Οι Beatles ακούγονται μοντέρνοι ακόμα και μετά από 50 χρόνια!
Συμπληρώθηκε μισός αιώνας από την κυκλοφορία του άλμπουμ «The Beatles» και η Apple / Universal Music το κυκλοφορεί ξανά σε διάφορες (special κατά πολλούς τρόπους) εκδόσεις, κάνοντάς το – εκ των πραγμάτων – άλμπουμ της χρονιάς!
Να το ξεκαθαρίσουμε από την αρχή. Το διπλό άλμπουμ «The Beatles», γνωστότερο ως «The White Album», που κυκλοφόρησε πριν από μισόν αιώνα, στις 22 Νοεμβρίου του 1968, ΔΕΝ στέκει ψηλότερα από άλλα αριστουργηματικά άλμπουμ του κορυφαίου αυτού γκρουπ όπως «Abbey Road», «Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band», «Revolver», «Rubber Soul», «A Hard Day’s Night». Είναι όμως ΤΟ ΜΟΝΟ που μπορεί να ακούγεται ολόφρεσκο και σήμερα, χωρίς ίχνος κουραστικής νοσταλγίας ή αναφοράς στο «ένδοξο» (ή ό,τι άλλο) παρελθόν του γκρουπ ή της popular μουσικής γενικότερα.
Ένα οφθαλμοφανές – και πάντα μοντέρνο – πλεονέκτημα του «The Beatles». Η μινιμαλιστική του σχεδίαση: κατάλευκο εξώφυλλο με τον τίτλο/όνομα The Beatles ανάγλυφο (αρχικά) ή διακριτικά τυπωμένο (μετέπειτα) και μέσα οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες των Fab-Four. [Φρόντιζα πολλές φορές να το έχω σε περίοπτη θέση, εκτός ραφιού δισκοθήκης, όχι μόνο γιατί το άκουγα τακτικά αλλά και γιατί το θεωρούσα / θεωρώ χάρμα οφθαλμών].
Ολυμπιακός: Να μη «βλέπει» τους άλλους
Η μουσική του: 30 τραγούδια / κομμάτια που καλύπτουν μία ευρεία μουσική γκάμα, από την πρωτόγονη φολκ ως την πιο εξελιγμένη αβάν γκαρντ – μια γκάμα που όμοιά της δεν συναντάμε αλλού, ούτε στους Beatles ούτε σε πιο προχωρημένους καλλιτέχνες της εποχής όπως ήταν, φερ’ ειπείν, ο Frank Zappa. Τραγούδια γραμμένα ως επί το πλείστον κατά τη διάρκεια της παραμονής των τεσσάρων στην Ινδία, τον Μάρτιο και Απρίλιο του 1968, πλάι στον γκουρού τους Maharishi Mahesh Yogi.
Κομμάτια που κάποια από αυτά κινούνται εγγενώς σε αριστουργηματικά επίπεδα («While My Guitar Gently Weeps», «Dear Prudence», «Happiness is a Warm Gun», «Julia», «Yer Blues», «Helter Skelter») ή/και κάποια έχουν γίνει τεράστιες επιτυχίες («Back in the U.S.S.R.», «Ob-La-Di Ob-La-Da», «Blackbird» - και το «Hey Jude» που αν και δεν εμπεριέχεται στο original άλμπουμ προέρχεται από τις White Album sessions και, ουσιαστικά, τις προεξόφλησε καθώς κυκλοφόρησε σε single μαζί με το γρήγορο «Revolution» το καλοκαίρι του ‘68), κάποια που κρατούν ιδιαίτερες θέσεις σε προσωπικές προτιμήσεις («Sexy Sadie», «Long, Long, Long», «Honey Pie», «Revolution 9» που δημιούργησε «σχολή») κ.ο.κ. και που, σε μεγάλο βαθμό, εμπλέκονται μεταξύ τους, σχηματίζουν ένα διπλό άλμπουμ που δεν μπορείς να πεις πως είναι άλμπουμ των Beatles καθαρά (αν και τιτλοφορείται «The Beatles»)!
Είναι όμως άλμπουμ του John Lennon, του Paul McCartney, του George Harrison και (πολύ λιγότερο) του Ringo Starr. Ξεχωρίζουν ο ένας από τον άλλο όσο ποτέ άλλοτε – και, πως να το κάνουμε, αυτοί είναι οι Beatles, έστω και στα πρόθυρα της διάλυσης. Στη διάρκεια των ηχογραφήσεων του άλμπουμ, που κράτησαν γεμάτο το καλοκαίρι και λίγο από το φθινόπωρο του ’68, συνέβησαν πολλά – οι λεπτομέρειες των οποίων έχουν ειπωθεί και μπορεί κανείς να τις βρει εύκολα σε βιβλία και στο διαδίκτυο.
