Η παράσταση Ερντογάν στο Αιγαίο
Ένας χρεοκοπημένος τύραννος δίνει παράσταση ισχύος στο Αιγαίο, χωρίς κι ο ίδιος να γνωρίζει σε τι μπορεί να ελπίζει
Είναι πράγματι οριακή η κατάσταση στο Αιγαίο ή ο γνωστός και μη εξαιρετέος ταραξίας της Ανατολικής Μεσογείου ρίχνει απλώς ένα προπέτασμα καπνού για να καλύψει τις επεκτατικές κινήσεις που γίνονται αυτόν τον καιρό στην Κεντρική Ασία από τη νέα υπερδύναμη;
Το «ΦΩΣ» προτείνει μια διαφορετική θέαση της κρίσης στο Αιγαίο!
Ολυμπιακός: Οι λύσεις που δίνει η επιστροφή του Ορτέγκα
Ο ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΔΡΑΚΟΣ
Πανδημία και στο βάθος ο στρατηγικός ανταγωνισμός των ΗΠΑ με την Κίνα. Οι πολιτικοί αναλυτές επικεντρώνονται κυρίως στις εμπορικές συναλλαγές των δύο χωρών και στην προφανή διαμάχη για τη Νότιο Θάλασσα της Κίνας. Φαίνεται ωστόσο πως ξαναμπαίνουμε στην εποχή της παγκόσμιας δυαρχίας, όπου δύο υπερδυνάμεις θα διαγκωνίζονται άγρια για τα πρωτεία. Η κατάσταση αυτή έχει πολλές και διαφορετικές διαστάσεις και συχνά αγνοούνται μεταβολές στη συμπεριφορά του Πεκίνου σε άλλους τομείς και ειδικά σε άλλες γεωγραφικές ζώνες. Στο προσκήνιο κυριαρχεί επικοινωνιακά ο γνωστός και μη εξαιρετέος ταραξίας της Ανατολικής Μεσογείου, με την παράστασή του να συγκαλύπτει κάποιες άλλες κινήσεις που παραμένουν αθέατες.
Το παρασκήνιο της νέας σχέσης Πεκίνου - Τεχεράνης
Από τις 6 Ιουλίου, όταν η Τουρκία εγκαινιάζει νέα σειρά προκλήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Λιβύη, εντελώς συμπτωματικά το Πεκίνο ολοκληρώνει ταχύτατα σειρά διαπραγματεύσεων με την Τεχεράνη. Έναν μήνα αργότερα ανακοινώνεται μία νέα μεγάλη συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών, διάρκειας 25 ετών, η οποία επίσημα αναβαθμίζει και εντάσσει πλέον ολοκληρωτικά το Ιράν στη μεγαλεπήβολη κινεζική πρωτοβουλία των μεγάλων εμπορικών διαδρόμων (Belt and Road Initiative – BRI).
Η συμφωνία προβλέπει τη χρηματοδότηση σε ορίζοντα πενταετίας με 280 δισεκατομμύρια δολάρια της αναβάθμισης του ιρανικού τομέα ενέργειας και επιπλέον ακόμα 120 δισεκατομμύρια δολάρια σε επενδύσεις στις βιομηχανικές μονάδες του Ιράν αλλά και στα μεταφορικά και τηλεπικοινωνιακά του δίκτυα. Με τη λήξη της πρώτης πενταετίας εάν και εφόσον απαιτηθεί προβλέπονται και άλλες εκταμιεύσεις προς την Τεχεράνη, ανάλογα με τις προκύπτουσες ανάγκες.
Ουσιαστικά πρόκειται για πιστοληπτική γραμμή διάσωσης της καθημαγμένης ιρανικής οικονομίας με επίκεντρο τον εκσυγχρονισμό του σιδηροδρομικού δικτύου, των λιμένων, των τηλεπικοινωνιών και την εγκατάσταση του υπερσύγχρονου ψηφιακού δικτύου 5G. Για να το πούμε πιο απλά, το Ιράν έχει χρεοκοπήσει και αντί να νιώσει στον τράχηλό του τη βαριά μπότα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, προτιμά να «ξεπουληθεί» ολοκληρωτικά στην υπερδύναμη του μέλλοντος.
Τα ανταλλάγματα, όπως αντιλαμβάνεστε, είναι ιδιαιτέρως βαριά: οι Κινέζοι θα αγοράζουν ιρανικό αργό πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άλλα πετρελαιοειδή σε ειδικό εκπτωτικό καθεστώς, που, αν και δεν έχει αποσαφηνισθεί, οπωσδήποτε περιλαμβάνει μεγάλες μειώσεις τιμών, περίπου στα επίπεδα του 32%.
Η εικοσιπενταετής συμφωνία συμπεριλαμβάνει και σοβαρές δεσμεύσεις στους αμυντικούς εξοπλισμούς. Το Ιράν θα αγοράσει, θέλοντας και μη, κινέζικα και ρωσικά οπλικά συστήματα. Οι δεσμεύσεις που αναλαμβάνει η Τεχεράνη έναντι του Πεκίνου έχουν τη μορφή ενός εξαιρετικά σκληρού μνημονίου, κατά πολύ χειρότερου από αυτά που έχει υποστεί η Ελλάδα.
