Μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου και ηλικία
Η μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου αποτελεί τη μέγιστη ποσότητα οξυγόνου που μπορούν να προσλάβουν και να χρησιμοποιήσουν οι μύες από το αίμα.
Η μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου αποτελεί τη μέγιστη ποσότητα οξυγόνου που μπορούν να προσλάβουν και να χρησιμοποιήσουν οι μύες από το αίμα και αντανακλά, εκτός από την αερόβια φυσική κατάσταση, την υγεία του σώματος και τη μακροβιότητα. Εξαρτάται από μια αλληλουχία λειτουργιών, όπως η ικανότητα των πνευμόνων να προσλαμβάνουν οξυγόνο, της καρδιάς και των αγγείων να μεταφέρουν οξυγόνο μέσω της ροής του αίματος, της διάχυσης του οξυγόνου από τα αγγεία στους μυς και, τελικά, την επεξεργασία του από τα μιτοχόνδρια για την παραγωγή ενέργειας, καθώς και την απομάκρυνση από τους μυς των προϊόντων του μεταβολισμού μέσω των φλεβών.
Αν και μέσω της προπόνησης η λειτουργία των πνευμόνων δεν βελτιώνεται, η καρδιά βελτιώνει την αντλητική της ικανότητα, δηλαδή σε κάθε σύσπαση παρέχει περισσότερο αίμα, άρα και οξυγόνο στην κυκλοφορία. Ταυτόχρονα βελτιώνεται και η βατότητα του αγγειακού δικτύου σε επίπεδο τριχοειδών (διάνοιξη και διάταση εφεδρικών τριχοειδών και δημιουργία νέων), οπότε διαχέεται περισσότερο αίμα, πλούσιο σε οξυγόνο στα κύτταρα των μυών.
Ολυμπιακός: Οι λύσεις που δίνει η επιστροφή του Ορτέγκα
Ποιοι είναι, όμως, οι παράγοντες που συμβάλλουν στη μείωση της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου με την αύξηση της ηλικίας; Η λειτουργικότητα των πνευμόνων ελάχιστα επηρεάζεται με την αύξηση της ηλικίας και δεν αποτελεί περιοριστικό παράγοντα της οξυγόνωσης των μυών, ακόμα και κατά τη μέγιστη άσκηση.
Μελετήθηκαν ομάδες από εθελοντές ηλικίας 26 ετών και ηλικιωμένους με μέσον όρο ηλικίας τα 75 έτη, με τα ίδια χαρακτηριστικά βάρους και αθλητικής δραστηριότητας, και εκτέλεσαν δύο τεστ στη μέγιστη προσπάθεια. Στο πρώτο τεστ οι εθελοντές έκαναν ποδηλασία, οπότε μετρήθηκαν τα επίπεδα ανοχής όλων των συστημάτων (αναπνευστικού, καρδιοκυκλοφορικού, μυοσκελετικού). Στο δεύτερο τεστ οι εθελοντές έκαναν ποδηλασία μόνο με το ένα πόδι, οπότε ενεργοποιήθηκαν πολύ λιγότεροι μύες και η καρδιά δεν επιβαρύνθηκε ιδιαίτερα. Όπως αναμενόταν, οι ηλικιωμένοι είχαν μικρότερη μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου από τους νεότερους κατά 38% στο πρώτο τεστ και κατά 27% στο δεύτερο τεστ. Αφού και στις δύο περιπτώσεις έχουμε μείωση της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου και δεδομένου ότι στη δεύτερη περίπτωση δεν εμπλέκεται η καρδιά, συνεπάγεται ότι στη μείωση της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου εμπλέκονται, κυρίως, περιφερικοί παράγοντες, όπως η μείωση της κυκλοφορίας και της διάχυσης του οξυγόνου στους μυς. Η ικανότητα των μυών να χρησιμοποιούν οξυγόνο δεν ελαττώθηκε, αφού διαπιστώθηκε από βιοψίες μυών ότι η μεγίστη πρόσληψη οξυγόνου στα μιτοχόνδρια ήταν ίδια και στις δύο ηλικιακές ομάδες. Αυτό δείχνει ότι η ικανότητα επεξεργασίας από τους μυς δεν καθορίζεται από την ηλικία, αλλά από την αυξημένη φυσική δραστηριότητα. Αυτή η μελέτη έρχεται να επιβεβαιώσει μια άλλη μελέτη μεταξύ προπονημένων και απροπόνητων εθελοντών, στην οποία διαπιστώθηκε ότι, ενώ στους απροπόνητους ο περιοριστικός παράγοντας της άσκησης ήταν ο μειωμένος αριθμός μιτοχονδρίων, στους προπονημένους υπήρχε περίσσια μιτοχονδρίων, δηλαδή μιτοχονδρίων που δεν είχαν χρησιμοποιηθεί ακόμα και κατά τη μέγιστη προσπάθεια.
Είναι σαφές ότι κάθε σύστημα του σώματος που συμμετέχει στη μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου (πνεύμονες, καρδιοκυκλοφορικό, αντιοξειδωτικό σύστημα, ένζυμα, κ.λπ.) έχει τις δικές του ξεχωριστές εφεδρείες, οι οποίες μπορούν να αναπτυχθούν με την άσκηση αντοχής και ανεξάρτητα από την ηλικία μπορεί να επηρεάσουν τη μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου. Στο ερώτημα γιατί οι αθλητές αντοχής αναπτύσσουν περίσσια μιτοχονδρίων, η απάντηση μπορεί να είναι ότι τα μιτοχόνδρια βοηθούν στην καύση του λίπους συμβάλλοντας στην αύξηση της απόδοσης χωρίς να μεταβάλλεται η μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου.
Το συμπέρασμα είναι ότι για να αποτραπεί, τουλάχιστον εν μέρει, η πτώση της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου στον ηλικιωμένο αθλητή, χρειάζεται άσκηση αντοχής, στην οποία χρησιμοποιούνται όλοι οι μύες ή αλλιώς ενεργοποιώντας όλα τα συστήματα με πολλαπλούς τρόπους άθλησης, όπως κολύμπι, τρέξιμο, γιόγκα και λιγότερο ασκήσεις επιβάρυνσης της καρδιάς. Επομένως το τρέξιμο σε διαφορετικές ταχύτητες πιθανώς να είναι πιο ωφέλιμο από το καθημερινό μονότονο τρέξιμο και το πολύ έντονο τρέξιμο που επιβαρύνει την καρδιά.
(Απόδοση από το Runner’s world)
Δρόσος Βενετούλης
Πνευμονολόγος, τ. δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά