Nίκος Δαββέτας: Μικροϊστορίες για ομοφυλόφιλο χαφιέ, Εβραία νύφη και τον ζωγράφο του Μπελογιάννη 

Νίκος Δαββέτας, ο άνθρωπος της χρονιάς στον χώρο του βιβλίου, αφού τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο μυθιστορήματος για τους «Άνδρες χωρίς άνδρες».

Nίκος Δαββέτας: Μικροϊστορίες για ομοφυλόφιλο χαφιέ, Εβραία νύφη και τον ζωγράφο του Μπελογιάννη 

Νίκος Δαββέτας, ο άνθρωπος της χρονιάς στον χώρο του βιβλίου, αφού τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο μυθιστορήματος για τους «Άνδρες χωρίς άνδρες». Μια ιστορία ενός παρακρατικού χαφιέ που αποτάχθηκε όταν μαθεύτηκε ότι είναι ομοφυλόφιλος. Δεν είναι κομήτης, καθώς το προηγούμενο βιβλίο του «Η Εβραία νύφη» βραβεύτηκε κι αυτή, ενώ έπεται συνέχεια με το φρεσκάρισμα του «ζωγράφου του Μπελογιάννη». Ας μάθουμε ποιος είναι, από την παιδική ηλικία του έως σήμερα...

«Η μυρωδιά του βιβλίου ήταν έντονη στο σπίτι, καθώς η μητέρα μου δούλευε στο λογιστήριο των εκδόσεων Γαλαξίας της “Καθημερινής” και στη βιβλιοθήκη μας υπήρχε Σαμαράκης, Καββαδίας, Φρέντυ Γερμανός, που της χάριζαν τα βιβλία τους με αφιερώσεις. Από πολύ μικρός έβλεπα βιβλία γύρω μου».

Πρώτη ανάγνωση;

Τα ποιήματα του Nίκου Καββαδία. Τα διάβασα και τρελάθηκα. Ενθουσιάστηκα. Βυθίστηκα σε έναν μαγικό κόσμο, με νησιά, τροπικά μέρη, λιμάνια εξωτικά. Με ένα κλικ ταξίδεψα όλο τον κόσμο. Άνοιξαν οι ορίζοντές μου την εποχή που ήμουν μαθητής επί χούντας, κλεισμένος σε ένα στενό δωμάτιο, χωρίς πολλά ερεθίσματα.

Δεν θέλατε να γίνετε ναυτικός, όπως όλοι που διάβαζαν Καββαδία;

Ναι, βέβαια, κάθε ποίημα ήταν και ένα ταξίδι

Γράφατε καλές εκθέσεις στο σχολείο, στην Καλλιθέα;

Συμπαθητικές.

Η συνέχεια;

Έπεσε στο χέρι μου «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» του Καζαντζάκη το 1973. Το 1975 έγινε σίριαλ στην τηλεόραση. Σε ηλικία 13 χρόνων. Μου έκανε φοβερή εντύπωση. Έγραφα ποιήματα και μικρές ιστορίες, σε στυλ Καββαδία, Ελύτη. Είχα και έναν φιλόλογο που του άρεσε ο Καρυωτάκης και είχα διαβάσει το ποίημα η «Πρέβεζα». Ήταν η εποχή που αρχίζεις και γράφεις. Μετά ήρθε το κύμα της μεταπολίτευσης που σάρωσε τα πάντα. Μουσικές αναγνώσεις, κινηματογράφος. Επί χούντας ακούγαμε κρυφά τη «Θητεία» του Μαρκόπουλου. Δεν ξέρω γιατί. Απαγορεύτηκε μετά το Πολυτεχνείο. Μετά άρχισαν οι συναυλίες, μαρξιστικά βιβλία, πολιτικοποίηση, καταλήψεις.

Πρώτη απόπειρα;

Έκανε πανελλήνιους διαγωνισμούς το υπουργείο Παιδείας, με επιτροπές που τις απάρτιζαν οι Ιωάννου, Παπαδίτσας, Καρούζος, μεγάλα ονόματα της λογοτεχνίας, και πήρα το τρίτο βραβείο. Μου είπε ο Παπαδίτσας «έχεις πολύ ταλέντο, μην το αφήσεις».