Του Paul του ξύνιζαν οι συνθέσεις του John (που έχει τη μερίδα του λέοντος εδώ) κυρίως γιατί μπλεκόταν στα πόδια τους η Yoko Ono, η καινούργια και μοιραία αγαπημένη του Lennon. Η Yoko συμμετείχε ως ένα βαθμό στις ηχογραφήσεις επηρεάζοντάς τις προς την αβάν κατεύθυνση και, βέβαια, έφτιαξε μαζί με τον John το άλμπουμ «Two Virgins» με τη γυμνή φωτογράφηση και τα σχετικά!
O John έβρισκε τις συνθέσεις του Paul πολύ γλυκερές και συναισθηματικές – λες και ήταν καινούριο κάτι τέτοιο! Ο δε George Harrison, όταν φώναξε τον φίλο του, τον Eric Clapton, να παίξει κιθάρα στο αριστουργηματικό «While My Guitar Gently Weeps» και ο Eric του είπε πως ίσως δεν είναι πρέπον να συμμετάσχει σε άλμπουμ των Beatles, ο George του το ξέκοψε: «Δεν έχει να κάνει τίποτα μ’ αυτούς. Είναι δικό μου το κομμάτι». Όσο για τον Ringo, την κοπάνησε για κανα-δυο βδομάδες από τις ηχογραφήσεις γιατί ένιωθε αχρείαστος!
Και ο George Martin, σαν παραγωγός και απαραίτητο συμπλήρωμα των Beatles, δεν ήθελε επ’ ουδενί να βγάλουν διπλό άλμπουμ. Όμως το άλμπουμ βγήκε, εντυπωσίασε, πούλησε και σήμερα συγκαταλέγεται ανάμεσα στα κορυφαία όλων των εποχών. Και τώρα γιορτάζει τα 50 χρόνια του με μια πολυμορφική και εξαιρετική επανέκδοση. Με καινούριο στερεοφωνικό και μονοφωνικό mix από τον Giles Martin – τον γιο του George Martin.
Η νέα έκδοση του άλμπουμ αποτελεί ηχητικά την καλύτερη που έχει γίνει και το διπλό άλμπουμ βινυλίου και το τριπλό CD πιάνει κορυφή. [Ως μέτρο σύγκρισης έχω την εδώ και δεκαετίες ελληνική κόπια που είχε εκδόσει η EMIAL στα ‘70’s και την μονοφωνική εκδοχή που έγινε το 2009 με το box «The Beatles in Mono». [Εδώ πρέπει να πω πως δεν έχω καμιά ιδιαίτερη πρεμούρα με τα μονοφωνικά που έχει πιάσει αρκετούς χαϊφιντελίστες τα τελευταία χρόνια. Αν τα αυτιά μας είναι υγιή και καθαρά, ακούμε στερεοφωνικά, τουλάχιστον!]
Λοιπόν, ανακεφαλαιώνουμε λέγοντας πως το «The Beatles» είναι μια υπέροχη έκδοση. Σαν βαρύ βινύλιο περιέχει ένα πόστερ με στίχους, φωτογραφίες κ.λπ. καθώς και τέσσερις έγχρωμες φωτογραφίες των Beatles. Ως τριπλό CD έχει το πόστερ σε σμίκρυνση και την πρώτη επίσημη έκδοση των «Esher Demos».
Τι είναι τα «Esher Demos»; Ο Giles Martin το λέει πολύ σωστά: «είναι το unplugged του White Album»! Οι Beatles, επιστρέφοντας από το ταξίδι τους στην Ινδία, μαζεύτηκαν στο εξοχικό σπίτι του George Harrison και ηχογράφησαν στο τετρακάναλο Ampex του (για μαγνητοφωνάρα μιλάμε!) σχεδόν όλα τα τραγούδια του μελλοντικού τους άλμπουμ – και μερικά άλλα ακόμα. Παίζοντας μόνο ακουστικές κιθάρες και μικροκρουστά (κανονικά ή επινοημένα), τους απολαμβάνουμε σε μια από τις καλύτερες ηχογραφήσεις τους ως ομάδα (δηλαδή ως γκρουπ). Είναι αδύνατο να φανταστείς πως αυτοί οι τέσσερις φίλοι και συμπαίκτες θα άρχισαν να χωρίζουν μετά από λίγο – αλλά κι αυτό είναι τόσο φυσικό και αναπόφευκτο! Τέλος πάντων, τα «Esher Demos» έχουν ένα τόσο ολoκληρωμένο αισθητικό αποτέλεσμα που στέκονται θαυμάσια και ως αυτόνομο άλμπουμ.
Και η ιστορία δεν έχει τέλος. Στην deluxe έκδοση του «White Album» θα συναντήσουμε περαιτέρω δοκιμαστικές και άλλες ηχογραφήσεις (κάποιες από αυτές τις έχουμε ακούσει στο «Anthology 3») που ολοκληρώνουν όλο και πιο πολύ την εικόνα αυτού, του πιο τολμηρού και πιο ζωντανού στον χρόνο άλμπουμ των Beatles – ενός άλμπουμ που θα ακούγεται μοντέρνο και μετά από 50 χρόνια.