Μαρτίνς: «Νοιάζομαι για κάθε παίκτη, υπάρχει ταύτιση απόψεων και πολλή αγάπη για τον Ολυμπιακό»
Η ταύτιση απόψεων, η αγάπη που εισπράττει και η πίστη στη σπουδαία δουλειά που γίνεται στον Ολυμπιακό, είναι οι βασικοί άξονες της επιτυχίας σύμφωνα με τον Πέδρο Μαρτίνς.
Η ενδιαφέρουσα και εφ' όλης της ύλης συνέντευξη του προπονητή του Ολυμπιακού Πέδρο Μαρτίνς στο περιοδικό Sabad.
Για τις συζητήσεις με τη διοίκηση και το χτίσιμο του ρόστερ: «Ναι, υπάρχει ξεκάθαρη ταύτιση με τον σύλλογο και με τους ανθρώπους που δουλεύουν σε αυτόν, μεγάλος σεβασμός και αναγνώριση από την πλευρά των φιλάθλων. Μου έχουν δώσει πολλή αγάπη. Χτίσαμε αυτό το ρόστερ το 2018 με πολλούς νεαρούς παίκτες και η εξέλιξη ήταν φανταστική. Η ομάδα είχε τρεις Έλληνες όταν έφτασα, αλλά τώρα έχει περισσότερους. Καταφέραμε και πήραμε δύο-τρεις, οι οποίοι είχαν προϋπάρξει στον σύλλογο και γνωρίζουν την φιλοσοφία της ομάδας. Έχουμε ένα σύνολο Πορτογάλων και Γαλλόφωνων ποδοσφαιριστών που ανταποκρίνονται σωστά με τις ιδέες μας».
Ολυμπιακός: Οι λύσεις που δίνει η επιστροφή του Ορτέγκα
Για τις επιδόσεις του Πάουλο Μπέντο, ο οποίος κατέκτησε τον τίτλο με τον Ολυμπιακό: «Ο Πάουλο Μπέντο μάζεψε 66 βαθμούς και πήρε το πρωτάθλημα. Εμείς συγκεντρώσαμε 75 βαθμούς και δεν το κατακτήσαμε. Ο Ολυμπιακός είχε χάσει κάποιο έδαφος σε σχέση με τον ανταγωνισμό και εμείς επενδύουμε προς αυτή την κατεύθυνση».
Για τη σύγκριση μεταξύ Ελλήνων και Πορτογάλων, αλλά και ο τρόπος που αντιμετωπίζεται στη χώρα μας: «Η ζωή στην Ελλάδα έχει πολλές ομοιότητες με την Πορτογαλία, κυρίως στο φαγητό. Οι άνθρωποι είναι θερμοί, παθιασμένοι και πιο παρορμητικοί σε σχέση με εμάς. Με σέβονται όλοι, ακόμα και οι αντίπαλοι φίλαθλοι. Δεν είχα ποτέ προβλήματα».
Για τον τρόπο που περνούσε τον χρόνο του στην καραντίνα: «Παρακολουθούσα άλλες ομάδες για να αναλύσω κάποια θέματα τακτικής».
Παράλληλα αποκάλυψε πως παρακολουθεί μαθήματα ελληνικών: «Κάνω μαθήματα ελληνικών, αλλά φέτος ήταν δύσκολα γιατί δώσαμε πάνω από 40 ματς και είχαμε πολλά ταξίδια. Ακόμα δεν μπορώ να κουβεντιάσω στα ελληνικά. Γνωρίζω τις βρισιές, αλλά στις προπονήσεις παραμένω πιστός στα πορτογαλικά και αυτά χρησιμοποιώ».
Για τον κορονοϊό και την οικονομική κρίση του 2009, που επηρέασε την Πορτογαλία και είχε ως συνέπεια να χρεοκοπήσει η επιχείρηση του πατέρα του: «Θα μου άρεσε να αλλάξει ο κόσμος, αλλά θεωρώ μόλις επιστρέψουμε στην κανονικότητα θα τα ξεχάσουμε όλα. Αποτελεί μέρος της φύσης του ανθρώπου όλο αυτό. Θέλω να πιστεύω πως από εδώ και πέρα θα επικεντρωθούμε στα οικολογικά θέματα και την οικονομία. Για παράδειγμα, ελπίζω πως από την πλευρά του τραπεζικού συστήματος της Πορτογαλίας θα υπάρξει μια ένδειξη τεράστιας αφοσίωσης προς το λαό. Ένιωσα την κρίση στο πετσί μου το 2009 γιατί οι εταιρίες του πατέρα μου χρεοκόπησαν και ξέρω πως λειτουργούσαν οι τράπεζες. Τώρα είναι η ώρα, οι τράπεζες να βοηθήσουν τον λαό να κρατηθεί όρθιος».
Για τον τρόπο που αντιμετωπίζει τους ποδοσφαιριστές του: «Νοιάζομαι διαρκώς για κάθε παίκτη. Πραγματοποιώ στο ξεκίνημα κάθε σεζόν ατομικές συναντήσεις με όλους τους ποδοσφαιριστές. Υπάρχουν παίκτες που χρειάζονται περισσότερο χώρο, άλλοι περισσότερο έλεγχο και άλλοι περισσότερη αγάπη. Εγώ μπορώ να κατανοήσω εάν ένας παίκτης δεν έχει κοιμηθεί καλά και αυτό συμβαίνει γιατί στο κεφάλι μου νιώθω ακόμα παίκτης. Τους δίνω ελευθερίες, αλλά αν κάποιος ξεφεύγει από την γραμμή μου, έχω αποφασιστικότητα για να το λύσω. Αυτό χρειάστηκε για να το κάνω όλα τα χρόνια και σε αυτές τις στιγμές, το τάιμινγκ είναι πολύ σημαντικό. Είναι προτιμότερο να παίρνεις τις αποφάσεις την κατάλληλη στιγμή από το να τις αφήνεις να ‘τρέχουν’».
Για τη δήλωση που είχε κάνει ότι θέλει να πεθάνει μέσα στο γήπεδο: «Συνηθίζω να λέω πως ελπίζω να πεθάνω σε ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο, αλλά σε πολλά χρόνια από τώρα και ελπίζω τα πράγματα να μην είναι τόσο απαιτητικά στο μέλλον. Θα μου άρεσε να δουλέψω σε μια εθνική ομάδα ή σε έναν σύλλογο απλά και μόνο για την απόλαυση της προπόνησης. Τώρα θέλω να κάνω σπουδαία δουλειά εδώ στον Ολυμπιακό, αλλά θα μου άρεσε να προπονήσω στην Αγγλία, όπου υπάρχει μια φανταστική ατμόσφαιρα στα γήπεδα. Η αλήθεια είναι πως το 1987 όταν ξεκινούσα την καριέρα μου στη Φεϊρένσε, δεν φανταζόμουν ποτέ πως θα γίνω προπονητής».