Στσούκιν και Ματίς - Συλλέκτης και ζωγράφος
Οι παραγγελίες του Ρώσου μεγιστάνα και συλλέκτη Σεργκέι Στσούκιν αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τον Ανρί Ματίς.
Ο Ρώσος μεγιστάνας Σεργκέι Στσούκιν άρχισε να συλλέγει έργα μοντέρνας τέχνης από το 1897, όταν ακόμα τα μουσεία και οι κριτικοί είχαν μαύρα μεσάνυχτα. Ως μέγας εμποριοβιομήχανος υφασμάτων είχε αποκτήσει τεράστια περιουσία αλλά φαίνεται πως είχε και σπάνιες καλλιτεχνικές ευαισθησίες.
Το 1897 σ' ένα ταξίδι του στο Παρίσι ο Στσούκιν αγόρασε τον πρώτο του Μονέ και μέσα σε μια δεκαετία αβγάτισε σημαντικά τη συλλογή του αγοράζοντας έργα Σεζάν, Γκογκέν, Βαν Γκογκ, Ρενουάρ, Ντεγκά...
Ολυμπιακός: Οι λύσεις που δίνει η επιστροφή του Ορτέγκα
Το 1908 ο Στσούκιν άρχισε να συλλέγει έργα του Ματίς, με πρώτο την Αρμονία σε Μπλε που είχε εκτεθεί στο Φθινοπωρινό Σαλόνι. Όταν βέβαια τον παρέλαβε η σύνθεση είχε ως δια μαγείας μεταμορφωθεί σε Αρμονία σε Κόκκινο, καθώς ο Ματίς είχε ξαναδουλέψει τον πίνακα.
Τον επόμενο χρόνο ο Στσούκιν παράγγειλε δυο μεγάλους πίνακες στον Ματίς, το Χορό και τη Μουσική. Η πρώτη εκδοχή του Χορού εντυπωσίασε τον Στσούκιν για την αριστοκρατική αύρα του έργου. Αυτή η εκδοχή βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη Νέα Υόρκη και η τελική στο Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης και διαφέρουν ως προς την χρωματική ένταση. Τα χρώματα τόσο στη Μουσική όσο και στον Χορό βασίστηκαν στα περσικά κεραμικά και στις μινιατούρες, όπου κυριαρχούν καθαρές νότες του κόκκινου, του μπλε και του πράσινου.
Στον Χορό ο Ματίς επικεντρώνεται στη χαρά της ζωής. Η φαραντόλα, ένας κυκλικός λαϊκός χορός της Προβηγκίας συνοψίζει την πεπτουσία του ρυθμού και τη χαρά της ζωής.
Χωρίς να μεγιστοποιούμε τη συνεισφορά συλλεκτών όπως ο Στσούκιν θα πρέπει ωστόσο να επισημάνουμε ότι η γενναιοδωρία και η έμπνευσή τους ενθάρρυνε και ενίσχυσε όχι μόνο οικονομικά αλλά και ψυχολογικά καλλιτέχνες που πάλευαν κόντρα στο ρεύμα της εποχής τους να κάνουν την επανάσταση στην τέχνη.
Ο ίδιος ο Στσούκιν κρεμούσε τους πίνακες της συλλογής του (που έφτασαν αισίως τους 258) στους τοίχους του ανακτόρου του σαν εικονίσματα και από το 1909 και μετά άνοιγε κάθε Κυριακή τις πόρτες του σπιτιού του στη Ρωσική αριστοκρατία, για να θαυμάζουν τη καλλιτεχνική πρωτοπορία που άνθιζε ήδη στην πόλη του Φωτός.
Η μοίρα έπαιξε άσχημο παιχνίδι στον Ρώσο μεγιστάνα, αφού πολλά μέλη της οικογένειας πέθαναν εκείνο τον καιρό ή αυτοκτόνησαν κι ο ίδιος φαίνεται πως έβρισκε παρηγοριά στην τέχνη, την ίδια στιγμή που το περιβάλλον του τον κατηγορούσε ότι είχε παραφρονήσει και πετούσε τα λεφτά του σε καλλιτεχνικές ανοησίες.
Ο Στσούκιν διέφυγε στο Παρίσι τη στιγμή της Οκτωβριανής επανάστασης, όπου πέθανε το 1936.