Ο Δράκουλας έγινε 121 χρονών
Η νέα έκδοση του «Δράκουλα» στα Ελληνικά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο αποτελεί σταθμό για τη βιβλιαγορά του 2018.
Πόσοι όμως μπορούν αντιληφθούν ως τέτοιο το μυθιστόρημα ενός ανθρώπου, ο οποίος θεωρείται απλά ένας δεξιοτέχνης συγγραφέας βιβλίων τρόμου; Ο Δράκουλας, ωστόσο, είναι κάτι περισσότερο κι αυτό δεν μπορεί να το αγνοούσε ο δημιουργός του όταν το δημοσίευε το 1897. Δυστυχώς όμως η αφηγηματική ιδιοφυΐα του δεν κατάφερε να συγκινήσει τους κριτικούς που νιώθουν την ανάγκη να κατηγοριοποιούν τα πάντα. Ίσως έτσι μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι δεν έχει αποκατασταθεί ως ένας καινοτόμος μυθιστοριογράφος που παρουσιάστηκε όταν το μυθιστόρημα αναζητούσε το καινούργιο του πρόσωπο στον κόσμο. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα του τρόμου είναι προφανώς ένα πρόσχημα με το οποίο ο Στόκερ δοκιμάζει διαφορετικές τεχνικές - από την επιστολική μορφή και τις ημερολογιακές καταχωρίσεις μέχρι τα δημοσιεύματα των εφημερίδων. Κι αυτός δεν είναι ένας τρόπος για να διατηρείς απαραμείωτο το αίσθημα αγωνίας του αναγνώστη.
Όλα εκκινούν από την εφιαλτική εμπειρία του Τζόναθαν Χάρκερ στο κάστρο του Δράκουλα, όπου ο καλόπιστος άντρας βρίσκεται εν μέσω καφκικής ατμόσφαιρας σε μια ανεξήγητη ομηρία: «Άλλωστε, όταν ο Κόμης Δράκουλας μιλούσε, υπήρχε κάτι στα μάτια του και στη στάση του που μου υπενθύμιζε ότι ήμουν φυλακισμένος, ότι, ακόμα κι αν ήθελα, δεν είχα άλλη επιλογή».
Η αφηγηματική ειρωνεία του Στόκερ προηγείται του Κάφκα, ωσάν ο Βρετανός να εφευρίσκει το γκροτέσκο και το παράλογο που δανείζεται ο Τσέχος. Η συνέχεια οδηγεί στον κατακλυσμιαίο ρυθμό των γεγονότων που σηματοδοτεί το ταξίδι του Δράκουλα στην Αγγλία σε αναζήτηση αθώων θυμάτων για τον κόσμο των νεκροζώντανων, όπου τρεις άντρες, ο δρ. Χέλσινγκ, ο δρ. Σιούαρντ και ο Άρθουρ Χόλμγουντ γίνονται οι σωματοφύλακες του καλού.
Σίγουρα ο Στόκερ δεν είναι Φόκνερ όμως έχει πρωτοπορήσει πολύ πριν από τον αμερικανό νομπελίστα στο τέχνασμα του πολλαπλού αφηγητή. Δεν είναι φυσικά ούτε Ντοστογιέφσκι ωστόσο φιλοδοξεί εξίσου με το Ρώσο να δώσει λύση στον αιώνιο γρίφο της πάλης του καλού με το κακό.
Κατά τα άλλα ο Στόκερ αξιοποιεί δεξιοτεχνικά την προαιώνια αντίληψη περί της δύναμης του αίματος. Η δοξασία πως το κακό τρέφεται και γιγαντώνεται με το αίμα προσφέρει μια αληθοφανή εξήγηση για τις υπερφυσικές ιδιότητες αυτού του Δράκουλα που τρομοκρατεί όχι μόνο τους ήρωες του μυθιστορήματος αλλά και τον ίδιο τον αναγνώστη.
Σύμφωνα με τον Αστικό μύθο η ιδέα του Δράκουλα γεννήθηκε στο μυαλό του Μπραμ Στόκερ, θεατρικού διευθυντή του Lyceum Theater, μια νύχτα του 1889, στο Beefsteak Bar, ναό της κρεοφαγίας στο Λονδίνο του 19ου αι. Συνδαιτυμόνες του Στόκερ εκείνο το βράδυ, εκτός από τον ήδη διάσημο Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, ήταν ο ελληνικής καταγωγής έμπορος όπλων Βασίλειος Ζαχάροφ, και ο πρώτος Μ των βρετανικών υπηρεσιών, Γουίλιαμ Μέλβιλ. Όμως αυτός που κατά τα φαινόμενα επηρέασε τον μετέπειτα συγγραφέα ήταν ο Αρμίνιους Βαμπερύ, καθηγητής Ανατολικών γλωσσών στο πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης. Ο Βαμπερύ μίλησε στα μέλη της παρέας για τους λαϊκούς θρύλους και τις παραδόσεις της Τρανσυλβανίας που αφορούσαν τον περιβόητο πρίγκηπα Βλαντ Τέπες ευρύτερα γνωστό και ως Δράκουλα.
Η μετάφραση του Βασίλη Κιμούλη ντύνει μ’ ένα σύγχρονο γλωσσικό προσωπείο την αναμφισβήτητη τέχνη του Μπραμ Στόκερ.