Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας - Η εκδίκηση του ρεαλισμού
Ένα εθιστικό αριστούργημα από τις εκδόσεις Ψυχογιός σε μετάφραση Μαρίας Παλαιολόγου
«Ο αναγνώστης αντί να ζητά από το μυθιστόρημα, εκείνο που κάθε καλό μυθιστόρημα τού έχει συχνά αρνηθεί, να είναι δηλαδή μια εύκολη διασκέδαση, μπορεί να ικανοποιήσει στο σινεμά, χωρίς προσπάθεια και χωρίς απώλεια χρόνου, την προτίμησή του για "ζωντανά" πρόσωπα και ιστορίες», είχε δηλώσει κάποτε η Ναταλί Σαρότ σε μια κρίση συγγραφικής αλαζονείας για την οποία θα έπρεπε κανονικά να λογοδοτήσει ενώπιον της ίδιας της λογοτεχνίας.
Είναι γνωστή πια η πρεμούρα των περισσότερων πεζογράφων σε όλο τον 20ο αιώνα να «σπάσουν» τη φόρμα της αφήγησης, σαν να ήταν ένα ανεπιθύμητο εκμαγείο που είχε εκπληρώσει την αποστολή του. Λίγοι, ελάχιστοι, είναι εκείνοι που τα κατάφεραν πραγματικά. Οι περισσότεροι έμειναν στις προγραμματικές δηλώσεις, τις οποίες καταπίνουμε αμάσητες μέχρι σήμερα αναγορεύοντάς τους αυθαίρετα σε πάπες της λογοτεχνίας. Ένας από όλους κατάφερε να οδηγήσει τη λογοτεχνία σε νέους τόπους χωρίς να έχει την παραμικρή φιλοδοξία να πρωτοτυπήσει. Με σεβασμό στην παράδοση ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες οικοδόμησε την μυθοπλασία του μεταμοντέρνου, σκαρώνοντας μυθιστορήματα του δεκάτου ενάτου αιώνα με την τόλμη της νέας χιλιετίας. Κι αν υποθέσουμε ότι τα Εκατό χρόνια μοναξιά είναι ένας «μαγεμένος κόσμος» με τα εργαλεία της υπερβολής και της αλληγορίας, πράγμα για το οποίο χρειάζεται απλά να ανατρέξουμε στον Θερβάντες, Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας είναι ένα μυθιστόρημα απόλυτα ρεαλιστικό – ένα μυθιστόρημα που πατά με τα δύο πόδια στην πραγματικότητα αλλά σε καταπίνει από την πρώτη αράδα μέχρι την τελευταία του.
Ολυμπιακός: Ο αυτονόητος αποκλεισμός του Ολιβέιρα
Αυτή είναι η ακριβής αίσθηση για τον αναγνώστη του Μάρκες σε όλα σχεδόν τα βιβλία του, κυρίως όμως στον Έρωτα στα χρόνια της χολέρας. Χάνεσαι μέσα στις σελίδες του χάνοντας προσωρινά τον εαυτό σου, γίνεσαι μια άβουλη ύπαρξη που αναβαπτίζεται στην λιμνοθάλασσα του έρωτα και του θανάτου. Το μυθιστόρημα του Κολομβιανού συγγραφέα είναι μια εποποιία του έρωτα, τόσο κομψά και αέρινα υφασμένη, που καταρρίπτει αναστολές και πλάνες γύρω από το «βασικό ένστικτο». Η συγγραφική λίμπιντο του Μάρκες αποδεικνύεται ανεξάντλητη, δημιουργεί ένα σωρό επεισόδια που αναστατώνουν την αναγνωστική συνείδηση, γελοιοποιεί τα ταμπού και τις προκαταλήψεις μας. Η αφηγηματική λαιμαργία που διαχέεται σε όλο το βιβλίο υπερβαίνει όποιες φαντασιώσεις διατύπωσαν κατά καιρούς οι πιο τολμηροί παραμυθάδες για τον έρωτα. Δεν υπάρχει τίποτε ρυπαρό, τίποτε επιλήψιμο, ο έρωτας είναι κάτι σαν αποστολή, σαν θεραπεία, σαν σκοπός της ύπαρξης, μια διάσταση επιθυμιών που ξεπερνά και τον ίδιο τον θάνατο, δίνοντας την εντύπωση πως η ζωή και όχι ο θάνατος βγαίνει έξω από τα όρια.
Το παραληρηματικό ύφος του Μάρκες σμιλεμένο περίτεχνα διαπερνά και τα πιο σκληρά στρώματα της προκατασκευασμένης ηθικής, η Φερμίνα Δάσα και ο Φλορεντίνο Αρίσα χορεύουν ένα νοερό τάνγκο μέσα στα χρόνια, σε μια μυθιστορηματική κοινωνία που οικοδομείται με τις πρακτικές και τους κανόνες της γενετήσιας πράξης. Γύρω τους στροβιλίζεται ο κόσμος όλος: οι κοινωνικές συμβάσεις, ο γάμος, η οικογένεια, ο κοινωνικός περίγυρος, οι οικονομικές συνθήκες, η πολιτική, ο πόλεμος, οι επαναστάσεις, ο θάνατος. Πάνω από όλα αυτά και από τον τίτλο ακόμα του μυθιστορήματος στέκει σαν μια διαρκής αλληγορία το τσιτάτο από τον Τσέχοφ που επιστεγάζει τον πρόλογο: «Υπάρχουν πολλά πράγματα στη χολέρα που παρουσιάζουν ενδιαφέρον».
Συμπονετικός, απολαυστικός, καθόλου ηθικολόγος αλλά εθιστικός ως το κόκαλο ο Μάρκες σε βοηθά να κατανοήσεις και να κρίνεις με επιείκεια τον εαυτό σου. Η βαθιά ανακούφιση που σου μένει στο τέλος είναι το δώρο από ένα συγγραφέα που υπήρξε θιασώτης του Τολστόι, του Κάφκα και του Φόκνερ. Η μετάφραση της Μαρίας Παλαιολόγου επιμελημένη από την Ελένη Γεωργοστάθη αποδίδει στο έπακρον το παραληρηματικό ύφος του Μάρκες ενώ ο πρόλογος του Νίκολας Σέξπιρ στέκεται στο υψηλό επίπεδο μιας καθόλα ποιοτικής δουλειάς από τις εκδόσεις Ψυχογιός.