«Το τέλος του παιχνιδιού» και η αυθαίρετη τέχνη του θεάτρου
Ο Μπέκετ συλλαμβάνει την ανθρώπινη ύπαρξη ως φιλοσοφικό ερώτημα που δεν γίνεται να απαντηθεί
Αν υπάρχει ένα έργο για το οποίο θα πεις ότι μέχρι εδώ φτάνει το θέατρο, αυτό δεν μπορεί να είναι άλλο από το «Τέλος του παιχνιδιού». Ο Μπέκετ κατάφερε να χαράξει το σύνορο της δραματουργίας, ανακεφαλαιώνοντας τη θεατρική απεικόνιση του κόσμου και εκφράζοντας μια απορία, ένα μεγαλειώδες ερώτημα για την ανθρώπινη ύπαρξη που είναι δύσκολο να απαντηθεί.
Οι σκηνικές οδηγίες που είθισται να δίνει στην αρχή ο συγγραφέας είναι σχετικά μακροσκελείς στο «Τέλος του παιχνιδιού» εμπεριέχοντας μια μικρή αφήγηση που στην ουσία υποκαθιστά ένα σεβαστό μέρος θεατρικής δράσης. Σαν να μην είχε αποφασίσει αν θέλει να γράψει θέατρο ή πρόζα. Οι διάλογοι, ωστόσο, που ακολουθούν είναι απολύτως θεατρικοί, αφύσικοι, αδιανόητοι, υπερβολικοί. Αν κανείς επιχειρούσε να διανθίσει με τέτοιους διαλόγους ένα μυθιστόρημα, θα κινδύνευε ασφαλώς να διολισθήσει στη γελοιότητα και στην αναληθοφάνεια. Τίποτε δεν είναι φυσικό στο θέατρο. Τα πάντα διαπνέονται από μια δραματική υπερβολή, από λογικές αντιφάσεις. Ο δραματουργός επαφίεται στους συντελεστές της παράστασης προκειμένου να «μεταβολίσουν» το νόημα του έργου του.
Η θεατρική τέχνη υπακούει σε παράξενους κανόνες. Δεν μπορείς να ανεβάσεις ένα μυθιστορηματικό κείμενο στη σκηνή, όχι μόνο γιατί είναι άλλη η δομή του, αλλά γιατί το μυθιστόρημα είναι αυτάρκες δεν έχει διαμεσολαβητές, είναι μια απευθείας σύμπραξη συγγραφέα και αναγνώστη. Στο θέατρο τα πάντα επιμερίζονται από τον συγγραφέα μέχρι τον άνθρωπο που φροντίζει για τα κουστούμια και τον φωτισμό. Το θέατρο δεν είναι μια αφηρημένη τέχνη όπως το μυθιστόρημα, έχει δικό του σώμα, είναι η τέχνη της ύλης.
Πάει, τέλειωσε, μπορεί και να τελειώσει, είναι η πρώτη φράση που μεταφέρει στη σκηνή ο Μπέκετ δια στόματος Κλοβ. Ακολουθούν πολλές ανάλογες φράσεις που δεν λένε τίποτα και τα λένε όλα, ποίηση, φιλοσοφία και ένα μείγμα συναισθημάτων, ό,τι δηλαδή είναι το θέατρο.
Αυθαίρετα τα πρόσωπα, αυθαίρετοι οι διάλογοι, αυθαίρετη η έκβαση, γιατί αυθαίρετος είναι ο κόσμος που ζούμε και όλοι μας αυθαιρετούμε ζώντας. Το θεατρικό παράλογο και η αυθαιρεσία προκύπτει από την εξίσου παράλογη αξίωσή μας να βάλουμε μια τάξη στο χαοτικό και στο εφήμερο. «Το τέλος βρίσκεται μέσα στην αρχή και ωστόσο συνεχίζουμε», επισημαίνει ένα από τα πρόσωπα του Μπέκετ. Η θεωρία του κύκλου και η αέναη επανάληψη μάς είναι κάτι οικείο. Τίποτε δεν αλλάζει, οι πράξεις μας επιδέχονται μια και μόνη ερμηνεία, «κάθε δρόμος, κάθε λέξη, κάθε σκέψη μας οδηγούν στο θάνατο». Το παιχνίδι τελειώνει και αρχίζει ξανά...