μέρος της;
Είμαι ίσως ο μοναδικός παίκτης που είχε μια συνεχόμενη δεκαετία στην Α’ Εθνική με τη φανέλα του ΠΑΣ. Έζησα πραγματικά μεγάλες στιγμές, μεγάλες επιτυχίες, συναισθήματα που τα θυμάσαι για όλη σου τη ζωή. Για όλα τα μεγάλα παιχνίδια που ξεσήκωναν τον κόσμο και χρωμάτισαν την Ιστορία, λέω με καμάρι και περηφάνια ότι ήμουν και εγώ στο γήπεδο, στους αγωνιστικούς χώρους. Είμαι περήφανος που φόρεσα 14 χρόνια τη φανέλα του ΠΑΣ.
«Μεγάλη και θρυλική ομάδα ο ΠΑΣ»
Μεγάλη ομάδα ο ΠΑΣ, όπως τον περιγράφουν οι παλιότεροι δημοσιογράφοι αλλά και φίλαθλοι;
Πολύ μεγάλη ομάδα, θρυλική ομάδα. Ειδικά στα εντός έδρας παιχνίδια ήταν πολύ δύσκολος αντίπαλος για την κάθε ομάδα. Είχε μεγάλους παίκτες. Ο ένας βρισκόταν με τον άλλον στο γήπεδο με κλειστά μάτια. Μάθαμε πολλά πράγματα από τους παλιότερους. Αποκτήσαμε νοοτροπία νικητή, θέλαμε να κερδίζουμε και στις προπονήσεις. Εμείς δεν παίζαμε δίτερμα για χαβαλέ. Έπεφταν κορμιά, παίζαμε για να κερδίσουμε. Δικαίως ονόμασαν τον ΠΑΣ «Άγιαξ της Ηπείρου». Ήταν ομάδα με κόσμο, βαριά φανέλα, μεγάλους παίκτες, που μετρούσε πολύ στο ποδόσφαιρο. Δεν είναι μόνο ότι κέρδιζε τα παιχνίδια, ειδικά μέσα στα Γιάννινα ήταν πανίσχυρος, αλλά γιατί έπαιζε ωραίο ποδόσφαιρο. Δεν είναι τυχαίο που μας συμπαθούσαν φίλαθλοι άλλων ομάδων, άλλων πόλεων.
Έχεις δεκάδες συμμετοχές. Ποιο ματς θυμάσαι περισσότερο;
Ήταν με τον Παναθηναϊκό, τον Απρίλιο του 1978, στη Λεωφόρο. Είχε πάει στον Παναθηναϊκός και ο Αλβαρέζ. Στο α’ ημίχρονο χάναμε 2-0. Στην ανάπαυλα μάς λέει ο Αντώνης Γεωργιάδης πως αν κάνουμε σωστά κάποια πράγματα μπορούμε να κάνουμε την ανατροπή. Μας λέει ο κυρ Αντώνης να ξεκινήσει και στο πρώτο πεντάλεπτο του β’ ημιχρόνου ως δεξιός εξτρέμ ο Κοντογιωργάκης, εγώ δεξιός χαφ και μετά το 50’ να αλλάξουμε θέσεις. Αυτό παγίδεψε τον Παναθηναϊκό. Όλοι πρόσεχαν τον Κοντογιωργάκη, που είχε και τον Στεφανάκη προσωπικό φρουρό, και άφησαν χώρο από δεξιά για μένα. Από τρεις δικές μου επελάσεις και κόψιμο της μπάλας στην περιοχή του άξονα σημειώσαμε τα 3 γκολ της νίκης. Από μια έξυπνη κίνηση του Γεωργιάδη πήραμε ένα σπουδαίο διπλό στη Λεωφόρο επί του πολύ δυνατού τότε Παναθηναϊκού.
Ποια ήταν η κλασική θέση σου;
Δεν υπήρχαν τότε κλασικές θέσεις στον ΠΑΣ Γιάννινα. Οι περισσότερες ήταν πιασμένες από παίκτες που έπαιζαν χρόνια στην ομάδα. Εγώ ήμουν δεξιός χαφ. Μπροστά έπαιζαν συνήθως Κοντογιωργάκης, Αλβαρέζ, Μπρεντάνος. Έμεινε κενή η θέση του δεξιού χαφ. Στη θέση αυτή εκτός έδρας έπαιζε ο Βογιατζής και μέσα στα Γιάννινα ο Μάντος. Ξεκίνησα ως δεξιός χαφ, αλλά μετά έπαιξα και από αριστερά, πίσω από τον Μπρεντάνο.
Μίλησέ μας και για τον κόσμο του ΠΑΣ. Πώς ήταν γεμάτο το Στάδιο «Ζωσιμάδες»; Τι αισθανόταν ο κάθε ποδοσφαιριστής;
Ο ΠΑΣ Γιάννινα είναι ο κόσμος του. Στη χειρότερη περίπτωση είχαμε 6.000 κόσμο στο γήπεδο. Υπήρχαν και παιχνίδια που έφταναν και 14.000 φίλαθλοι, ο ένας πάνω στον άλλον. Ειδικά στα μεγάλα παιχνίδια το γήπεδο γέμιζε τρεις ώρες πριν από το ματς.
