Oι πέντε κορυφαίοι ξένοι γκαρντ της δεκαετίας για τον Ολυμπιακό
Το «ΦΩΣ» ξεχωρίζει τους πέντε κορυφαίους και πιο πετυχημένους ξένους γκαρντ που αγωνίστηκαν στον Ολυμπιακό την τελευταία δεκαετία, παίζοντας στο πλευρό του Βασίλη Σπανούλη. Κανείς σαν τον Έισι Λο.
Στη δεκαετία που μας πέρασε, η περιφερειακή γραμμή του Ολυμπιακού χαρακτηρίστηκε από την ηγετική μορφή του Βασίλη Σπανούλη. Παράλληλα, αγωνίστηκαν δίπλα του και εξαιρετικοί Έλληνες γκαρντ, όπως ο Κώστας Σλούκας και ο Βαγγέλης Μάντζαρης, βιώνοντας μαζί πρωταθλήματα και διακρίσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη.
Παράλληλα, όμως, στο πλευρό του αρχηγού των «ερυθρολεύκων» πέρασαν και σπουδαίοι ξένοι γκαρντ. Κάποιοι δεν μπόρεσαν να ταιριάξουν και να συνεισφέρουν σύμφωνα με το βιογραφικό και το ταλέντο τους (Ντορόν Πέρκινς, Μπόμπι Μπράουν, Γιάνις Στρέλνιεκς), αλλά υπήρχαν αρκετοί που βρήκαν χημεία στο πλευρό του Λαρισαίου σκόρερ, βοηθώντας τους Πειραιώτες να γνωρίσουν επιτυχίες. Ας δούμε τη σχετική λίστα.
Ολυμπιακός: Οι λύσεις που δίνει η επιστροφή του Ορτέγκα
1. Έισι Λο (2012-2014)
Ο Αμερικανός γκαρντ ήρθε στον Ολυμπιακό τον Ιανουάριο του 2012 ως μία λύση ανάγκης, για να αντικαταστήσει τον αποχωρήσαντα Κεϊλίν Λούκας, ο οποίος είχε απογοητεύσει. Eίχε αξιόλογο βιογραφικό στο ΝΒΑ (είχε επιλεγεί στο νούμερο «11» στο ντραφτ του 2007 από τους Χοκς), έχοντας αγωνιστεί σε Ατλάντα, Γκόλντεν Στέιτ, Σικάγο και Μέμφις. Το 2011 ήρθε πρώτη φορά στην Ευρώπη για την Παρτιζάν, εντυπωσιάζοντας με τις εμφανίσεις του.
Όταν οι Ντούσαν ‘Ιβκοβιτς και Βαγγέλης Αγγέλου τον επέλεξαν, αρκετοί είχαν αμφιβολίες για το κατά πόσο θα μπορούσε να ταιριάξει στο πλευρό του Βασίλη Σπανούλη, καθώς είχε τη φήμη του παίκτη που παίρνει αρκετά σουτ και θέλει την μπάλα στα χέρια του.
Τελικά, όχι μόνο δεν δημιουργήθηκε πρόβλημα, αλλά ο αρχηγός βρήκε την καλύτερη χημεία που είχε ποτέ στην καριέρα του στο μεγάλο λιμάνι με ξένο γκαρντ. Μαζί κατέκτησαν δύο σερί πρωταθλήματα Ευρώπης (2012, 2013), αλλά και το πρωτάθλημα στην Ελλάδα. Ήταν σημαντικό το γεγονός πως ο Έισι Λο έκανε βήμα πίσω, κατάλαβε τον ρόλο του, βάζοντας το «εμείς» πάνω από το «εγώ», αν και είχε τις δυνατότητες να γίνει παίκτης-πρωταγωνιστής.
«Βράχος» στην άμυνα, σκληροτράχηλος γκαρντ, ήταν ασταμάτητος όταν επιχειρούσε να τελειώσει τις φάσεις στον αιφνιδιασμό, συνεισφέροντας ενεργά σε σκορ και δημιουργία. Είχε πραγματοποιήσει εξαιρετική σειρά στα πλέι οφ του 2012 κόντρα στη Σιένα (9,3 πόντοι, 4,5 ασίστ, 2,8 ριμπάουντ). Στον τελικό του 2012 κόντρα στην ΤΣΣΚΑ έδειξε αυτοθυσία, παίζοντας ουσιαστικά με ένα... πόδι, ενώ στον τελικό του 2013 στο Λονδίνο απέναντι στη Ρεάλ έκανε το καλύτερο ματς της καριέρας του: 20 πόντοι, 5 ασίστ, 5 ριμπάουντ.
