«Εξιχνίασε» την ίδια την ζωή
«Τρομοκρατία, ονομάζεται ο πόλεμος των φτωχών Δαβίδ, εναντίον των πλούσιων Γολιάθ, ενώ νόμιμος πόλεμος, βαφτίζεται η τρομοκρατία που ασκούν οι πλούσιοι Γολιάθ, εναντίον των φτωχών Δαβίδ».
Το παραπάνω απόφθεγμα, ανήκει στον Πίτερ Ουστίνοφ, τον θρυλικό «Ηρακλή Πουαρό» που ήταν πολλά περισσότερα από έναν δαιμόνιο και χαρισματικό ντέντεκτιβ. Όπως διαπιστώνετε δεν έβρισκε μόνο την λύση στα «δύσκολα» που έβαζε η ιέρεια του αστυνομικού μυθιστορήματος, Αγκάθα Κρίστι, αλλά και σε πολιτικά ζητήματα, αποκωδικοποιώντας δυσνόητες ορολογίες και μιλώντας την γλώσσα της ζωής:
«Η αμερικάνικη δημοκρατία μοιάζει με το φέρσιμο ενός πλούσιου άντρα που ζει σε ένα συγκρότημα διαμερισμάτων και λέει στον πορτιέρη ''Γεια σου, Τομ'' (ενώ ο καλός άνθρωπος στην πραγματικότητα λέγεται ''Τζακ''). ''Λοιπόν, Τομ, τι κάνουν τα παιδιά;'' (ενώ δεν έχει παιδιά.) Όμως και οι δύο πλευρές προφανώς βρίσκουν ευχάριστη αυτή την ελεύθερη ανταλλαγή σκέψεων»...
Ολυμπιακός: Οι λύσεις που δίνει η επιστροφή του Ορτέγκα
Αυτή η τόσο κατανοητή και ταυτόχρονα τόσο πυρηνική περιγραφή της αμερικάνικης δημοκρατίας, υπάρχει στο βιβλίο του «Για την ζωή και άλλα μικροπράγματα».
O Πίτερ Ουστίνοφ, δεν ήταν απλώς ένας σπουδαίος και εμβληματικός ηθοποιός. Ήταν και συγγραφέας και θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης και παραγωγός και σκηνογράφος και σεναριογράφος και παρουσιαστής στην τηλεόραση και ραδιοφωνικός παραγωγός και αρθρογράφος και πρέσβης καλής θελήσεως της UNESCO που για περισσότερα από 35 χρόνια, πάλεψε με όλες του τις δυνάμεις για τα λιγότερο προνομιούχα παιδιά αυτού του πλανήτη. Ήταν με δυο λόγια, ένας χαρισματικός άνθρωπος, πολυπράγμων, πολυμαθής, κοσμοπολίτης που μιλούσε άπταιστα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, ιταλικά, γερμανικά και ρωσικά, ενώ στα τελευταία του χρόνια έμαθε μερικά τουρκικά και ελληνικά!
Γεννημένος ως Πίτερ Αλεξάντερ φον Ουστίνοφ στις 16 Απριλίου 1921 στο Λονδίνο από Ρώσους μετανάστες αριστοκρατικής καταγωγής, μεγαλώνει σε ένα καλό μεσοαστικό περιβάλλον: Με πατέρα δημοσιογράφο σε λονδρέζικη εφημερίδα και μητέρα, ζωγράφο και σκηνογράφο της όπερας. Το κλασικό τραγούδι και το μπαλέτο, είναι από τα πρώτα πράγματα που μαθαίνει να αγαπάει.
Γρήγορα αρχίζει να επιδεικνύει και το υποκριτικό του ταλέντο, μιμούμενος τις παράξενες αγγλικές προφορές των ρωσικής καταγωγής προγόνων του, με την οικογένεια να τον χρησιμοποιεί στα δείπνα για να ψυχαγωγεί τους καλεσμένους. Στο σχολείο τα πηγαίνει περίφημα, αλλά βαριέται το ανούσιο και ανιαρό εκπαιδευτικό σύστημα. Στα 16 του, γράφεται στην δραματική σχολή London Theater Studio και ξεκινά το δικό του ταξίδι.
Αρχικά, γράφοντας. Μόλις στα 21 του, βλέπει το πρώτο του ολοκληρωμένο θεατρικό να ανεβαίνει σε παράσταση! Γρήγορα, αρχίζουν και οι πρώτες του εμφανίσεις στην Μεγάλη Οθόνη, ενώ το από το 1938 πατάει, πολύ γερά, και στο θεατρικό σανίδι.
Σε μια υπέροχη διαδρομή, μας χαρίζει περισσότερους από 70 ρόλους σε κλασικές και λιγότερο κλασικές ταινίες, ενώ τιμάται και με δύο Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου. Το πρώτο του το παίρνει το 1961, όπου υποδύεται υποδειγματικά, τον ερωτοχτυπημένο δουλέμπορο στον «Σπάρτακο» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Το δεύτερο χρυσό αγαλματίδιο θα έρθει το 1965 για τον ρόλο του ενθουσιώδη κλέφτη κοσμημάτων στη γνωστή περιπέτεια «Τοπκαπί» (1964).
Ως γνήσιος πολίτης του κόσμου, κατάφερε να πάρει και την ελβετική υπηκοότητα και τον μέγιστο βρετανικό τίτλο τιμής του «Ιππότη». Όσο για το μεγαλύτερο διάστημα του ελεύθερου χρόνου του το πέρναγε μεταξύ των αμπελώνων του που έβγαζαν περισσότερες από 4.000 φιάλες κρασιού ετησίως και του αγκυροβολημένου, στις ακτές της Ισπανίας, σκάφους του.
Το 2004 έφυγε πλήρης ημερών και εμπειριών. Κρίμα που βιάστηκε να γράψει την αυτοβιογραφία του με τον τίτλο «Dear Me», το 1977. Άφησε τόσα ενδιαφέροντα κεφάλαια ζωής, απέξω…