Πόσο βαριά είναι η φανέλα του;
Δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης, πολύ βαριά. Αν αναλογιστεί κάποιος ποιοι παίκτες φόρεσαν αυτήν τη φανέλα, θα αντιληφθεί και το βάρος της.
«Πήγα με βαριά καρδιά στον ΠΑΟΚ»
Πώς έγινε η μεταγραφή σου στον ΠΑΟΚ τον Δεκέμβριο του 1984;
Να σου πω την αλήθεια εγώ δεν ήθελα να φύγω από τον ΠΑΣ. Με ανάγκασαν κατά κάποιον τρόπο να πάω στον ΠΑΟΚ. Το 1982 είχα οκταετία, δεν πήγα στην ΑΕΚ που με ήθελε, ανανέωσα για τέσσερα χρόνια το συμβόλαιό μου στον ΠΑΣ και πλέον είχα συνειδητοποιήσει ότι θα κλείσω την καριέρα μου στα Γιάννινα. Η πρόταση που έγινε στην ομάδα ήταν ελκυστική οικονομικά. Ο τότε πρόεδρος Κώστας Γκλίναβος με παρακάλεσε να πάω στον ΠΑΟΚ, αφού είχε τη διαβεβαίωση του προπονητή Χρήστου Αρχοντίδη ότι δεν θα ρίσκαρε τη μη άνοδο της ομάδας στην Α’ Εθνική με τη δική μου μεταγραφή. Ήταν η χρονιά μετά το μπαράζ με τον Πανιώνιο στη Λάρισα, όπου πέσαμε στη Β’ Εθνική. Επειδή ο Γκλίναβος αλλά και ο Χρηστίδης ήταν προσωπικοί φίλοι μου, έστω και με βαριά καρδιά πήγα στον ΠΑΟΚ. Προς Θεού, δεν μειώνω τον ΠΑΟΚ, τουναντίον εκεί έζησα τη χαρά της κατάκτησης του πρωταθλήματος, αλλά έγιναν όλα αυτά ξαφνικά, σε μια εποχή όπου είχα πλέον αποφασίσει να μείνω για πάντα στα Γιάννινα.
Οι εντυπώσεις από την Τούμπα και τη Θεσσαλονίκη;
Ο ΠΑΟΚ τότε είχε έτοιμη ομάδα, με σημαντικούς παίκτες όπως οι Δημόπουλος, Πάπριτσα, Αλεξανδρίδης, Δαμανάκης, Καρασαββίδης και άλλοι. Ο Κούδας ήταν γενικός αρχηγός. Ο Σκότσικ που ήταν προπονητής δεν ήθελε πολλές μεταγραφές, γιατί είχε παίκτες στο ρόστερ. Παρεμπιπτόντως, να πω ότι και ο Κούδας μίλησε με καλά λόγια για μένα για να δώσει ο Παντελάκης 8,5 εκατομμύρια δραχμές στον ΠΑΣ για τη μεταγραφή μου. Θα έλεγα ότι στον ΠΑΟΚ ολοκληρώθηκα ως ποδοσφαιριστής, μετά από μια γεμάτη δεκαετία στα Γιάννινα. Έκανα και εκεί κάποια καλά παιχνίδια, έζησα την πίεση αλλά και τις χαρές όταν παίζεις σε μια μεγάλη ομάδα. Αξέχαστο θα μου μείνει και το γεγονός της κατάκτησης του πρωταθλήματος. Στον ΠΑΟΚ έμεινα δύο χρόνια. Δεν έχω κανένα παράπονο, είχα πολύ καλή υποδοχή και συμπεριφορά. Εγώ τότε είχα πατήσει στα 30 μου χρόνια. Σε αυτήν την ηλικία δεν μπορείς να περιμένεις. Ή παίζεις ή φεύγεις. Αφού έληξε το διετές συμβόλαιο, εγώ αποχώρησα. Κάθισα έναν χρόνο στα Τρίκαλα, ξαναγύρισα στον ΠΑΣ και έκλεισα την καριέρα μου από εκεί όπου ξεκίνησα, στον Θεσπρωτό Ηγουμενίτσας.
