«Ο Μαγικός αυλός» από το Βερολίνο στην Εθνική Λυρική Σκηνή
Ο πιο επιτυχημένος και πολυσυζητημένος Μαγικός αυλός της εποχής μας έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από την Εθνική Λυρική Σκηνή
Η πολυταξιδεμένη παραγωγή της Κωμικής Όπερας του Βερολίνου, στην οποία το animation συνομιλεί με το ζωντανό θέαμα, θα παρουσιαστεί από τις 31 Μαρτίου και για 12 παραστάσεις, στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, σε μουσική διεύθυνση Ζωής Τσόκανου και Γιώργου Μπαλατσινού.
Ο Μαγικός αυλός σε σκηνοθεσία του Μπάρρη Κόσκυ, καλλιτεχνικού διευθυντή της Κωμικής Όπερας του Βερολίνου και της Σούζαν Αντράντε, της βρετανικής θεατρικής ομάδας 1927, έχει μαγέψει εκατοντάδες χιλιάδες θεατές σε όλο τον κόσμο, αφενός με τη φαντασία της παραγωγής, αφετέρου με την ακρίβεια με την οποία εκτελείται από τους καλλιτέχνες η «χορευτική» σκηνοθεσία, στην οποία η αισθητική του καμπαρέ, του μιούζικ χολ και των θεαμάτων της εποχής της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης συναντά το βρετανικό χιούμορ και την όπερα.
Ο Κόσκυ με τη βρετανική θεατρική ομάδα «1927» (Σούζαν Αντράντε – Πωλ Μπάρριτ) δημιούργησαν, με τη συνδρομή του animation, ένα απρόσμενο παραμύθι γεμάτο χρώμα, χαρά και εφευρετικότητα και «άνοιξαν τον δρόμο για ένα πιο ελεύθερο και πειραματικό στιλ παρουσίασης μιας όπερας σήμερα», όπως έγραψαν οι New York Times στην κριτική τους. Το δημιουργικό σύμπαν του Μαγικού αυλού έχει ιδιότυπες αναφορές από τον Μπάστερ Κήτον έως τον Τέρρυ Γκίλλιαμ
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Μπάρρη Κόσκυ: «Η Σουζάν Αντράντε και ο Πωλ Μπάρριτ (Ομάδα 1927), όπως κι εγώ βέβαια, μοιραζόμαστε μια ιδιαίτερη αγάπη για την επιθεώρηση, το βωντβίλ, το μιούζικ χολ και συγγενείς θεατρικές μορφές. Εννοείται ότι ανάμεσα σ’ αυτές είναι και ο βωβός κινηματογράφος, γι’ αυτό και ο δικός μας Παπαγκένο έχει στοιχεία του Μπάστερ Κήτον, ο Μονόστατος είναι και λίγο Νοσφεράτου, ενώ η Παμίνα μπορεί να θυμίζει λιγάκι τη Λουίζ Μπρουκς. Ας μη θεωρηθεί όμως ότι όλα αυτά αποτελούν κάποιο ιδιότυπο αφιέρωμα στον βωβό κινηματογράφο, γιατί ενυπάρχουν πάρα πολλές επιρροές από άλλους χώρους. Ο κόσμος του βωβού μάς χάρισε ένα λεξιλόγιο στο οποίο μπορούμε να δώσουμε πολύ ευρύτερες διαστάσεις».
Από το 2012 που πρωτοπαρουσιάστηκε στο Βερολίνο, το «θαυμάσιο παράλογο μείγμα βωβού κινηματογράφου και ταινίας κινουμένων σχεδίων» (Berliner Morgenpost), έως σήμερα, ο Μαγικός αυλός έχει μαγέψει πάνω από 350.000 θεατές, από το Λος Άντζελες, τη Μινεσσότα, την Κίνα, τη Σεούλ, από το Φεστιβάλ του Εδιμβούργου, από την Ισπανία και την Ελβετία, έως το Μπολσόι της Μόσχας και την Κωμική Όπερα του Παρισιού.
