«Oμαδικά ή ατομικά αθλήματα»; Την απάντηση έδωσε ο Νίκος Καζαντζάκης
«...Να ξέρεις πώς και η αντίθετη ομάδα στο βάθος δεν είναι αντίμαχη, συνεργάζεται μαζί σου, γιατί χωρίς αυτή δεν θα υπήρχε παιχνίδι...»
Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ένα από τα αιώνια διλήμματα. Μάλιστα αντιμέτωποι με αυτό έχουν έρθει σχεδόν όλοι οι γονείς των οποίων τα παιδιά κάποια στιγμή ασχολήθηκαν με τον αθλητισμό και κλήθηκαν να αποφασίσουν που θα στραφούν.
Το συγκεκριμένο δίλημμα φαίνεται πως κάποτε ταλαιπώρησε και τον Νίκο Καζαντζάκη, ο οποίος εφύγε από τη ζωή σαν σήμερα στις 26 Οκτωβρίου 1957 στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας, σε ηλικία 74 ετών. Άλλοι αποδίδουν τον θάνατό του σε λευχαιμία, άλλοι σε βαριάς μορφής ασιατική γρίπη. Η σορός του μεταφέρθηκε, μετά από περιπέτειες, στο Ηράκλειο Κρήτης, όπου ετάφη στο Μαρτινέγκο. Κατόπιν δικής του επιθυμίας, στον τάφο χαράχθηκε η δική του φράση «Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβούμαι τίποτα. Είμαι λέφτερος».
Ολυμπιακός: Οι λύσεις που δίνει η επιστροφή του Ορτέγκα
Ο Νίκος Καζαντζάκης, εκτός από συγγραφέας, υπήρξε επίσης δημοσιογράφος, πολιτικός, μουσικός, ποιητής και φιλόσοφος, με πλούσιο λογοτεχνικό, ποιητικό και μεταφραστικό έργο.
Είναι ο πιο πολυμεταφρασμένος Έλληνας συγγραφέας στον κόσμο, έχοντας συγγράψει έργα όπως: «Οδύσσεια», «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», «Ο καπετάν Μιχάλης», «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», «Ο τελευταίος πειρασμός», «Ασκητική», «Αναφορά στον Γκρέκο» είχε απαντήσει και στο δίλημμα «ομαδικά ή ατομικά αθλήματα».
Στο βιβλίο του «Ταξιδεύοντας - Αγγλία» υμνεί ουσιαστικά τα ομαδικά αθλήματα. Διαβάστε το απόσπασμα:
«Τα σπορ και οι κλασσικές σπουδές είναι στο Ήτον οι δύο παράλληλοι αδερφωμένοι δρόμοι της αγωγής. Όχι όμως σπορτ ατομικά -ακόντιο, πήδημα, δίσκος- παρά σπορτ ομαδικά: λεμβοδρομίες, κρίκετ, φουτμπολ.
Τα ομαδικά αθλήματα υπηρετούν μεγάλο ηθικό σκοπό: σε συνηθίζουν να υποτάξεις την ατομικότητά σου σε μία γενική ενέργεια. Να μη νιώθεις πως είσαι άτομο ανεξάρτητο, παρά μέλος μίας ομάδας. Να υπερασπίζεσαι όχι μόναχα την ατομική σου τιμή παρά ολόκληρη την τιμή της ομάδας όπου ανήκεις: σχολή, Πανεπιστήμιο, πόλη, έθνος. Έτσι, από σκαλοπάτι σε σκαλοπάτι, το παιχνίδι μπορεί να σε ανεβάσει στις πιο ψηλές και αφιλόκερδες κορυφές της ενέργειας.
Μαθαίνεις ακόμα, πολεμώντας στην ομάδα, και τούτο το σπουδαιότατο: πως για τη νίκη ένα στοιχείο είναι απαραίτητο, ο αρχηγός. Να υποτάζεσαι σ’ αυτόν, να πειθαρχείς, να ξέρεις να υπακούς, αν θες, όταν θα έρθει η στιγμή σου να ξέρεις και συ να προστάζεις. Έτσι μονάχα μπορούν να δημιουργηθούν αρχηγοί άξιοι και οπαδοί πρόθυμοι - δηλαδή μια πειθαρχημένη στρατιά ικανή, υλικά και ψυχικά, να κυριαρχήσει τον κόσμο.
Στα σπορτ δεν γυμνάζεις το σώμα σου μονάχα. Γυμνάζεις πάνω απ’ όλα τη ψυχή σου. «Στα τερέν του Ήτον» είπε πολύ σωστά ο Ουέλιγκτον, «κερδήθηκε η μάχη του Βατερλώ».
Στα ομαδικά αυτά σπορ μαθαίνεις να είσαι έτοιμος, να συγκρατιέσαι, να περιμένεις την κατάλληλη στιγμή, να θυσιάζεις τις ατομικές χαρές ή προτιμήσεις για τα συμφέροντα της ομάδας. Μαθαίνεις να προσαρμόζεις τις ιδιότητές σου στις ανάγκες του συνόλου, να εκμεταλλεύεσαι, όσο μπορείς, για τη νίκη τα ελαττώματα και τα προτερήματά σου. Με τη μέθοδο αυτή μονάχα μπορείς να ασκηθείς για το μεγάλο παιχνίδι, αργότερα, της δημόσιας ζωής.
Για να φτάσεις στο υψηλό αυτό κορύφωμα της άσκησης, πρέπει καλά να ξέρεις τον εαυτό σου, να ξέρεις τον διπλανό σου, να ξέρεις κι αλάκερη την ομάδα όπου ανήκεις. Και όχι μονάχα αυτό, να ξέρεις και την αντίπαλη σου ομάδα. Να μην την περιφρονάς, να τη σπουδάζεις με αμεροληψία και σέβας, να ξέρεις καλά τις αρετές και τις δυνάμεις της, για να οργανώσεις ανάλογα και συ τις αρετές και τις δυνάμεις σου και να μην χάσεις το παιχνίδι.
Και ακόμα τούτο το σημαντικό, που αποτελεί το πιο κρυφό, το πιο πανανθρώπινο τέρμα του παιχνιδιού: να ξέρεις πώς και η αντίθετη ομάδα στο βάθος δεν είναι αντίμαχη, συνεργάζεται μαζί σου, γιατί χωρίς αυτή δεν θα υπήρχε παιχνίδι.
Ό,τι αγνότατα ηθικό μπορεί να μας μάθει ένα παιχνίδι είναι τούτο: Ο ανώτατος σκοπός του παιχνιδιού δεν είναι η νίκη παρά πως, από ποιους δρόμους, με ποιαν προπόνηση, με τι πειθαρχία, ακολουθώντας αυστηρά τους νόμους του παιχνιδιού, να μάχεσαι για τη νίκη».