Οι δύο πρώτοι;

Δεν τους θυμάμαι, τους έψαξα αργότερα, αλλά δεν πέρασαν στον χώρο του βιβλίου. Δεν έγραψαν τίποτα.

Η πρώτη έκδοση;

Φοιτητής το 1979-80 έστειλα τα ποιήματά μου στον Χριστιανόπουλο, του άρεσαν και τρία τέσσερα, τα δημοσίευσε στο περιοδικό «Διαγώνιος». Τον Σεπτέμβριο του 1981 είδα στο βιβλιοπωλείο το τεύχος με το όνομά μου πάνω πάνω και ήταν σαν να έχω πάρει δέκα Νόμπελ.

Σπουδές;

Πέρασα στα ΤΕΙ και τη Βιομηχανική Πειραιά, αλλά δεν πήγα. Προτίμησα το Δημοσιογραφικό Εργαστήρι, με συμμαθητή τον Βαγγέλη Λιαλιούτη, μετέπειτα διευθυντή των «Νέων».

Πρώτη δουλειά;

Στο ραδιόφωνο της ΕΡΑ, πήγα στο περιοδικό «Ένα», ενώ δούλεψα και στο περιοδικό «Τέταρτο» του Χατζιδάκι. Πήγα, τον γνώρισα, με ρώτησε «τι μπορείς να κάνεις;», του απάντησα παρουσιάσεις βιβλίων, μου ζήτησε να γράψω κάτι και έκανα παρουσίαση ενός βιβλίου του Μπέκετ. Άρχισα αμέσως συνεργασία.

Η συνέχεια;

Στην «Απογευματινή», το 1993 στο περιοδικό «Αν», με επικεφαλής τον Νικολαΐδη. Ήμουν αρχισυντάκτης.

Ταυτόχρονα γράφατε;

Έβγαλα βιβλίο το 1983, όπως με προέτρεψε ο Χριστιανόπουλος. Έως το 1997 έβγαλα έξι συλλογές.

Τι είναι πιο εύκολο, να γράφεις πεζογραφία ή ποιήματα;

Και τα δύο είναι δύσκολα. Η ποίηση είναι πιο δύσκολη, γιατί πρέπει να αποστασιοποιείσαι από την πραγματικότητα. Πρέπει να είσαι σε κλίμα έμπνευσης, ποιητικό. Πεζογραφία, αν έχεις πλάνο, μπορείς να γράφεις κάθε μέρα.

Η ποίηση είναι σύννεφο και η πεζογραφία γη;

Η πεζογραφία είναι βάδισμα και η ποίηση χορός.

Βιοποριζόσασταν από τη δημοσιογραφία.

Το 1996 πήγα στον ΔΟΛ και μετά στην «Καθημερινή». Με την κρίση έμεινα άνεργος το 2013 και μετά δούλεψα στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. Δίδαξα δημιουργική γραφή.

Πώς ξεκινάτε ένα ποίημα ή ένα μυθιστόρημα;

Δεν μπορείς να το εκβιάσεις το ποίημα και να γράφεις κάθε μέρα. Αντίθετα, στην πεζογραφία έχεις ένα πλάνο και ασχολείσαι καθημερινά. Σκέφτεσαι τους ήρωές σου, πλάθεις καινούργιους. Γράφω πολύ πρωί τα δύο τελευταία χρόνια. Παλιά, μετά τη δουλειά, αργά το βράδυ, όταν ήμουν μάχιμος δημοσιογράφος.

Και πώς έρχεται η έμπνευση;

Περιμένω κάτι να με κεντρίσει για να καθίσω στην καρέκλα.

Για το βιβλίο «Άνδρες χωρίς άνδρες» που πήρατε το βραβείο;