Δυστυχώς, όμως, είχε ένα σοβαρό πρόβλημα στο γόνατο, ένας τραυματισμός που τον ανάγκασε το 2014 όχι μόνο να διακόψει άδοξα τη συνεργασία του με τους Πειραιώτες (σε ηλικία μόλις 29 ετών), αλλά και να αποχωρήσει νωρίς από το μπάσκετ. Αν δεν υπήρχε το πρόβλημα, θα μπορούσε να μείνει για πολλά χρόνια στο μεγάλο λιμάνι.
2. Μίλος Τεόντοσιτς (2007-2011)
Το 2010 ο Μίλος Τεόντοσιτς αναδείχθηκε ο μεγάλος MVP της Eυρωλίγκας, οδηγώντας τον Ολυμπιακό έως και τον τελικό του φάιναλ φορ του Παρισιού, σε μία τρομερή σεζόν για τον ίδιο, στην οποία είχε μέσο όρο 13,4 πόντους (42,6% τρίποντα), 4,9 ασίστ και 2,5 ριμπάουντ. Στα πλέι οφ μάλιστα κόντρα στην Πρόκομ έκανε πράματα και... θάματα: 15,5 πόντοι, 47,6% τρίποντα, 8 ασίστ και 2,5 ριμπάουντ. Παράλληλα, τόσο το 2010 όσο και το 2011 ήταν ο πρωταγωνιστής στην κατάκτηση των δύο σερί Κυπέλλων Ελλάδας (2010, 2011) κόντρα στον Παναθηναϊκό στο Ελληνικό.
Δεν μπόρεσε, όμως, να κατακτήσει ένα πρωτάθλημα με τον Ολυμπιακό που τόσο ήθελε. Συνεργάστηκε για μία σεζόν (2010-11) με τον Βασίλη Σπανούλη, με τους δύο άνδρες να αναπτύσσουν και στενή φιλία, αλλά το καλοκαίρι του 2011 οι «ερυθρόλευκοι» αποφάσισαν να πουλήσουν τον Σέρβο πλέι μέικερ στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας.
Σπουδαίος γκαρντ, εγκεφαλικός παίκτης, με τρομερή ικανότητα στην πάσα, διαθέτοντας και «εκτελεστικό» ένστικτο. Οι Αγγελόπουλοι επένδυσαν εύστοχα πάνω του το 2007, όταν και ήταν μόλις 20 ετών. Η Ευρωλίγκα πρόσφατα τον ανακήρυξε στην κορυφαία ομάδα της δεκαετίας στη διοργάνωση και όχι άδικα, καθώς με τους Ρώσους απογείωσε ακόμη περισσότερο το μέγεθος του ταλέντου του.
3. Ντάνιελ Χάκετ (2015-2017)
Ο Ντάνιελ Χάκετ ήρθε στον Ολυμπιακό το καλοκαίρι του 2015, όντας επιλογή του Γιάννη Σφαιρόπουλου. Και εδώ υπήρξε προβληματισμός για τη συμπεριφορά του, καθώς είχε τη φήμη του... κακού παιδιού. Τελικά, όμως, το «ερυθρόλευκο» περιβάλλον τον έκανε να βγάλει εντός και εκτός παρκέ τον καλύτερο εαυτό.
Άπαντες έχουν να λένε για έναν από τους καλύτερους χαρακτήρες ξένων παικτών που πέρασαν τα τελευταία χρόνια από το μεγάλο λιμάνι. Έκανε και εκείνος το βήμα πίσω, κατάλαβε τον ρόλο του και βρήκε χημεία στο πλευρό του Βασίλη Σπανούλη. Τρομερός αμυντικός στην περιφέρεια, εξπέρ στην πίεση πάνω στην μπάλα, πρόσφερε ενεργά και εκείνος σε σκορ και δημιουργία, διαθέτοντας μεσογειακό ταπεραμέντο.
Ο Ιταλός διεθνής στην πρώτη του σεζόν κατέκτησε το πρωτάθλημα στην Ελλάδα (2016) με τα τρίποντα του αρχηγού μέσα στο ΟΑΚΑ, ολοκληρώνοντας τη χρονιά στην Ευρωλίγκα (2015-16) έχοντας 8,1 πόντους, 2,3 ασίστ και 2,3 ριμπάουντ. Είχε «δεθεί» με παίκτες, προπονητές και τον κόσμο, άπαντες του είχαν μεγάλη και εκτίμηση και εκείνος έβλεπε τον εαυτό του να μένει για αρκετές σεζόν στον Πειραιά.
