Ανοσοποιητικό σύστημα και ανοσία
Το ανοσοποιητικό σύστημα είναι η άμυνα του οργανισμού σε οτιδήποτε απειλεί να διαταράξει την ακεραιότητά του.
Αποτελείται από κύτταρα, όργανα, συστήματα, ουσίες όπως ο θύμος αδένας, ο σπλήνας, ο μυελός των οστών, οι λεμφαδένες, οι νευροδιαβιβαστές κ.ά. Ο μηχανισμός δράσης του είναι πολύπλοκος και συνίσταται στο να εντοπίζει και να αναγνωρίζει την απειλή, να αποκρυπτογραφεί τα χαρακτηριστικά της και να μεταφέρει την πληροφορία μέσω βιοχημικών ουσιών (κυτοκινών) σε όργανα όπου ενορχηστρώνεται η στρατηγική άμυνας. Μπορεί να ανιχνεύει παθογόνα αίτια όπως μύκητες, μικρόβια, ιούς και άλλα τοξικά αίτια που δεν είναι αντιληπτά με τις αισθήσεις, γι’ αυτό ονομάζεται έκτη αίσθηση. Επειδή πρέπει να διατηρείται σε συνεχή επαγρύπνηση, συνεργάζεται και αλληλοεπιδρά με το νευρικό και το ορμονικό σύστημα, ώστε οι αντιδράσεις του να είναι άμεσες, αποτελεσματικές και ελεγχόμενα ισορροπημένες (νεύρο-άνοσο-ενδοκρινική λειτουργία).
Πολλά νοσήματα, όπως η παχυσαρκία, ο υποσιτισμός, η διατροφή με μεταλλαγμένα ή επεξεργασμένα τρόφιμα, ο αλκοολισμός, οι τοξικές ουσίες και το υπερβολικό στρες, προκαλούν διαταραχή της λειτουργίας του, εξασθενούν σημαντικά το νευροανοσοενδοκρινικό σύστημα και προδιαθέτουν για ευαισθησία σε λοιμώξεις (ανοσοανεπάρκεια). Άλλοτε οι αντιδράσεις του έναντι των διαφόρων εξωτερικών εισβολέων είναι υπερβολικές, με αποτέλεσμα να προκαλούν βλάβες όπως βρογχόσπασμο (άσθμα) ή αυτοάνοσα νοσήματα.
Ολυμπιακός: Οι λύσεις που δίνει η επιστροφή του Ορτέγκα
Το ανοσοποιητικό σύστημα αποτελείται από δύο μέρη: το ενδογενές ή έμφυτο, το οποίο υπάρχει από τη γέννηση του ανθρώπου, και το επίκτητο, το οποίο αναπτύσσεται κατά τη διάρκεια της ζωής. Το ενδογενές περιλαμβάνει τα λευκά αιμοσφαίρια του αίματος (πολυμορφοπύρηνα, ουδετερόφυλα, λεμφοκύτταρα, μακροφάγα κ.ά.), καθώς και διάφορες πρωτεϊνικές ουσίες. Τα ουδετερόφυλα είναι οι στρατιώτες που μεταφέρονται με το αίμα στις πύλες εισβολής του ανεπιθύμητου παθογόνου παράγοντα, προκειμένου να τον εξουδετερώσουν. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της δημιουργίας της ελεγχόμενης φλεγμονής, οπότε ο βλαπτικός παράγοντας περιορίζεται στη θέση εισόδου. Είναι κατάλληλα για να εξουδετερώσουν μύκητες, βακτηρίδια, όχι όμως και ιούς, οι οποίοι εισέρχονται και πολλαπλασιάζονται στα κύτταρα. Τον ρόλο της εξουδετέρωσης των ιών αναλαμβάνουν άλλα κύτταρα του αίματος, οι φυσικοί φονιάδες (natural killers), οι οποίοι σκοτώνουν (αποδομούν) τα κύτταρα που μολύνονται από ιούς. Το ενδογενές ανοσοποιητικό σύστημα δρα άμεσα και για να ενεργοποιηθεί δεν χρειάζεται προηγούμενη έκθεση σε παθογόνο.
Το επίκτητο ή προσαρμοστικό ανοσοποιητικό σύστημα αποτελείται από δύο τύπους λεμφοκυττάρων. Τα Β-λεμφοκύτταρα που παράγουν αντισώματα (χυμική ανοσία) και τα Τ-λεμφοκύτταρα που αναγνωρίζουν και καταστρέφουν άλλα κύτταρα. Έχουν, επίσης, μνήμη, δηλαδή θυμούνται τον εισβολέα και αντεπιτίθενται, ενώ ταυτόχρονα βοηθούν τη λειτουργία αντισωμάτων (κυτταρική ανοσία). Αποτελούν την ειδική ομάδα εξειδικευμένων στρατιωτών στην εξουδετέρωση παθογόνων που είχαν αιφνιδιάσει τον οργανισμό όταν αυτός ήταν απροετοίμαστος επειδή τα είχε συναντήσει για πρώτη φορά. Όταν όμως ο βλαπτικός παράγοντας επανεμφανίζεται, αμέσως τα εξειδικευμένα κύτταρα τον αναγνωρίζουν και τον εξουδετερώνουν. Εδώ στηρίζονται ο εμβολιασμός και η τεχνητή ανοσοποίηση, η είσοδος δηλαδή στον οργανισμό εξασθενημένων ή νεκρών ιών ή τμημάτων αυτών, ώστε να χάσουν την τοξικότητά και τη λοιμωγονικότητά τους. Τέτοια εμβόλια είναι το BCG, της ιλαράς, της πολιομυελίτιδας, της ερυθράς κ.ά. και έχουν ωφελήσει ανυπολόγιστα την ανθρωπότητα.
Σε ό,τι αφορά τον κορονοϊό, δεν γνωρίζουμε πόσο διαρκεί η ανοσία μετά τη λοίμωξη ή τον εμβολιασμό. Αν κάποιος βρεθεί θετικός στο τεστ ανίχνευσης αντισωμάτων, δεν σημαίνει ότι έχει αναπτύξει ανοσία στον κορονοϊό και επομένως πρέπει να τηρεί τα προστατευτικά μέτρα. Πάντως, αν για τέσσερις μήνες μετά τη λοίμωξη ή το εμβόλιο τα αντισώματα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, είναι ένδειξη ότι ο οργανισμός προστατεύεται από νέα λοίμωξη. Στους ηλικιωμένους η ανοσία διαρκεί λιγότερο σε σχέση με τους νεότερους. Συνεπώς το ζήτημα της ανοσίας στον κορονοϊό δεν έχει διευκρινιστεί πλήρως και δεν γνωρίζουμε αν όλοι όσοι πέρασαν τη λοίμωξη ή έχουν εμβολιαστεί έχουν αποκτήσει τελικά ανοσία.
Δρόσος Βενετούλης
Πνευμονολόγος, τ. δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