«Πικρή αλήθεια»
Πικρή αλήθεια ή παράλογη πραγματικότητα; Το καινούργιο μυθιστόρημα του Δημήτρη Σωτάκη.

Πικρή αλήθεια ή παράλογη πραγματικότητα; Το καινούργιο μυθιστόρημα του Δημήτρη Σωτάκη.
Τα θέματα στα οποία παραπέμπει το φανταστικό σύμπαν του Δημήτρη Σωτάκη είναι ποικίλα: από τις απώλειες του έρωτα, της μοναξιάς και του θανάτου και το αδιευκρίνιστο, μονίμως διαφιλονικούμενο παρελθόν μέχρι τις κοινωνίες που εξαφανίζουν το άτομο και την ιδιοσυστασία του με τους εξοντωτικούς ρυθμούς εργασίας τούς οποίους επιβάλλουν και με την υπερπαραγωγή των προϊόντων τους. Προσπαθώντας το άτομο να ανταποκριθεί σε απαιτήσεις που ξεπερνούν το μέτρο του, θα στερηθεί τις πραγματικές του επιθυμίες, υποχωρώντας στο εσωτερικό μιας ζώνης, η οποία έχει καταπλακωθεί από την ομοιομορφία και την έλλειψη ταυτότητας ή διαφοράς.
Ολυμπιακός: Η ευρωπαϊκή νοσταλγία και το ξέφρενο σερί με ΑΕΚ
Σε τεχνικό επίπεδο, τα βιβλία του Σωτάκη δεν υπερβαίνουν τη ρεαλιστική φόρμα, αλλά η αφήγηση μάς σφυροκοπά με τα ασύμβατα προς την κοινή λογική δεδομένα της, που αποκόπτουν προοδευτικά τους πρωταγωνιστές από τον περίγυρό τους και διαλύουν τη σωματική και την ηθική τους υπόσταση, αφήνοντάς τους στο τέλος μόνο με μια ασθματική, ερεβώδη αναπνοή. Το καινούργιο μυθιστόρημα του συγγραφέα, που μόλις κυκλοφόρησε από τον Κέδρο με τίτλο «Η πικρή αλήθεια», στοιχίζεται ακριβώς σε αυτή τη γραμμή. Μια χαρούμενη και ανέμελη οικογένεια ταξιδεύει για δίμηνες διακοπές σε ένα υπερπολυτελές ξενοδοχείο (ο πατέρας είναι καταξιωμένος μυθιστοριογράφος) και ετοιμάζεται να απολαύσει την άνεση και τις παροχές του. Ο Σωτάκης δεν κατονομάζει ποτέ στα βιβλία του τόπους ή χώρες και τα ονόματα των ηρώων είναι σαν ελληνικά ή με έναν διεθνή απόηχο προκειμένου να υποβάλλουν πάντοτε την ιδέα ότι τα γεγονότα, τα οποία ζουν οι ίδιοι θα μπορούσαν να συμβούν οπουδήποτε και οποτεδήποτε.
Η καθημερινότητα των διακοπών για τον Πο Λέντις, για τη γυναίκα του Μαρία και για τα παιδιά τους Σο και Φέριν μοιάζει υπερβολικά αυτονόητη και σχεδόν κοινότοπη: εκδρομές, φαγητό, παιχνίδια στη θάλασσα και διάφορες τουριστικές ατραξιόν. Οι φόβοι και τα πλήγματα που είδαμε προεισαγωγικά μοιάζουν πολύ μακριά, αλλά σιγά-σιγά (η αφήγηση καθυστερεί εσκεμμένα το ξετύλιγμά της) ο κόσμος τριγύρω τους αρχίζει να μην τους αναγνωρίζει - σαν να έχει διαγραφεί η περσινή παραμονή τους στο ξενοδοχείο και οι πολλές ώρες συντροφιάς με τις ίδιες παρέες. Το περίεργο είναι ότι το πράγμα επαναλαμβάνεται και στο εγκιβωτισμένο μυθιστόρημα του Πο (αυτό που τον έχει καταστήσει διάσημο), με την ανάποδη, όμως, φορά: Εκεί, οι πανομοιότυποι πρωταγωνιστές αναγνωρίζονται στο ξενοδοχείο από τους πάντες, κι ας μην ξέρουν κανέναν. Σημασία δεν έχουν οι λόγοι για τους οποίους η οικογένεια πιθανολογεί ότι αναγνωρίζεται ή ότι δεν αναγνωρίζεται κάθε φορά (αν και δείχνουν πολύ συγκεκριμένοι), αλλά το αίσθημα κλειστοφοβίας και ασφυξίας, το οποίο την καταλαμβάνει στις δύο παράλληλες διαδρομές.
Η κλειστοφοβία αποτελεί περίπου μόνιμο χαρακτηριστικό των μυθιστορημάτων του Σωτάκη και εδώ σπεύδει να απλώσει τα μαύρα φτερά της πάνω από το κάποτε αρμονικό ζευγάρι. Ο Πο και η Μαρία από ένα σημείο και μετά καταλαβαίνουν, τόσο στη μια όσο και στην άλλη αφηγηματική διαδρομή, πως χάνουν προοδευτικά τη μνήμη και τη φυσική τους κατάσταση, αμφισβητώντας πρώτα ο ένας τον άλλο και μετά τον εαυτό τους. Δεν θα αποκαλύψω το τέλος, το ζήτημα, ωστόσο, είναι ο διττός τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας μηχανεύεται το ασύμπτωτο ανάμεσα στη συνείδηση των ηρώων και στην πραγματικότητα, εγκαταλείποντας διακριτικά οποιοδήποτε ρεαλιστικό έδαφος (χωρίς ουδέποτε να υπερβεί, έστω και κατ' εξαίρεση, τους κανόνες του ρεαλισμού στο γράψιμό του) για να συναντηθεί όχι μόνο με το παράλογο, αλλά και με την παράδοξη κατάληξη της ύπαρξης τόσο στο ατομικό όσο και στο συλλογικό επίπεδο.
Προτιμώντας από μια ομιχλώδη αλληγορία ή από μια σειρά περίτεχνων συμβολισμών τον παιγνιώδη υπαινιγμό, ο Σωτάκης υποδεικνύει το πώς μπορεί να δουλέψει η λογοτεχνία με τις επιδιώξεις της φαντασίας: όχι με επινοήσεις καθ' ολοκληρίαν φανταστικών κόσμων, αλλά με περαιτέρω διερεύνηση των φαινομενικών όψεων του πραγματικού και με την κατά το δυνατόν απογύμνωση της αληθινής τους λειτουργίας. Μήπως γι' αυτό άραγε κάνει λόγο στον τίτλο του για πικρή αλήθεια;
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ (Β. Χατζηβασιλείου)