Δέκα αναγνώσεις του Σεφέρη - Ανάγνωση 1η
Ο δρόμος της αρετής και της κακίας.
Θα πρέπει κανείς να διαβάζει τον ποιητή Γιώργο Σεφέρη έχοντας κατά νου τι θα μπορούσε να είχε συμβεί αν ο πρώτος Έλληνας νομπελίστας είχε αποφασίσει να ακολουθήσει το δύσκολο δρόμο της πεζογραφίας. Ο ποιητής είναι συνήθως ένας άνθρωπος διχασμένος, με την έννοια ότι διατηρεί εμμονικά μια απόσταση από το πραγματικό πρόσωπο που τον κουβαλά στους ώμους του εφ' όρου ζωής. Η ποίηση έρχεται πάντα από έναν άλλο κόσμο, από την ιδεατή επικράτεια των λέξεων. Ο πεζογράφος, αντίθετα, και κυρίως ο μυθιστοριογράφος, καταδέχεται να ζυμωθεί με την πραγματικότητα από την οποία αναγκαστικά αντλεί ένα σημαντικό μέρος της αφήγησής του.
Η ποίηση περιέχει την ανάγκη μιας απόσταξης, η πεζογραφία στο πλαίσιο της εκτεταμένης αφήγησης λειτουργεί πληθωριστικά, οι λέξεις συχνά χάνουν το ειδικό βάρος τους και ευνοούνται οι μακροπερίοδοι σχηματισμοί, καθώς οι παράγραφοι αναδεικνύονται ως γλωσσικές μονάδες σε κάθε μυθιστόρημα.
Ο Σεφέρης στη «Στροφή» του χρόνου έπρεπε, σαν άλλος Ηρακλής, να διαλέξει ανάμεσα στο δρόμο της «ποιητικής» αρετής ή της «μυθιστορηματικής» κακίας. Ο ίδιος ως γνήσιος διπλωμάτης διαπραγματεύτηκε σκληρά με τη γλώσσα, αναγνωρίζοντας ως ασφαλέστερο δρόμο αυτόν της ποιητικής παράδοσης που θεμελίωσε ο Διονύσιος Σολωμός.
Από την πλευρά του με τον τίτλο «Μυθιστόρημα» συνοψίζει μια από τις πιο φιλόδοξες ποιητικές συλλογές του, κλείνοντας το μάτι στο εγκαταλελειμμένο όραμα της πρόζας.
Φέραμε πίσω
αυτά τ' ανάγλυφα μιας τέχνης ταπεινής
Έτσι ολοκληρώνεται το πρώτο ποίημα της συλλογής κι ίσως αυτή η «ταπεινή τέχνη» να μην είναι τίποτε άλλο από σελίδες πεζογραφίας που δεν γράφτηκαν προκαλώντας μια δικαιολογημένη μεταμέλεια:
Λυπούμαι γιατί άφησα να περάσει ένα πλατύ ποτάμι
μέσα από τα δάχτυλά μου
χωρίς να πιω ούτε μια στάλα.