Ιβάν Ίλιτς και όλοι μια μέρα θα πεθάνουμε
Ο Ιβάν Ίλιτς έγινε θεατρική παράσταση που παρουσιάζεται για 4η χρονιά στην Αθήνα με μεγάλη επιτυχία
«Η παράσταση που ανέβηκε σε Πανελλήνια Πρώτη κι έκανε γνωστό στο κοινό το μεγαλειώδες έργο του Τολστόι, συνεχίζει την επιτυχημένη της πορεία για 4η χρονιά στο θέατρο Αλκμήνη προσφέροντας μια πρωτόγνωρη εμπειρία σε θεατές κάθε ηλικίας»
Αυτό είναι το μότο της δραματοποιημένης λογοτεχνίας του Τολστόι που παρουσιάζεται για 4η χρονιά στο θέατρο Αλκμήνη σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνας Νικολαΐδη. Κι είναι ένα μότο που θυμίζει λίγο αυτό το «Ο Θεοδωράκης έκανε γνωστούς τους ποιητές» που ακούγαμε τόσα χρόνια, κάτι που είναι εν μέρει αληθές εν μέρει αναληθές.
Σίγουρα ο «θάνατος του Ιβάν Ίλιτς» δεν είναι από τα άγνωστα έργα του Τολστόι όπως αναφέρει το δελτίο τύπου της παράστασης, και αυτή η δήλωση αδικεί όχι μόνο τον Τολστόι αλλά και τους συντελεστές του θεατρικού εγχειρήματος. Αντίθετα, είναι το τρίτο γνωστότερο έργο του μετά την «Άννα Καρένινα» και το «Πόλεμος και Ειρήνη» κι αν σκεφτεί κανείς ότι ο Ρώσος γίγαντας υπολογίζεται ότι έχει πουλήσει εκατομμύρια βιβλία σε όλο τον κόσμο, τότε αυτός που συνέταξε το δελτίο αυτό ή δεν γνωρίζει από λογοτεχνία ή ψεύδεται.
Η δραματοποιημένη λογοτεχνία που είναι της μόδας τα τελευταία χρόνια λειτουργεί ως το καλύτερο άλλοθι για αυτό που γνωρίζουμε πια ως «θέατρο του σκηνοθέτη» και όχι του δημιουργού. Το αποτέλεσμα είναι άλλοτε αξιοπρεπές και άλλοτε όχι, σε κάθε περίπτωση όμως δεν είναι ποτέ πραγματικά θεατρικό.
Στην περίπτωση της Κωνσταντίνας Νικολαΐδη μοιάζει να είναι επιτυχημένο, καθώς η σκηνοθέτιδα μεταφέρει από τα Ρώσικα την δραματοποιημένη εκδοχή ενός αριστουργήματος που ευτυχεί να περιέχει μέσα της όλες τις βαθμίδες της Τολστοϊκής ειρωνείας.
Όταν ο Τολστόι συνθέτει αυτή την αριστουργηματική νουβέλα βρίσκεται πια στις παρυφές της παρακμής του και είναι ο «Θάνατος του Ιβάν Ίλιτς» η έσχατη έκλαμψη της μεγαλοφυίας του. Έχουν προηγηθεί η «Άννα Καρένινα» και το «Πόλεμος και Ειρήνη» και στα δύο κορυφαία μυθιστορήματά του ο Λέων της λογοτεχνίας έχει καταπιαστεί επαρκώς με το θέμα του θανάτου.
Με αυτή την έννοια η νουβέλα του Ιβάν Ίλιτς αποτελεί μια απόσταξη της αφηγηματικής δύναμης του και είναι πραγματικά ό,τι πιο σπουδαίο έχει γραφτεί για το θάνατο ξεπερνώντας ακόμα και τον Σαίξπηρ.
Οι δύο ηθοποιοί της παράστασης στο θέατρο Αλκμήνη, ο Θανάσης Κουρλαμπάς και ο Γιώργος Γαλίτης θυμίζουν τον Ρόζεγκραντζ και τον Γκίλντερστεν, τους σαιξπηρικούς δευτεραγωνιστές του σαιξπηρικού Άμλετ, καθώς επιχειρούν επιτυχώς να ανταποκριθούν σε όλους τους χαρακτήρες της τολστοϊκής νουβέλας. Είναι ένας θίασος ολόκληρος αλλά και μια ορχήστρα που μεταμορφώνει ήχους της καθημερινότητας σε φράσεις μιας μικρής συμφωνικής μουσικής. Τη μέρα που τους παρακολουθήσαμε ένα μικρό ατύχημα με τα φώτα έδωσε στην παράσταση ένα χαρακτήρα μεταμοντέρνου και απέδειξε πως οι δύο ηθοποιοί μπορούν να μπουν και να βγουν από την ατμόσφαιρα με αβίαστη άνεση. Οι σκηνοθετικές παρεμβάσεις δεν ενοχλούν παρότι πυκνώνουν όλο και περισσότερο, από τη στιγμή που αφήνουν να ακουστεί ο Τολστοϊκός λόγος. Το σκηνικό λιτό, μινιμαλιστικό, ακριβώς όπως αρμόζει σε μια σκηνή που σκιάζει ο θάνατος. Υπάρχει άφθονο χιούμορ στην παράσταση, που μας θυμίζει αυτό που θα έλεγε κι ο ίδιος ο Τολστόι: «Αλίμονο, αν στη συμφορά ο άνθρωπος χάνει το χιούμορ. Τότε πρόκειται πράγματι για συμφορά!»
Άλλωστε όπως λέει και ο Χάϊντεγκερ στο Είναι και Χρόνος: «Όταν λέμε στους άλλους "όλοι μια μέρα θα πεθάνουμε" εξαιρούμε στην πραγματικότητα τον εαυτό μας».
Ας είναι λοιπόν ο Ιβάν Ίλιτς ο τελευταίος που θα πεθάνει επί της γης.