Η επιδημία γέλιου στην Τανζανία, που «μεταδόθηκε» σε μαθητές και ανάγκασε 14 σχολεία να κλείσουν
Στις 30 Ιανουαρίου του 1962, ξέσπασε μια πρωτοφανής ασθένεια. Η επιδημία του νευρικού γέλιου, σε ένα οικοτροφείο θηλέων στην Τανγκανίκα, τη σημερινή Τανζανία της Αφρικής.
Το φαινόμενο, έκανε για πρώτη φορά τους επιστήμονες να μελετήσουν την επίδραση του γέλιου στον ανθρώπινο οργανισμό.
Η επιδημία του γέλιου σε οικοτροφείο, το 1962
Όλα άρχισαν, όταν τρία κορίτσια ξεκίνησαν να γελάνε από ένα αστείο που ειπώθηκε μεταξύ τους. Τελικά, το γέλιο πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις, επηρεάζοντας 95 από τις 159 μαθήτριες του οικοτροφείου της Κασάσα, όλες μεταξύ 12 ως 18 ετών. Τα συμπτώματα κράτησαν για κάποιες από τις κοπέλες για μερικές ώρες, ενώ άλλες υπέφεραν μέχρι και 16 μέρες. Το γέλιο ήταν πια μαζική υστερία. Σύμφωνα με έρευνες του πανεπιστημίου του Λονδίνου, εξακριβώθηκε ότι ήταν μεταδοτικό και ότι ο ήχος και μόνο του γέλιου διεγείρει την ίδια περιοχή του εγκεφάλου του ακροατή που ενεργοποιείται όταν χαμογελά. Εκτός από το νευρικό γέλιο, παρατηρήθηκαν και άλλα συμπτώματα όπως πόνος, λιποθυμίες, αναπνευστικά προβλήματα, εξανθήματα, σπαρακτικό κλάμα, και ουρλιαχτά.
Το εκπαιδευτικό προσωπικό του σχολείου, δεν εμφάνισε συμπτώματα και επειδή οι μαθήτριες ήταν ανίκανες να συγκεντρωθούν στα μαθήματά τους, το ίδρυμα έκλεισε αναγκαστικά στις 18 Μαρτίου του 1962. Κάποια κορίτσια που «κόλλησαν» από την επιδημία και επέστρεψαν στα χωριά τους, την μετέφεραν εκεί. Τελικά, η λανθασμένη τακτική πολλαπλασίασε τα κρούσματα, αντί να τα μειώσει. Τον Απρίλη και τον Μάη, 217 κάτοικοι του χωριού εμφάνισαν παρόμοιες κρίσεις. Στην πλειοψηφία τους ήταν παιδιά που πήγαιναν σχολείο ή νεαροί ενήλικες. Το σχολείο της Κασάσα, άνοιξε πάλι στις 21 Μαίου, αλλά χρειάστηκε να ξανακλείσει προς το τέλος του Ιουνίου, αφού πολλοί κάτοικοι του χωριού «νόσησαν» από την επιδημία. Τον Ιούνιο, η επιδημία εξαπλώθηκε μέχρι το δημοτικό σχολείο θηλέων του χωριού Ramashenye, κοντά στο Bukoba, «κολλώντας» 48 κορίτσια. Συνεχίστηκε με νέο κύμα στο Kanyangereka, με το κλείσιμο δύο σχολείων αρρένων. Μετά από περίπου 18 μήνες, το φαινόμενο εξαφανίστηκε. Η επιδημία διήρκησε συνολικά 1μιση περίπου χρόνο με σταδιακές διακυμάνσεις. Η επιδημία, έκλεισε συνολικά 14 σχολεία και έκανε περίπου 1000 άτομα να «νοσήσουν».
Επεξήγηση της επιδημίας
Τα σχολεία τότε, ήταν ιεραποστολικά, δηλαδή αρκετά αυστηρά ενώ η Τανγκανίκα, ακολουθούσε επίσης αυστηρά, την παράδοση με θεματοφύλακες τους μεγαλύτερους. Υπήρχε μία πολιτιστική ασυμφωνία, όταν η τότε Τανγκανίκα είχε ανεξαρτητοποιηθεί από το Ηνωμένο Βασίλειο, λίγο πριν ξεσπάσει η επιδημία. Τα παιδιά πιέζονταν από δύο πηγές.
Ταυτόχρονα προσπαθούσαν να προσαρμοστούν στις αλλαγές και στον νέο περιβάλλον μακριά από το σπίτι τους. Οι σχολικές επιρροές ονομάστηκαν «αντιδράσεις μετατροπής» και το θέμα αυτό απασχολούσε τις νεαρές οικοτρόφους που τις έκανε αρχικά να ξεσπάσουν σε γέλια, κάτι που μετά προκάλεσε υστερία και εν τέλει την επιδημία του γέλιου.
Γιατροί του Νταρ Ες Σαλάμ, εξήγησαν ότι: η «αρρώστια του γέλιου» προκαλεί ένα είδος πραγματικής μαζικής υστερίας, με γέλιο αδιάκοπο και εξουθενωτικό για τον οργανισμό. Ακόμη, ο ερευνητής Hempelmann εξήγησε ότι το φαινόμενο δεν είχε να κάνει με το χιούμορ, αφού οι άνθρωποι έδειχναν διάφορα συμπτώματα άγχους, όπως πόνος, εξανθήματα, λιποθυμίες και αναπνευστικά προβλήματα και το γέλιο αποτελούσε απλώς ένα επιπρόσθετο σύμπτωμα. Το φαινόμενο της μαζικής υστερίας, συμβαίνει σε κόσμο με χρόνιο στρες και μάλιστα κάθε βδομάδα ανά τον κόσμο. Πλέον, με βάση τον Hempelmann, δημιουργήθηκε ο επιστημονικός όρος «Μαζική Ψυχογενής Ασθένεια» (MPI) και δεν προκαλείται από το περιβάλλον, αλλά από την πίεση του πληθυσμού λόγω ψυχοπαθολογικών παραγόντων.