«Για τον ΠΑΣ απέρριψα πρόταση της ΑΕΚ»
Πριν πας το 1984 στον ΠΑΟΚ, μας είπες ότι είχες πρόταση από την ΑΕΚ. Γιατί δεν έγινε αυτή η μεταγραφή;
Το 1982 είχα οκταετία και ήμουν ελεύθερος, μπορούσα να διαπραγματευτώ τη μεταγραφή μου. Μίλησα με τον ΠΑΣ, δεν ήρθαμε αμέσως σε συμφωνία και προέκυψε σημαντική πρόταση από την ΑΕΚ. Με ήθελε πολύ ο τότε προπονητής Τσαϊκόφσκι. Είχα δικηγόρο τον Αλέξη Κούγια. Μαζί πήγαμε στα γραφεία της ΑΕΚ για να συζητήσουμε. Μου έκανε πρόταση ο Μιχάλης Αρκάδης, σχεδόν τα είχαμε βρει και ζήτησα λίγο χρόνο μέχρι να υπογράψω. Γυρίζοντας από τα γραφεία της ΑΕΚ στο γραφείο του Αλέξη Κούγια, μου είπε ότι του είχε τηλεφωνήσει ο πρόεδρος του ΠΑΣ, Γρηγόρης Γουργούλης, και πρότεινε το ίδιο συμβόλαιο που του είχε προτείνει η ΑΕΚ σε χρήματα αλλά και σε χρονική διάρκεια. Μου λέει ο Αλέξης Κούγιας «αποφάσισε, Νίκο, πού θα πας». Δεν το σκέφτηκα πολύ. Ξεκαθάρισα ότι θα μείνω στον ΠΑΣ. Από το γραφείο του Κούγια έδωσα τη συγκατάθεση στη διοίκηση του ΠΑΣ να ετοιμάσει το νέο συμβόλαιο και αμέσως φύγαμε μαζί για τα Γιάννινα. Έτσι υπέγραψα νέο τετραετές συμβόλαιο. Είχα δεθεί με τον ΠΑΣ, δεν ήθελα να φύγω. Γι’ αυτό σου είπα πριν ότι με βαριά καρδιά το 1984 πήγα στον ΠΑΟΚ.
Νίκο, εσύ και οι Κοντογιωργάκης, Παπάζογλου, Μπονόβας και πριν από μερικά χρόνια ο Βελλίδης είστε οι μοναδικοί παίκτες που παίξατε στην εθνική ομάδα ανδρών ως ποδοσφαιριστές του ΠΑΣ. Πώς ένιωσες όταν πήρες την πρόσκληση από τον Αλκέτα Παναγούλια για να φορέσεις τη φανέλα με το εθνόσημο;
Την ημέρα που φεύγαμε με την Εθνική για την Αυστραλία, το 1979, απολύθηκα από τον στρατό. Από το στρατόπεδο μπήκαμε στο ταξί που περίμενε με τον Κοντογιωργάκη και φύγαμε για Αθήνα και από εκεί στο αεροδρόμιο. Όταν έπαιξα με την Εθνική άρχισα να νιώθω ότι κάτι είμαι και εγώ και κάτι προσφέρω στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Πριν άκουγα μεν καλά σχόλια για την αξία μου από άλλους, αλλά εγώ δεν μπορούσα να εκτιμήσω σωστά τον εαυτό μου. Αυτό ήταν και ένα μειονέκτημά μου, ότι δεν πίστευα στον εαυτό μου όσο πίστευαν οι άλλοι σε μένα.
Παρακολουθείς τον σημερινό ΠΑΣ Γιάννινα;
Η ομάδα είναι καλή σε γενικές γραμμές και δεν πρόκειται να κινδυνεύσει. Έχει και έναν καλό προπονητή. Το ζητούμενο είναι να υπάρχει διάρκεια, γιατί η διάρκεια καταξιώνει τις ομάδες. Με τις εμφανίσεις που έκανε θα μπορούσε να πάρει περισσότερους βαθμούς. Επειδή όπως βλέπω στη βαθμολογία ο ΠΑΣ δεν θα κινδυνεύσει, είναι ευκαιρία φέτος να προωθήσει ο κόουτς και κάποια νέα παιδιά. Βλέπω ότι το κάνει αυτό ο κ. Γιαννίκης, αλλά μπορεί να γίνει και σε μεγαλύτερη κλίμακα. Η προώθηση νέων παιδιών είναι το μεγάλο στοίχημα για τον ΠΑΣ Γιάννινα.
Το ποδόσφαιρο είναι ένα κομμάτι της ζωής σου. Πώς και δεν έγινες προπονητής;
Εμένα μου αρέσει να παίζω ποδόσφαιρο. Μέχρι 49 χρόνων έπαιζα σε ερασιτεχνικές ομάδες της περιοχής για το χόμπι μου. Δεν μου αρέσει το προπονητιλίκι. Αν μπορούσα να παίζω μπάλα από το πρωί μέχρι το βράδυ, δεν θα έλεγα «όχι». Ούτε τα λεφτά με ενδιέφεραν, παρά μόνο να παίζω ποδόσφαιρο.
Μετά απ’ όλα αυτά, κλείνοντας, τι σημαίνει για σένα ο ΠΑΣ Γιάννινα;
Είναι ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου. Έπαιξα 14 χρόνια, 10 στην Α’ Εθνική και 4 στη Β’ Εθνική. Νιώθω ότι γεννήθηκα και δεν έγινα ΠΑΣ και θα είμαι ΠΑΣ σε όλη τη μετέπειτα ζωή μου. Ένα τεράστιο «ευχαριστώ» στον κόσμο για τη διαχρονική αγάπη στο πρόσωπό μου.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