Στον Αυλό, ο Κόσκυ φέρνει στην τέχνη της όπερας μια νέα διάσταση με μια πρωτόγνωρη και εντυπωσιακή χρήση live video, προτείνοντας μια νέα ανάγνωση του έργου, όπου οι τραγουδιστές της όπερας αλληλεπιδρούν με καρτούν επί σκηνής. Ο σκηνοθέτης τονίζει: «Η επικέντρωση στις εικόνες επιτρέπει σε κάθε θεατή να βιώσει την παράσταση με τον δικό του τρόπο: σαν μαγικό, ζωντανό βιβλίο μύθων, σαν έναν περίεργο, σημερινό προβληματισμό σχετικά με τον βωβό κινηματογράφο, και μάλιστα έναν βωβό κινηματογράφο με τραγούδια, ή σαν έναν πίνακα ζωγραφικής που ξαφνικά ζωντάνεψε. Στην πράξη έχουμε επεξεργαστεί γύρω στα εκατό σκηνικά, στα οποία συμβαίνουν πράγματα που είναι αδύνατον να συμβούν σε μια κανονική σκηνή θεάτρου: ιπτάμενοι ελέφαντες, αυλοί που περιφέρονται με ουρές από νότες, αρτίστες φανταχτερά ντυμένες και μαγικές καμπάνες… Πετάμε μέχρι τα αστέρια και παίρνουμε το ασανσέρ για την κόλαση και όλα αυτά μέσα σε ελάχιστα λεπτά.
Εκτός από όλα τα καρτούν, υπάρχουν στιγμές στην παράστασή μας όπου οι τραγουδιστές στέκονται όλοι μαζί σε ένα γυμνό λευκό σημείο. Και ξαφνικά υπάρχει μόνο η μουσική, το κείμενο και η εικόνα. Το στοιχείο της απλότητας είναι ίσως αυτό που κάνει τις συγκεκριμένες στιγμές τις πιο συγκινητικές της βραδιάς. Για ολόκληρη την παράσταση ισχύει η αρχή: η τεχνολογία δεν βρίσκεται ποτέ σε πρώτο πλάνο.
Αν και ο Πωλ Μπάρριτ (σ.σ. animation) κάθεται μπροστά στον υπολογιστή του για ώρες κάθε φορά, τα καρτούν του ποτέ δεν χάνουν τα βαθιά ανθρώπινα χαρακτηριστικά τους, γιατί κάθε φορά μπορεί να δει κανείς το χέρι που τα σχεδίασε όλα αυτά. Οι προβολές βίντεο κατά τη διάρκεια θεατρικών παραστάσεων δεν είναι κάτι καινούριο, συχνά όμως γίνονται, μετά από μερικά λεπτά, βαρετές. Γιατί δεν υπάρχει καμιά αλληλεπίδραση ανάμεσα στον επίπεδο χώρο της οθόνης και τον τρισδιάστατο χώρο των ηθοποιών. Η Σουζάν Αντράντε και ο Πωλ Μπάρριτ (Ομάδα 1927) έλυσαν αυτό το πρόβλημα ενώνοντας όλες τις διαστάσεις σε μια κοινή θεατρική γλώσσα».
Ο Μαγικός αυλός είναι η πρώτη όπερα του Μότσαρτ για ευρύ κοινό. Με το έργο αυτό, ο κορυφαίος συνθέτης επιθυμούσε να γοητεύσει τους πολλούς, αλλά και να προσφέρει βαθύτερο επίπεδο ανάγνωσης στους πιο καλλιεργημένους. Ο λόγος για τον οποίο η όπερα αυτή εξακολουθεί να προσελκύει ταυτόχρονα τόσο τους ελάχιστα μυημένους στο είδος και κυρίως τα παιδιά όσο και τους ειδήμονες, είναι η πολυδιάστατη φύση της. Το ποιητικό κείμενο και η μουσική γίνονται σε πρώτο επίπεδο άμεσα κατανοητά από το πλατύ κοινό: η αφήγηση είναι απλή, γραμμική και η μουσική είναι μελωδική – ακουμπά ευχάριστα στο αυτί. Ταυτόχρονα το μουσικά καλλιεργημένο ακροατήριο δεν παύει ποτέ να ανακαλύπτει τον ανεξάντλητο πλούτο του έργου αυτού, με τους πολυεπίπεδους συμβολισμούς του κειμένου, αλλά και την ιδιαίτερα εκλεπτυσμένη και γεμάτη πρωτοτυπία γραφή του Μότσαρτ.