Διάβασα την πληροφορία, ότι ένας παρακρατικός, που ασχολιόταν με τις παρακολουθήσεις φοιτητών, αποτάχθηκε γιατί ήταν ομοφυλόφιλος. Κι εκεί μου έκανε κλικ, με κέντρισε ως πρόσωπο. Δεν ήξερα πώς να το πιάσω. Το ξεκίνησα το 2007 και το παράτησα. Δεν με πήγαινε πουθενά. Δεν ήθελα να πω την ιστορία των παρακρατικών επί δικτατορίας. Έψαξα ιστορικά στοιχεία, πώς τους στρατολογούσαν. Αναρωτήθηκα πώς λειτουργούσε μέσα στην οικογένειά του, τι τους έλεγε; Φαντάζομαι πως δεν τους έλεγε «πάω να καρφώσω». Έφτιαξα ένα πρόσωπο, έναν ήρωα που έχει ως προκάλυψη τη δουλειά σε ένα υπουργείο. Ήθελα έναν μικρομεσαίο, όχι ένα μεγάλο κεφάλι. Η λογοτεχνία διεισδύει εκεί όπου σταματάει η Ιστορία, με Ι κεφαλαίο. Πεδίο του μυθιστορήματος είναι η μικροϊστορία. Ο άνθρωπος, η μονάδα, που είχε την ιδιαιτερότητα. Πώς την έκρυβε.

Χρησιμοποιήσατε ιστορικά στοιχεία;

Έψαξα ιστορικά αρχεία, τι έγινε το βράδυ της 21ης Απριλίου, ποιες μονάδες μετακινήθηκαν, σε ποια σημεία. Και εκείνο το βράδυ ο ήρωάς μου ήταν σε μια ταράτσα κεντρικού ξενοδοχείου και παρακολουθούσε. Στην «Εβραία νύφη» έκανα περισσότερη έρευνα, γιατί έψαχνα στοιχεία για το Ολοκαύτωμα. Μιλάω για το σήμερα, αλλά με αναφορές στο παρελθόν. Η γυναίκα κουβαλάει την ανάμνηση μιας νύφης που χάθηκε στο Ολοκαύτωμα. Πώς διαχειρίζεται τη μνήμη. Δεν κάνω δημοσιογραφία. Την «Εβραία νύφη» τη διδάσκουν στα πανεπιστήμια για τον αντισημιτισμό. Είναι ένα βιβλίο που έκανε πολλές εκδόσεις και συνεχίζει να πουλάει. Πήρε και το βραβείο Ακαδημίας το 2010. Το διάβασε η Κική Δημουλά, της άρεσε και μου είπε «αυτό, Νίκο, είναι για βραβείο».

Πώς γράψατε για την «Εβραία Νύφη»;

Είχα έναν θείο που πήγε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Δεν ήταν Εβραίος, τα είχε με μια Εβραία και τους έπιασαν μαζί. Δεν ήθελα να γράψω την ιστορία του θείου μου που είχε στον πήχη του χεριού του τον αριθμό. Κι αυτοί που μαρτύρησαν δεν μιλούν πολύ. Στην πεζογραφία έχεις κάτι μέσα σου, αλλά δεν ξέρεις τι να το κάνεις. Βρήκα μια φίλη Εβραία που μου έλεγε για τη ζωή της και ήθελα να το παντρέψω με την ιστορία του θείου. Ο τρόπος είναι το παν, όχι το θέμα. Δεν ήθελα να γράψω μια αφήγηση με αρχή, μέση και τέλος. Ο σκοπός ήταν να γίνει μυθοπλασία, με ήρωες θετικούς και αρνητικούς. Να υπάρχουν συγκρούσεις, πλοκή. Μια απλή μαρτυρία, όσο συγκλονιστική κι αν είναι, θυμίζει απομνημονεύματα. Η φίλη ήταν Εβραία στο θρήσκευμα και μου έλεγε τις αντιδράσεις των Χριστιανών όταν τη γνώριζαν. Μου έδωσαν το πάτημα να πω την ιστορία του σήμερα.

Πώς χτίζετε τους ήρωες;

Ξεπηδούν. Όσο γράφεις τόσο υπάρχει η ανάγκη να προσθέσεις ήρωες. Συναντούν έναν βασανιστή, έναν δωσίλογο. Πρόσωπα-δορυφόροι που πρέπει να έχουν μια αληθοφάνεια. Βγαίνουν εν καιρώ, όχι εξαρχής. Κάνω 4-5 χρόνια για κάθε βιβλίο. Πρέπει να ωριμάζεις μέσα σου. Κι όταν τελειώνεις ένα βιβλίο, δεν είσαι ποτέ ο ίδιος. Διαμορφώνεις τους ήρωες και σε διαμορφώνουν. Όταν έγραφα την «Εβραία νύφη», απέκτησα φίλους εβραϊκού θρησκεύματος. Πήγα στη Γερμανία, βρήκα αρχεία. Δεν είσαι ο ίδιος άνθρωπος μετά από αυτήν την εμπειρία.

