Ρύπανση και λοιμώξεις
Είναι γνωστό ότι οι πληθυσμοί που ζουν σε περιοχές με υψηλό βαθμό ατμοσφαιρικής ρύπανσης είναι ευαίσθητοι σε αναπνευστικά και καρδιακά νοσήματα επειδή πάσχουν από χρόνια φλεγμονώδη κατάσταση.
Οι ατμοσφαιρικοί ρύποι και ιδιαίτερα τα μικροσωματίδια προκαλούν βλάβη στα κύτταρα του πνεύμονα (φλεγμονή) και προδιαθέτουν σε ιογενείς ή άλλες λοιμώξεις. Η ατμόσφαιρα, η οποία είναι πλούσια σε ρύπους, σε συνδυασμό με ορισμένες κλιματικές καταστάσεις μπορεί να παρατείνει την παραμονή ορισμένων μικροσωματιδίων σκόνης στον αέρα ευνοώντας τη μεταδοτικότητα των ιών.
Ο αέρας και η σκόνη αποτελούν όχημα μέσω του οποίου τα μικρόβια και οι ιοί μεταφέρονται στην ατμόσφαιρα. Ο αέρας συντίθεται από 78% άζωτο, 21% οξυγόνο και 1% από άλλα αέρια, όπως το διοξείδιο του άνθρακα, αλλά ο άνθρωπος με τη δραστηριότητά του εισάγει μονοξείδιο του άνθρακα, διοξείδιο του άνθρακα, οξείδια του αζώτου, διοξείδιο του θείου, όζον, αμμωνία, πτητικές οργανικές ενώσεις που περιέχουν θειικά, νιτρικά άλατα και ενώσεις του άνθρακα, καθώς και μικροσωματίδια σκόνης.
Τα μικροσωματίδια σκόνης μπορούν να δεσμεύσουν στην επιφάνειά τους άλλες ουσίες, όπως τοξικά μέταλλα (υδράργυρος, μόλυβδος, αρσενικό, κάδμιο), υδρογονάνθρακες, οι οποίοι βρίσκονται σε μεγάλη συγκέντρωση στον αέρα τους χειμερινούς μήνες, καθώς και ιούς, μύκητες, βακτηρίδια, παράσιτα και άλλες ουσίες. Ορισμένα, μάλιστα, από τα συστατικά της σκόνης μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως τροφή από τα βακτηρίδια και τους ιούς που προσκολλώνται στην επιφάνειά τους. Τα μικροσωματίδια που διασπείρονται από τις πηγές ρύπανσης (εργοστάσια, αυτοκίνητα, φυσικές καταστροφές) μεταφέρονται σε μεγάλες αποστάσεις και μπορούν να εισέλθουν στον οργανισμό από διαφορετικές οδούς και μηχανισμούς. Από τον αέρα με την εισπνοή, μέσω της πεπτικής οδού από το φαγητό ή το νερό, με τη σεξουαλική επαφή και ιατρογενώς μέσω ιατρικών πράξεων.
Η πιο συνηθισμένη οδός είναι η αναπνευστική. Οι μεγάλες σταγόνες κατά τον βήχα του ατόμου που πάσχει περιέχουν ιούς ή μικρόβια και πέφτουν στο έδαφος σε μικρή απόσταση, περίπου δύο μέτρων, οπότε ευνοείται η μετάδοση του ιού. Επιπλέον υπάρχει και το εκνέφωμα μικροσταγονιδίων, το οποίο ονομάζεται αερόλυμα, και διαλύεται γρήγορα από τον ατμοσφαιρικό αέρα σε εξωτερικό χώρο. Σε κλειστό χώρο που δεν αερίζεται το εκνέφωμα των μικροσταγονιδίων μπορεί να παραμείνει για περισσότερο χρόνο, λόγω λίμνασης του αέρα, οπότε η πιθανότητα διασποράς της λοίμωξης σε άλλα άτομα είναι μεγαλύτερη. Πάντως, δεν έχει αποδειχθεί στην πράξη η εξάπλωση της ίωσης με αεροζόλ και παραμένει θεωρητική πιθανότητα.
Οι καρδιαγγειακές επιδράσεις και η συστηματική φλεγμονή, δηλαδή η φλεγμονή όλων των οργάνων του σώματος, οφείλονται στη μεταφορά-διείσδυση των πολύ μικρού μεγέθους ρύπων από τις κυψελίδες του αναπνευστικού συστήματος στο κυκλοφορικό σύστημα, με συνέπεια την ερεθιστική-τοξική δράση τους στα τοιχώματα των αγγείων, όλων σχεδόν, των οργάνων. Σημειώνεται ότι τα μικροσωματίδια με την ποικιλία των προσκολλημένων ουσιών μπορεί να εκδηλώσουν διαφορετικά προφίλ τοξικότητας εξαιτίας της ειδικής αλληλεπίδρασής τους με τα κύτταρα του πνεύμονα, της ικανότητάς τους να εισέρχονται στην κυκλοφορία και να διαταράσσουν σοβαρά τη λειτουργία του νευρικού συστήματος, του ενδοκρινικού συστήματος και άλλων οργάνων. Πολλές μελέτες, εξάλλου, αποδεικνύουν ότι υπάρχει σχέση μεταξύ ανδρικής ανικανότητας ή νευροεκφυλιστικών νόσων και ρύπανσης. Κατά την εισπνοή τα μικροσωματίδια μεταφέρονται βαθιά μέσα στους πνεύμονες με συνέπεια βρογχίτιδα, βρογχιολίτιδα και αυξημένες εισαγωγές στα νοσοκομεία. Συχνά η βρογχίτιδα εξελίσσεται σε βαρύτατη πνευμονία και αδυναμία οξυγόνωσης του οργανισμού αλλά και σε διαταραχή της λειτουργίας άλλων συστημάτων, όπως του ανοσοποιητικού και του αιμοποιητικού με διαταραχή του μηχανισμού της πήξης και σχηματισμό θρόμβων.
Συνοψίζοντας, η έκθεση σε ρύπους επηρεάζει σοβαρά την αμυντική δύναμη του οργανισμού και προδιαθέτει για πολύ σοβαρή νόσο και ανεπάρκεια οργάνων.
Δρόσος Βενετούλης
Πνευμονολόγος, τ. δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