Όταν κατέρρευσε ο Μάρλεϊ
Σαν σήμερα, στις 8 Οκτωβρίου του 1980, καταρρέει ο Μπομπ Μάρλεϊ και μεταφέρεται σε νοσοκομείο, όπου διαπιστώνεται ότι πάσχει από όγκο στον εγκέφαλο. Ο άνθρωπος που έκανε γνωστή τη ρέγκε μουσική σ’ όλο τον κόσμο θα πεθάνει επτά μήνες αργότερα.
Στην πραγματικότητα, ο καρκίνος είχε ήδη κάνει μετάσταση στον εγκέφαλο, τους πνεύμονες, το ήπαρ και το στομάχι του Τζαμαϊκανού μουσικού. Κατέρρευσε καθώς έκανε τζόγκινγκ στο Σέντραλ Παρκ της Νέας Υόρκης. Τρία χρόνια νωρίτερα, το 1977, διαγνώστηκε κακόηθες μελάνωμα στο πόδι του. Πιστός στις αρχές του ρασταφαριανισμού, αρνήθηκε τον ακρωτηριασμό. Θεωρούσε πως κάτι τέτοιο θα επηρέαζε αρνητικά τον χορό του και πίστευε ότι το σώμα θα έπρεπε να είναι ολόκληρο. Μια γιατρός στο Μαϊάμι του είπε πως ο ακρωτηριασμός δεν ήταν απαραίτητος και έτσι προχώρησε στην αφαίρεση ενός μικρού κομματιού από το πόδι του.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ζήτησε τη βοήθεια ειδικών στη Γερμανία. Συνειδητοποιώντας όμως ότι τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα, αποφάσισε να επιστρέψει στην Τζαμάικα. Τα τελευταία λόγια στον γιο του Ζίγκι συνοψίζουν τα ιδανικά του και στέλνουν μήνυμα στην ανθρωπότητα: «Τα λεφτά δεν αγοράζουν τη ζωή».
Η απόπειρα δολοφονίας του το 1976, ένα τραυματισμένο δάχτυλο που αποδείχθηκε μοιραίο, το ποδόσφαιρο, ο ρασταφαριανισμός, η ρέγκε, η Τζαμάικα, η πίστη και η αγάπη του Μάρλεϊ για ειρήνη αποτελούν τις λέξεις-κλειδιά της ζωής του μεγάλου αυτού όχι μόνο καλλιτέχνη, αλλά και ανθρώπου.
Πέθανε σε ηλικία 36 ετών και στην κηδεία του είχε τιμές ήρωα. Η μεταθανάτια συλλογή του «Legend» (1984), η οποία περιελάμβανε τραγούδια όπως τα «I Shot the Sheriff», «No Woman, No Cry», «Three Little Birds», «Could You Be Loved», «Jamming», «Redemption Song» και «One Love», πούλησε τα περισσότερα αντίτυπα στην ιστορία της ρέγκε μουσικής.