Και πώς κερδίσατε το κρατικό βραβείο;

Δεν υποβάλλεις το βιβλίο. Υπάρχει μια επιτροπή: τρεις πανεπιστημιακοί, τρεις κριτικοί και τρεις συγγραφείς. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στις επιτροπές για τα κρατικά βραβεία κινηματογράφου, θεάτρου, χορού. Βγαίνει μια μικρή λίστα, την ανακοινώνουν νωρίτερα. Και η «Εβραία Νύφη» ήταν στη μικρή λίστα, αλλά πήρε το βραβείο της Ακαδημίας.

Ο ήρωάς σου είναι ο παρακρατικός;

Όχι μόνο. Και ο γιος του αλλά και ο φίλος του που έμαθε στην κηδεία την ιστορία του πατέρα. Κι αυτός είναι ο αφηγητής.

Εκδόσεις Πατάκη από την αρχή;

Πρώτα στον Κέδρο και μετά στον Πατάκη. Παλιά ένας εκδοτικός οίκος σού έκανε προσφορές. Από το 2009 κόπηκαν όλα. Ο Πατάκης πιστεύω ότι είναι από τους καλύτερους και τους πιο συνεπείς εκδοτικούς οίκους. Αν είσαι στον Ολυμπιακό, γιατί να πας στον Ηρακλή;

Επόμενο βιβλίο;

Φρεσκάρω τον «ζωγράφο του Μπελογιάννη». Είχε εκδοθεί στο Μεταίχμιο, πάνω στην κρίση, και δεν ακούστηκε. Το ξαναβγάζω στον Πατάκη. Αναφέρεται στο εμβληματικό σκίτσο του Μπελογιάννη που φιλοτέχνησε ο Πικάσο. Κάποιος κλέβει το σκίτσο και το μυθιστόρημα αποκτά αστυνομική πλοκή. Αυτό το σκίτσο έγινε αφίσα στο Παρίσι το 1952, που καλούσε σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο κλειστό ποδηλατοδρόμιο της γαλλικής πρωτεύουσας. Την έκανε το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας και είχε μεγάλη επιτυχία.

Οπαδός;

Φίλαθλος του Παναθηναϊκού, όχι οπαδός. Στα ευρωπαϊκά παιχνίδια του Ολυμπιακού είμαι με τον Ολυμπιακό και με όλες τις ελληνικές ομάδες. Έγινα Παναθηναϊκός λόγω «Γουέμπλεϊ». Και σε ένα βιβλίο μου αναφέρομαι στη βραδιά του αγώνα με τον Ερυθρό Αστέρα. Για ένα ερωτικό ραντεβού, την ημέρα που όλη η Ελλάδα παρακολουθούσε ποδόσφαιρο και το πεδίο ήταν ελεύθερο. Το ματς που θυμάμαι περισσότερο το είδα στη Νέα Φιλαδέλφεια, ήταν ο τελικός Κυπέλλου Ηρακλής - Ολυμπιακός 4-4 με τον Χατζηπαναγή. Το πιο τρελό ήταν στη Νέα Σμύρνη το Πανιώνιος - Εθνικός 1-1. Έβρεχε καταρρακτωδώς και ο διαιτητής αποφάσισε να γίνει το παιχνίδι. Ήμασταν μόλις δύο άτομα στις εξέδρες, εγώ και ένας φίλος μου. Με μουσαμάδες για να μη βρεχόμαστε. Ισοφάρισε ο Εθνικός με απευθείας κόρνερ.

Άλλη εφηβική μνήμη;

Το 1973 έκανε εγκαίνια μια έκθεση αυτοκινήτων ο Δεληκάρης στη Θησέως, εκεί όπου είναι τώρα ο Χόντος. Μου είπε ο φίλος μου να πάμε, γιατί θα ήταν εκεί όλοι οι παίκτες του Ολυμπιακού και της Εθνικής. Πήρα σε ένα τετράδιο αυτόγραφα απ’ όλους, Γκαϊτατζή, Σιδέρη, Μποτίνο, Κελεσίδη, αλλά και από Αντωνιάδη, Οικονομόπουλο που μένει κοντά στο σπίτι μου στην Καλλιθέα.