Γιόζεφ Ροτ: «Η κρύπτη των καπουτσίνων»
Ο κόσμος αδιαφορεί για τους καλλιτέχνες και τους διανοούμενους αλλά κι αυτοί τον εκδικούνται με το έργο τους.
Ο Γιόζεφ Ροτ υπήρξε επιφανές μέλος της Γερμανικής νεωτερικότητας στον εικοστό αιώνα. Πάνω από όλα όμως ήταν ένας ευφυής άνθρωπος που ήξερε να γράψει μυθιστόρημα και όπως όλοι οι δεινοί αφηγητές έτσι κι εκείνος ενδιαφερόταν κυρίως να συμπεριλάβει στα βιβλία του είκοσι τριάντα μαγικές σελίδες.
Σε πείσμα των κριτικών που σπαζοκεφαλιάζουν αναζητώντας αδυναμίες και ανακολουθίες στα μεγάλα έργα, οι εμπνευσμένοι πεζογράφοι αδιαφορούν για τη γεωμετρική ακρίβεια μιας ιστορίας. Συνηθίζουν όμως να μας αποζημιώνουν με τον τρόπο τους.
Ολυμπιακός: Οι λύσεις που δίνει η επιστροφή του Ορτέγκα
Στην «Κρύπτη των Καπουτσίνων» που συγγενεύει με το «Εμβατήριο Ραντέτσκι» ο Ροτ υπακούει στην αναγκαία συνθήκη της Ιστορίας, το Μεγάλο Πόλεμο, που απασχολεί σχεδόν όλους τους μεγάλους γερμανόφωνους συγγραφείς της εποχής του όπως ο Ναπολέων τους Γάλλους μυθιστοριογράφους του 19ου αιώνα.
Το μυθιστόρημά του ωστόσο χωρίζεται από το χάσμα δύο γενεών, η καθεμιά από τις οποίες εκπροσωπεί τον παλιό και τον νέο κόσμο. Είναι περίπου μοιραίο οι άνθρωποι του νέου κόσμου να μην κατανοούν εκείνους του παλιού, όπως ακριβώς οι ζωντανοί δεν αντιλαμβάνονται τους πεθαμένους.
Πίσω από τη γλυκόπικρη αύρα ενός τοπίου που εγκαταλείπει η Ιστορία, αναδύεται η αισιόδοξη πτυχή του ανθρώπου που αντιστέκεται στο εφήμερο και στις μεταβολές που επέρχονται, καθώς στοχάζεται τον θάνατο, τον έρωτα, τη φθορά προσώπων και πραγμάτων. Στοχάζεται συνεχώς για να καταλήξει στο τέλος σε ένα συμπέρασμα τόσο παρηγορητικό: «Πόσο φιλάνθρωπη είναι η φύση! Οι αναπηρίες που μας χαρίζει στα γηρατειά είναι ένα δώρο, μας χαρίζει αμνησία, αδύνατη ακοή και όραση, όταν γερνάμε κι ακόμα κάποια σύγχυση του νου λίγο πριν από τον θάνατο. Οι σκιές που τον προαναγγέλλουν είναι δροσερές και μας ανακουφίζουν».
Ο ίδιος ο Ροτ πέθανε φτωχός και παραγνωρισμένος. Ωστόσο το αδιαφιλονίκητο ταλέντο ενός καλλιτέχνη με το φωτισμένο έργο του εκδικείται στο τέλος αυτό τον ανάλγητο και ελεεινό κόσμο που αδιαφορεί για τους προικισμένους ανθρώπους.