Ηλιόπουλος-Χατζηχρήστος: Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες σημειώσατε «Χ»
Ντίνος Ηλιόπουλος εναντίον Κώστα Χατζηχρήστου. Μια ανόητη αλλά αιματηρή βεντέτα δεκαετιών βάζει σε περιπέτειες τα εναπομείναντα αρσενικά μέλη δύο οικογενειών. Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες: Ένας μίνι "παγκόσμιος πόλεμος" ξεκινά.
Έτσι ενώνεται ξαφνικά η μοίρα ενός ράφτη στο κέντρο της Αθήνας κι ενός Πυργιώτη κτηματία με φόντο την πρωτεύουσα καθώς ανατέλλει η δεκαετία του '60. Τα συγγενικά πρόσωπα που συνδαυλίζουν τη αντιπαράθεση φέρνουν το μαντάτο ενός φονικού που αναζωπύρωσε τη βεντέτα. Το αίμα ζητά αίμα αλλά οι τελευταίοι εκπρόσωποι αποδεικνύονται ευτυχώς κατώτεροι των περιστάσεων.
Κωμωδία παρεξηγήσεων, πραγματικό "διαμάντι" της Φίνος Φιλμ και του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, σε σενάριο και σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλάριου, με σφιχτή πλοκή και εμβληματικές ερμηνείες θα παίζεται και θα ξαναπαίζεται για πολλές ακόμα δεκαετίες. Απολαμβάνουμε όχι μόνο ευρηματικούς ηθοποιούς αλλά και μια εύστοχη αλληλουχία αστικών πλάνων που μας δίνουν κυριολεκτικά την Ελλάδα του '50 και του '60 στο πιάτο. Το μπρα-ντε-φερ Ηλιόπουλου και Χατζηχρήστου στο πανί δεν έχει νικητή όπως και αυτό της Τζούλυ Γαρμπή και του Παντελή Ζερβού ως συγγενών. Όλοι τους είναι υπέροχοι. Αυθορμητισμός και αυτοσχεδιασμός μπροστά στον κινηματογραφικό φακό από γεννημένους θεατρίνους.
Ολυμπιακός: Αυτό που λείπει από τον Ελ Κααμπί
Το κωμικό στοιχείο δίνει κατά στιγμές τη θέση του σ’ ένα θρίλερ όπου κυριαρχεί η μανία καταδιώξεως. Οι αθέλητοι πρωταγωνιστές της ταινίας αναζητούν την οδό διαφυγής από τις προκαταλήψεις των στενών συγγενών οι οποίοι λόγω φύλου ή ηλικίας βγάζουν μεν την ουρά τους απέξω αλλά οδηγούν την αιώνια βεντέτα σ’ ένα ακόμα αιματηρό επεισόδιο. Το πνεύμα της κωμωδίας ευτυχώς πρυτανεύει μακριά από μεγαλοστομίες και κορώνες που συναντά κανείς στις «σοβαρές» τις λεγόμενες και δραματικές ταινίες του ελληνικού σινεμά που συνήθως είναι για γέλια και για κλάματα.
Η ταινία «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες» έκανε πρεμιέρα στις 2 Φεβρουαρίου 1960 και έκοψε 59.436 εισιτήρια κατά την πρώτη της προβολή στους κινηματογράφους της Αθήνας και του Πειραιά, κατακτώντας τη 12η θέση ανάμεσα στις 52 ελληνικές ταινίες που προβλήθηκαν την κινηματογραφική περίοδο 1959–60.