Στο Ιράν εκφράζονται ήδη δριμύτατες αντιρρήσεις για τους βαρύτατους όρους της συμφωνίας που συνεπάγονται στην πραγματικότητα την εκποίηση της χώρας σε τιμή ευκαιρίας στο Πεκίνο. Στην Άγκυρα δεν σχολιάζεται από κανέναν. Οι Τούρκοι καταπίνουν ευχαρίστως και τη συνεργασία της Τεχεράνης με τους Κούρδους του Ιράκ, με υπόδειξη της Μόσχας, για τη δημιουργία ενεργειακού διαδρόμου προς τη Δύση. Η σκιά του Πεκίνου έχει αποκτήσει απότομα μεγάλο ειδικό βάρος στην περιοχή και πρακτικά δεν αντιμετωπίζεται ούτε παρακάμπτεται.
Στο βάθος Τουρκία
Επιπλέον οι Κινέζοι έχουν υποδείξει στην ιρανική κυβέρνηση να ενθαρρύνει τους πολίτες της χώρας να επενδύουν στον ενεργειακό τομέα, ώστε να καμφθούν οι συνεχώς διογκούμενες λαϊκές αντιδράσεις. Σε περίπτωση που κάτι δεν πάει καλά με την Τεχεράνη, οι Κινέζοι γλυκοκοιτάζουν και την Τουρκία, μία χώρα που επίσης οικονομικά βρίσκεται στην άκρη του γκρεμού. Μπορεί ο Ερντογάν με τους ψευτοπαλικαρισμούς του να έχει αποκλείσει προς το παρόν την προσφυγή της χώρας του στο ΔΝΤ, αλλά η νέα συμφωνία του Πεκίνου με το Ιράν τού δίνει μια ανέλπιστη ελπίδα διάσωσης. Η χώρα του έχει δεσμούς με την Κίνα, αλλά η σχέση των δύο χωρών κλονίζεται από την έλλειψη εμπιστοσύνης του Πεκίνου προς την Άγκυρα, κυρίως για την εντεινόμενη ανταγωνιστική της δράση στην Κεντρική Ασία, σε ζώνες που επιθυμεί διακαώς να ελέγξει το Πεκίνο.
Αν ο «σουλτάνος» δεχθεί τον ρόλο του στρατηγικού εταίρου στην πρωτοβουλία των μεγάλων εμπορικών διαδρόμων (Belt and Road Initiative – BRI), θα πρέπει να έχει προβλέψει με ποιον τρόπο θα διαχειριστεί τη λαϊκή οργή αλλά και την οργή των Αμερικανών. Το τουρκικό καθεστώς αντιλαμβάνεται πως ένα τέτοιο ενδεχόμενο συνεπάγεται μεγάλες αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας, όπου όπως και στο Ιράν η συμφωνία θα αντιμετωπιστεί με τη μορφή μίας αισχρής εκποίησης, αλλά και εξαιρετικά σοβαρές κυρώσεις από την πλευρά των ΗΠΑ και ενδεχόμενα την αποχώρηση από το ΝΑΤΟ.
Μόνη ελπίδα της Άγκυρας παραμένει η εκδήλωση ενδιαφέροντος από τους Κινέζους για οικονομική συμφωνία με την Τουρκία, ώστε να ξεγελάσει έστω και προσωρινά τις εξαγριωμένες αγορές με την προσδοκία κάποιας μορφής στήριξης της τουρκικής οικονομίας από το Πεκίνο.
Για την ώρα, πάντως, δεν διαφαίνεται σοβαρή προοπτική διάσωσης από κινεζικό δάκτυλο. Η Τουρκία βαίνει ολοταχώς στην πορεία της προς την πτώχευση. Από την άλλη οι Κινέζοι δεν έχουν κανέναν λόγο να βιάζονται. Στην περίπτωση της Τεχεράνης έδειξαν πως ξέρουν να παίζουν καλά το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι. Θα περιμένουν ίσως μέχρι η Τουρκία να πέσει σαν ώριμο φρούτο στην ποδιά τους, και πάλι εκείνοι θα αποφασίσουν αν και με ποιον τρόπο θα βοηθήσουν τη γείτονα χώρα.
Για την ώρα ο Ερντογάν, με βλέμμα απεγνωσμένο προς την Ανατολή, δίνει άλλη μια παράσταση ισχύος στο Αιγαίο, χωρίς κι ο ίδιος να πιστεύει σε αυτήν. Από την άλλη πλευρά ο δυτικός κόσμος ασχολείται κόρον με τον γνωστό ταραξία της περιοχής του παρέχοντας κατά κύριο λόγο στους Κινέζους και κατά δεύτερο λόγο στους Ρώσους την ευκαιρία να ολοκληρώσουν αθόρυβα μία τεράστιας κλίμακας γεωπολιτική μεταβολή στην Κεντρική Ασία και στη Μεσοποταμία.