Η υπόθεση αφορά την προσπάθεια του Ταμίνο να ελευθερώσει την όμορφη Παμίνα από τον Ζαράστρο. Η μητέρα της, η Βασίλισσα της Νύχτας, παρέχει γι’ αυτόν το σκοπό στον Ταμίνο ένα μαγικό αυλό και στον ακόλουθό του Παπαγκένο ασημένια καμπανάκια, των οποίων ο ήχος βοηθά να ξεπεραστούν κάθε είδους δοκιμασίες. Σταδιακά οι στερεότυπες απόψεις για το καλό και το κακό ανατρέπονται. Αυτό, το οποίο αποδεικνύεται καλό θριαμβεύει και το κακό κατακρημνίζεται.
Ο Κόσκυ προτείνει τη δική του ανάγνωση για το βαθύτερο νόημα του Μαγικού αυλού, καθώς θεωρεί ότι το έργο μιλάει για την αναζήτηση της αγάπης στον κόσμο των ονείρων, με μεγάλες δόσεις μοναχικότητας. Συγκεκριμένα, αναφέρει: «Θα μπορούσε κανείς να ερμηνεύσει την παραγωγή μας σαν ένα ταξίδι μέσα από τους ονειρικούς κόσμους του Ταμίνο και της Παμίνας. Αυτοί οι δύο ονειρικοί κόσμοι συναντιούνται και σχηματίζουν ένα καινούριο, αλλόκοτο όνειρο. Το πρόσωπο που συνδέει αυτά τα όνειρα και τον κόσμο τους είναι ο Παπαγκένο. Δίνουμε μεγάλο βάρος σε αυτά τα τρία πρόσωπα. Έχει ενδιαφέρον ότι και ο Παπαγκένο κυνηγάει απεγνωσμένα μια εικόνα: την τέλεια γυναίκα της φαντασίας του, μια γυναίκα που πολύ θα ήθελε να έχει για σύντροφό του.
Παρ’ όλα τα κωμικά στοιχεία, υπάρχει ένα έντονο στοιχείο μοναξιάς στον Μαγικό αυλό. Το μισό έργο ασχολείται με μοναχικούς ανθρώπους: παρά τον εύθυμο τόνο της, η άρια του Παπαγκένο «Ο πουλολόγος είμ’ εγώ» μιλάει για έναν άνθρωπο που νιώθει μόνος και του λείπει η αγάπη. Στην αρχή κιόλας της όπερας ο Ταμίνο τρέχει μόνος μέσα στο δάσος. Οι τρεις γυναίκες είναι μόνες και νιώθουν έλξη για τον Ταμίνο. Η Βασίλισσα της νύχτας είναι μόνη: ο άντρας της έχει ήδη πεθάνει και τώρα της κλέβουν την κόρη της. Και ο Zαράστρο έχει μια τεράστια ακολουθία αλλά καμία σύντροφο στο πλάι του. Για να μη μιλήσουμε για τον Μονόστατο, που οι ανικανοποίητες ερωτικές παρορμήσεις του εκφυλίζονται σε αχαλίνωτη λαγνεία. Το βασικό θέμα του Μαγικού αυλού είναι η αναζήτηση της αγάπης. Και τα διάφορα μονοπάτια στα οποία αυτή η αναζήτηση μπορεί να οδηγήσει.
Και τέλος είναι μια ιστορία ορφική. Μιλάει για τη δύναμη της μουσικής, η οποία μπορεί να αλλάξει τη φύση και να κινήσει βουνά. Ας μην ξεχνάμε ότι η όπερα δεν ονομάζεται «Ταμίνο και Παμίνα» αλλά Μαγικός αυλός! Ο μαγικός αυλός δεν είναι ένα απλό όργανο αλλά η μουσική αυτή καθαυτή, και η μουσική, στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι συνώνυμη με την αγάπη. Νομίζω πως γι’ αυτόν τον λόγο είναι τόσο δημοφιλής αυτή η όπερα: γιατί οι άνθρωποι βλέπουν, ακούνε και νιώθουν ότι εδώ απεικονίζεται με ολοκληρωμένο τρόπο η αναζήτηση της αγάπης, στην οποία καταφεύγουν και οι ίδιοι ξανά και ξανά».
