Το Χρονικό Ενός Προαναγγελθέντος Θανάτου
Του Γκαμπριέλ Γκαρθία Μάρκες, σε μετάφραση Μαρίας Παλαιολόγου, από τις Εκδόσεις Ψυχογιός.
Υπάρχουν αφηγητές που ζαλώνονται πρόσωπα και καταστάσεις και αισθάνεσαι το μόχθο τους σε κάθε λέξη, σε κάθε σελίδα των βιβλίων τους. Υπάρχουν όμως και συγγραφείς που αφηγούνται τόσο αβίαστα, σαν να φυλλομετρούν τα γεγονότα με την αθωότητα μικρού παιδιού. Στην κατηγορία αυτή ανήκει αναμφίβολα ο Γκαμπριέλ Γκαρθία Μάρκες και το αφηγηματικό του μπρίο είναι που τον έκανε να μοιάζει με θεριό πελώριο στα μάτια εκατομμυρίων αναγνωστών σε όλο τον κόσμο. Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου είναι ένα ευσύνοπτο μυθιστόρημα που επιστρατεύει πρωτόγονες τεχνικές αφήγησης, μολονότι δεν είμαι σίγουρος ότι ύστερα από τρεις χιλιετηρίδες έχουμε πάει πέρα από τη χώρα του Ομήρου. Ο τρόπος που ο Μάρκες διηγείται ένα επεισόδιο οικογενειακής τιμής, με φυσικότητα και απλότητα, χωρίς ηθικά ποικίλματα, χωρίς βαθιές τομές και υπονοούμενα, μας πηγαίνει στις πηγές της λογοτεχνίας, και την ίδια στιγμή καταφέρνει να ανανεώσει τα αφηγηματικά δεδομένα του εικοστού αιώνα. Και δεν είναι ο «θάνατος του συγγραφέα» όπως θα έλεγε ο Ρολάν Μπαρτ αλλά η «απουσία του συγγραφέα», αυτή η τεχνηέντως δημιουργούμενη αίσθηση ότι απουσιάζει ο ένας και μοναδικός παραμυθάς – η αφήγηση είναι υπόθεση μιας ολόκληρης κοινωνίας ή έτσι θέλει ο Μάρκες να πιστεύουμε.
Κι ενώ στην Ευρώπη οι συγγραφείς στρέφονταν κυρίως στο μητροπολιτικό τοπίο προκειμένου να απαλλαγούν από τον επαρχιωτισμό και τα πρωτόγονα ήθη, οι λατινοαμερικάνοι μάγοι του ρεαλισμού έκαναν ακριβώς αυτό τον αθεράπευτο επαρχιωτισμό με τα ανεξήγητα ήθη και τις προκαταλήψεις του ένα κόσμο ζουμερών ιστοριών όπου πολλά μπορούν να συμβούν χωρίς συνέπειες στην πραγματικότητα. Δεν έχει καμία σημασία αν η αφήγηση του Μάρκες βασίζεται σε αληθινό γεγονός. Σημασία έχει ότι «την ημέρα που θα τον σκότωναν ο Σαντιάγκο Νασάρ σηκώθηκε στις πεντέμισι το πρωί για να περιμένει το βαπόρι που θα έφερνε τον επίσκοπο». Ή μάλλον ούτε αυτό έχει σημασία.