Δέκα Αναγνώσεις του Σεφέρη - Ανάγνωση 8η
Ο κόσμος ήταν εύκολος - ένας απλός παλμός.
Όταν διαβάζει κανείς τον ποιητή Γιώργο Σεφέρη, θα πρέπει να προσέξει, να μην τον συγχέει με τον άνθρωπο που έγραψε τις «Δοκιμές» και τις «Μέρες». Όπως ακριβώς δεν θα πρέπει να συγχέει τον αδόκιμο επιστολογράφο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι με τον συγγραφέα των «Αδελφών Καραμάζοφ».
Η ποιητική του Σεφέρη είναι ένα απόσταγμα, η αποφασιστική δρασκελιά ενός άντρα που κατά τα άλλα χωλαίνει συχνά και παραπαίει αναζητώντας τον βηματισμό του. Ο Σεφέρης, όπως όλοι μας άλλωστε, έχει τις δικές του επιρροές, πολλές από τις οποίες είναι κακοχωνεμένες, άλλες δεν του ταιριάζουν καθόλου. Όλες όμως τις αφομοιώνει το αξιοθαύμαστο ταλέντο του, το χάρισμά του να χαράζει στίχους σαν επιγράμματα. Η εποχή του ήταν ένας κόσμος που έχει περάσει προ πολλού στο κοιμητήριο του χρόνου. Βαλσαμωμένοι οι άνθρωποι, βαλσαμωμένα τα όνειρα και οι πόθοι τους, οι συμφορές και οι χαλασμοί που φέρνει σε όλους μας η Ιστορία.
Οι στίχοι του Σεφέρη, ωστόσο, είναι ολοζώντανοι, μια καρδιά που πάλλεται ακόμα, στο μαρμάρινο στέρνο του κόσμου. Μπορείς να ψηλαφίσεις τη ζεστασιά τους, την αναμφίβολη τέχνη τους, μαζί με το χτες, το σήμερα και το αύριο που μας περιμένει. Ο ποιητής σαν σκιά από κυπαρίσσι, περιδιαβαίνει τις αλέες της αιώνιας σιωπής, σκαλίζει με τη βακτηρία του στο χώμα και ψιθυρίζει ρυθμικά τους παρακάτω στίχους:
Ρόδο της μοίρας, γύρευες να βρεις να μας πληγώσεις
μα έσκυβες σαν το μυστικό που πάει να λυτρωθεί
κι ήταν ωραίο το πρόσταγμα που δέχτηκες να δώσεις
κι ήταν το χαμογέλιο σου σαν έτοιμο σπαθί.
Του κύκλου σου το ανέβασμα ζωντάνευε τη χτίση
από τ' αγκάθι σου έφευγε το δρόμου ο στοχασμός
η ορμή μας γλυκοχάραζε γυμνή να σ' αποχτήσει
ο κόσμος ήταν εύκολος. Ένας απλός παλμός.