Τον Δεκέμβριο του 2016, όμως, ήρθε ο σοβαρός του τραυματισμός στο ΣΕΦ στο παιχνίδι κόντρα στην Ούνιξ. Έχασε το υπόλοιπο της σεζόν, καθώς η διάγνωση ανέφερε «εκτεταμένη ρήξη οπίσθιων μηριαίων». Το καλοκαίρι του 2017 οι Πειραιώτες πήραν μία δύσκολη απόφαση. Έχοντας ταλαιπωρηθεί με τον τραυματισμό του Πάτρικ Γιανγκ, ο οποίος δεν μπόρεσε να συνέλθει ποτέ μετά την εγχείρηση (συν το παράδειγμα του Έισι Λο), οι «ερυθρόλευκοι» του γνωστοποίησαν πως δεν θα συνεχίσουν τη συνεργασία μαζί του. Το θέμα δεν ήταν αγωνιστικό, αλλά καθαρά ιατρικό, με τις δύο πλευρές να χωρίζουν με... δάκρυα στα μάτια και αμοιβαία εκτίμηση.
4. Όλιβερ Λαφαγέτ (2014-2015)
Ο Όλιβερ Λαφαγέτ δεν είχε τη φήμη του σταρ, όπως διέθετε ο Ντάνιελ Χάκετ, ούτε το βιογραφικό και τη παρουσία στο ΝΒΑ που είχε ο Έισι Λο. Δεν υπήρξε ποτέ πρωταγωνιστής στην Ευρωλίγκα, όπως ο Μπόμπι Μπράουν (με τη Σιένα), ούτε και είχε παίξει σε φάιναλ φορ όπως ο Ντορόν Πέρκινς το 2011 με τη Μακάμπι. Ήρθε στον Πειραιά με χαμηλούς τόνους το 2014, όντας επιλογή του Γιώργου Μπαρτζώκα, δείχνοντας καλά στοιχεία την προηγούμενη σεζόν με τη Ζαλγκίρις.
Υπό τις οδηγίες του Γιάννη Σφαιρόπουλου, όμως, αποτέλεσε σημαντικό εργαλείο σε εκείνο το πετυχημένο 2015. Στο οποίο ο Ολυμπιακός κατέκτησε το πρωτάθλημα στην Ελλάδα (με 3-0 νίκες), φτάνοντας έως και τον τελικό του φάιναλ φορ της Μαδρίτης, χάνοντας το τρόπαιο από τη Ρεάλ.
Τελείωσε τη σεζόν έχοντας 6,8 πόντους, με 40,4% στα τρίποντα, συν 2,6 ασίστ και μόλις 0,8 λάθος. Καλός συμπαίκτης και τίμιος σε αυτά που έπρεπε να κάνει στο παρκέ. Έπαιξε μόλις μία σεζόν στο μεγάλο λιμάνι, αλλά η προσφορά του στις επιτυχίες της ομάδας ήταν ενεργή και ουσιαστική.
5. Έρικ Γκριν (2016-2017)
Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος τον επέλεξε το καλοκαίρι του 2016, γιατί ήθελε ο Ολυμπιακός να έχει στην περιφέρειά του ακόμη έναν γκαρντ με έφεση στο σκορ και στο σουτ, πέρα από τον Βασίλη Σπανούλη. Ένα επιπλέον επιθετικό όπλο που θα... έσπαγε τη μονοτονία του πικ εν ρολ.
Μπορεί να μην ήταν ιδιαίτερα ομαδικός, να είχε λίγο... θέμα με την πάσα, αλλά ο Έρικ Γκριν διέθετε μεγάλο ταλέντο στο να βάζει την μπάλα στο καλάθι. Ήταν δεινός σκόρερ! Σούταρε και ύστερα από ντρίμπλα, όντας εξαιρετικός στο «ένας εναντίον ενός». Έδωσε την επιθυμητή επιθετική ώθηση στους Πειραιώτες, φτάνοντας μαζί τους έως και τον τελικό της Ευρωλίγκας το 2017.
Koρυφαία του εμφάνιση η εκκωφαντική απόδοσή του στο Καζάν, όταν μέτρησε 25 πόντους, με 7/8 δίποντα και 3/5 τρίποντα, τελειώνοντας τη σεζόν στην Ευρωλίγκα με 10 πόντους (40,0% στα τρίποντα) και 1,9 ασίστ. Δεν ήταν όμως ιδιαίτερα σταθερός σε απόδοση, είχε σκαμπανεβάσματα, αδυναμία στη δημιουργία, ενώ δεν... κούμπωσε και ιδανικά στο πλευρό του Βασίλη Σπανούλη. Όλα αυτά τον έφεραν μακριά από το μεγάλο λιμάνι στο τέλος της σεζόν.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