Η αδυναμία των Ελλήνων να αντιμετωπίσουν το αρχαιοελληνικό παρελθόν
Ακολουθώντας μια πάγια γραμμή της κλινικής ψυχολογίας, η Φωτεινή Τσαλίκογλου διακηρύσσει σε όλα τα βιβλία της την ίδια αρχή: αντί να σκεπάζουμε και να απωθούμε το τραυματικό παρελθόν, είναι σοφότερο να το επεξεργαστούμε και να το κατανοήσουμε.
Η συγγραφέας κινείται σε διάφορες σκοτεινές περιοχές του εγώ, χωρίς παρόλα αυτά να αφήνει την ομίχλη τους να επισκιάσει τα πάντα. Η κατάθλιψη, τα τυφλά σημεία της σεξουαλικής επιθυμίας, οι ιερές ασθένειες, οι δυσλειτουργίες της μνήμης, οι φοβίες της γεροντικής ηλικίας, τα χρόνια οικογενειακά μυστικά και τραύματα είναι πιθανόν να οδηγήσουν μέσω της βασιλικής οδού του παραμυθιού και της τέχνης σ' έναν ανέλπιστο έρωτα, σε μια θεραπευτική φυγή ή σε ένα σωτήριο όνειρο - κι αυτό είτε η αφήγηση σταθμεύει στο παρόν είτε ταξιδεύει στο παρελθόν.
Στο καινούργιο της βιβλίο, που έχει τον τίτλο «Ο Έλληνας ασθενής» (εκδόσεις Καστανιώτη), η Τσαλίκογλου ξεκινάει από το απώτερο παρελθόν για να προχωρήσει βαθμιαία προς τα νεότερα χρόνια και να φτάσει μέχρι το παρόν. Το γεγονός του απώτερου παρελθόντος είναι η ανακάλυψη της Αφροδίτης της Μήλου στο ομώνυμο νησί από έναν αγρότη ο οποίος μετά από πολλές αμφιβολίες τη δίνει στους Γάλλους για να την εγκαταστήσουν στο Λούβρο. Εδώ όμως τα ιστορικά γεγονότα τελειώνουν, δίνοντας τη θέση τους στις επινοήσεις της λογοτεχνικής φαντασίας, που οδηγούν σε ένα διαχρονικό αλληγορικό μυθιστόρημα.
Ο αγρότης που βρήκε το άγαλμα στα χωράφια του καταφέρνει να ζήσει πλουσιοπάροχα με τα χρήματα που κερδίζει από την παραχώρησή του, αλλά το ακρωτηριασμένο κορμί της πέτρινης θεάς ασκεί καταλυτική επίδραση επάνω του.
Ο Θεόδωρος Κεντρωτάς, αυτό είναι το όνομά του (πραγματικό και λογοτεχνικό), θα πεθάνει προσδοκώντας επί ματαίω ένα νεύμα αγάπης από την καταβυθισμένη στον χρόνο Αφροδίτη, κληρονομώντας την κατάθλιψη και την παράνοιά του και στους επόμενους: στον γιο του, που πολεμάει στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, ερωτεύεται χωρίς κανένα πρακτικό αποτέλεσμα μια μαθήτριά του και αυτοκτονεί σε ψυχιατρική κλινική στην Ελβετία, και στον εγγονό του, ο οποίος επίσης δεν κατορθώνει να ισορροπήσει τη ζωή του, όντας υποχρεωμένος να σταθεί ανάμεσα στις καταπιεστικές σκιές του πατέρα του και του παππού του.
Πρόκειται σαφώς για το λιγότερο αισιόδοξο το βιβλίο της Τσαλίκογλου, τόσο στο συλλογικό όσο και στο ατομικό επίπεδο. Στο συλλογικό επίπεδο, το τραυματικό παρελθόν δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο επεξεργασίας, όπως άλλοτε. Τα χαμένα μέλη της Αφροδίτης συμβολίζουν τα χαμένα μέλη της συνέχειας ανάμεσα στην αρχαία και τη νεότερη Ελλάδα. Το αρχαίο κλέος δεν επιτρέπει στους Νεοέλληνες να αντλήσουν την οποιαδήποτε δύναμη από την αίγλη του, ακόμα κι αν νιώθουν την αντανάκλασή του καθημερινά στον βίο τους: είναι μια ωχρή, σβησμένη αντανάκλαση που θα περάσει με την ίδια ωχρότητα σε όλες τις γενιές. Παρόμοιο είναι το αδιέξοδο και στο ατομικό επίπεδο. Για να θυμηθούμε όσα λέγαμε προεισαγωγικά, κανένας έρωτας δεν θα ευοδωθεί, καμιά σωτήρια θεραπεία δεν θα προκύψει, καμιά ιερή ασθένεια δεν θα καταφτάσει για να ανακουφίσει τον οποιοδήποτε. Παππούς, πατέρας και εγγονός θα πάρουν απλώς την άγουσα για το κενό, βαδίζοντας χωρίς καμιά αναστολή στον δρόμο της απώλειας.
Όπως η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να ανακαλύψει μιαν οδό για να σταθεί πάνω από την ιστορική μοίρα που προσδιόρισε τη θέση της στον ευρωπαϊκό χάρτη των δύο τελευταίων αιώνων, ούτε να αντλήσει βοήθεια (έστω κι ελάχιστη) από τους αρχαίους, που είναι χρήσιμοι μόνο για να στηρίξουν και να νομιμοποιήσουν την ταυτότητα των Ευρωπαίων, έτσι και οι μυθιστορηματικοί ήρωες της Τσαλίκογλου δεν μπορούν να κάνουν το παραμικρό για να αντισταθούν στο καταθλιπτικό σύνδρομο το οποίο τους έχει καταλάβει. Και κατ' αυτόν τον τρόπο, το χρονικό άνυσμα του βιβλίου «Από το 1820 μέχρι τις ημέρες μας», θα θέσει απλώς τους ίδιους εκτός ιστορικού χρόνου: σπαραγμένες υπάρξεις ενός εξίσου σπαραγμένου καιρού.
ΠΗΓΗ:ΑΠΕ-ΜΠΕ