Ο Μαγικός αυλός είναι η τελευταία από τις δεκαεπτά όπερες που έγραψε ο Μότσαρτ, ενώ λίγο πριν τον θάνατό του κατάφερε να τη διευθύνει στην πρεμιέρα που δόθηκε στην Βιέννη στις 30 Σεπτεμβρίου 1791. Ένα από τα στοιχεία που εκπλήσσουν στο έργο αυτό είναι η ενότητά του, παρά το πρωτόγνωρο μωσαϊκό μουσικών ειδών από τα οποία αποτελείται η παρτιτούρα. Απλά στροφικά τραγούδια, περίτεχνες άριες της σοβαρής ιταλικής όπερας, πρόζα, μελοποιημένοι διάλογοι, κωμικά μέρη, επιβλητικά χορωδιακά, εκκλησιαστική μουσική βρίσκονται σε δημιουργικό διάλογο. Ήταν μάλλον αναμενόμενη η μεγάλη επιβράβευση που ήρθε από τον Ρίχαρντ Βάγκνερ, ο οποίος σχολίασε για τον Μαγικό αυλό: «Τι θεϊκή μαγεία πνέει σε αυτό το έργο, από το πιο λαϊκό τραγούδι ως τον πιο ευγενή ύμνο! Πόσες όψεις, τι ποικιλία!»
O Μπάρρη Κόσκυ, με καταγωγή από την Αυστραλία, είναι καλλιτεχνικός διευθυντής της Κωμικής Όπερας του Βερολίνου, από την καλλιτεχνική περίοδο 2012/13 και θεωρείται διεθνώς ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες της όπερας με ανανεωτική ματιά. Εκτός από τις παραγωγές που έχει σκηνοθετήσει εκεί (μεταξύ άλλων Η τριλογία του Μοντεβέρντι, το West Side Story, Τα παραμύθια του Χόφμαν, Πελλέας & Μελισσάνθη, Ονιέγκιν κ.α.), δουλειές του έχουν παρουσιαστεί στην Εθνική Όπερα της Αγγλίας, την Βασιλική Όπερα του Λονδίνου, τις όπερες του Μονάχου, της Φρανκφούρτης, της Ζυρίχης, στα Φεστιβάλ του Μπάιροϊτ, του Γκλάιντμπορν κ.α. Οι μελλοντικές του υποχρεώσεις περιλαμβάνουν την Όπερα του Παρισιού, την Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης, το Φεστιβάλ της Αιξ αν Προβάνς κ.α.
H βρετανική θεατρική ομάδα 1927, έχει ως ιδρυτικά μέλη τον κομίστα και εικονογράφο Πωλ Μπάρριτ και την συγγραφέα και περφόρμερ Σουζάν Αντράντε. Δημιουργήθηκαν το 2005 με στόχο να εξερευνήσουν ένα νέο είδος παραστατικής τέχνης που συνδυάζει το animation, τη μουσική και το ζωντανό θέαμα. Η ομάδα έχει παρουσιάσει δουλειές της στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου, την Όπερα του Σύδνεϋ, το Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, την Κωμική Όπερα του Βερολίνου, το Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ κ.α.
Την ευθύνη της μουσικής διεύθυνσης του Μαγικού Αυλού έχουν δύο διακεκριμένοι αρχιμουσικοί της νεότερης γενιάς, η καλλιτεχνική διευθύντρια της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης, Ζωή Τσόκανου και ο Γιώργος Μπαλατσινός.
Στη διανομή συμμετέχουν νεότεροι και καταξιωμένοι μονωδοί, όπως οι Πέτρος Μαγουλάς, Δημήτρης Κασιούμης, Σάσα Εμανουέλ Κράμερ, Βασίλης Καβάγιας, Μαρία Παλάσκα, Χρύσα Μαλιαμάνη, Τίμος Σιρλαντζής, Μάριος Σαραντίδης κ.α. Τον ρόλο της Βασίλισσας της Νύχτας –έναν από τους απαιτητικότερους του ρεπερτορίου της υψιφώνου– θα ερμηνεύσουν, η Χριστίνα Πουλίτση, η Ελληνίδα σοπράνο που έχει πρωταγωνιστήσει σε δεκάδες παραστάσεις της παραγωγής αυτής σε όλο τον κόσμο, ως στενότατη πλέον συνεργάτρια του Μπάρρη Κόσκυ, η Βασιλική Καραγιάννη και η Δήμητρα Κωτίδου.
Την Χορωδία της ΕΛΣ διευθύνει ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος.
Πηγή: www.culturenow.gr
Διαβάστε περισσότερα στο: www.culturenow.gr/lightbox/