Ο Δάκης που έκανε για μια ζωή πιο γλυκιά τη ζωή μας
Παρακαλούσε τον Θεό να τον πάρει κοντά του... Ο Δάκης ήταν από τα παιδικά μας χρόνια μια γλυκιά συντροφιά, ένας αξιοπρεπής καλλιτέχνης και άνθρωπος. Με το χαμόγελο και τους τρυφερούς στ(ήχους) των τραγουδιών του...
Είχα την τύχη στα παιδικά μου χρόνια, χάρη στον «μπον βιβέρ» θείο μου, να συναντώ στο εξοχικό των οικογενειακών διακοπών μας τεράστιους τραγουδιστές και γενικά ανθρώπους της μουσικής. Ήταν φίλοι του. Είχαμε ένα πικ απ με πάρα πολλούς δίσκους ελληνικής μουσικής και κάθε πρωί τις καθημερινές των διακοπών κάναμε «πρόγραμμα» με τους θρυλικούς εκείνης της εποχής. Και τα Σαββατοκύριακα τους έβλεπα μπροστά μου, να πίνουν καφέ ή «τσάι στο μπαλκόνι». Θυμάμαι ότι έμενα με ανοιχτό το στόμα και δεν ήξερα τι να πω όταν γυρίζαμε από τη θάλασσα και ήταν εκεί ο Πουλόπουλος, ο Πάριος, ο Μητροπάνος και τόσοι άλλοι.
Με τον Δάκη ήταν αλλιώς. Ήταν πάντα τόσο ευχάριστος, χαμογελαστός, προσηνής. Σε έκανε να νιώθεις άνετα και καθόλου άβολα. Πάντα είχε επιτυχίες, όλη εκείνη την εποχή και όσο περνούσε ο καιρός και τα χρόνια. Μέχρι την τελευταία φορά που τον είδα από κοντά, σε ένα κέντρο στο Κεφαλάρι, σε μια βραδιά γεμάτη γέλιο και τραγούδι με την καλή παρέα μου που αλωνίζαμε τις πίστες. Εκείνη η βραδιά ήταν διαφορετική.
Θυμάμαι το κόλλημα με το «τσάι στο μπαλκόνι» που περνούσε η ώρα και ο Δάκης δεν το έλεγε. «Κύριε Δάκη, το τσάι ξεχάσατε». Γελούσε και ο ίδιος και το άφησε για το τέλος. Το είπε δύο φορές, μαζί στο τραπέζι μας. Μια υπέροχη βραδιά, από τις πολλές με την παρέα του, τη γλυκιά φωνή του, τους ερωτικούς στίχους των τραγουδιών του, τη μουσική παρέα. Δεκαετιών. Ο Θεός του έκανε το χατίρι και τον πήρε κοντά του, από τη μεγάλη περιπέτεια και πόνο των τελευταίων ετών της ζωής του.
Δεν υπάρχει περίπτωση να ξεχαστεί στη δική μου καρδιά. Τα τραγούδια του, κάθε μέρα, μπορούν να φέρνουν τις αναμνήσεις πολύ πιο εύκολα. Κι αυτή φυσικά είναι η ευλογία των καλλιτεχνών ακόμη κι όταν φεύγουν για το «τσάι στο μπαλκόνι του παραδείσου»...