Το ΔΝΤ παραδέχεται ότι τα έκανε μαντάρα στην Ελλάδα λόγω λαθών και παραλείψεων

Ήρθε ο καιρός το ΔΝΤ να παραδεχτεί ότι έμαθε να διαχειρίζεται ευρωπαϊκές κρίσεις κυριολεκτικά... στου κασίδη (της Ελλάδας) το κεφάλι και – εννέα χρόνια μετά την εμπλοκή του στο πρώτο μνημόνιο – να προχωρήσει σε αλλαγές και στην αναθεώρηση των κανόνων εμπλοκής του στις ανά τον κόσμο «πτωχευμένες» χώρες.

Το ΔΝΤ παραδέχεται ότι τα έκανε μαντάρα στην Ελλάδα λόγω λαθών και παραλείψεων

Ανασχεδιάζει δηλαδή τα μελλοντικά προγράμματα διάσωσής τους ενσωματώνοντας διδάγματα που άντλησε από τη δική μας κρίση.

Έτσι το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ, κάνοντας μια ανασκόπηση των προγραμμάτων του Ταμείου από το 2011 έως το τέλος του 2017, παραδέχτηκε τελικά τις αδυναμίες και τα σφάλματά του και (δηλώνει ότι) αλλάζει.

Είναι γεγονός ότι η πιο χαρακτηριστική περίπτωση στην οποία το ΔΝΤ υπέπεσε σε δραματικά σφάλματα είναι αυτή της Ελλάδας. Όπως αναφέρεται σε σχετική έκθεση του διεθνούς Οργανισμού, η καθυστερημένη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους κατέστησε λιγότερο αποτελεσματικό το «κούρεμα» χρέους το 2012 και δυσχέρανε συνολικά την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.

Στη σχετική έκθεση υπάρχουν επανειλημμένες αναφορές στην Ελλάδα, οι οποίες αναδεικνύουν:

● Τον εσφαλμένο τρόπο προσέγγισης σε αρχικό στάδιο του προβλήματος της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.

● Τη δυσανάλογη έμφαση που δόθηκε στη δημοσιονομική προσαρμογή.

● Τις υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις για τα μακροοικονομικά μεγέθη.
Μάλιστα για πρώτη φορά με σαφήνεια αποκαλύπτει το γεγονός ότι η καθυστέρηση της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους λειτούργησε κυριολεκτικά σαν σανίδα σωτηρίας για τις τράπεζες της Ευρωζώνης, καθώς την κρίσιμη διετία 2011-2012 η χώρα μας αποπλήρωσε ομόλογα αξίας 50 δισ. ευρώ, τα οποία βρίσκονταν ως επί το πλείστον στη δικαιοδοσία ευρωπαϊκών τραπεζών.
Στην έκθεση επισημαίνεται επίσης ότι η καθυστέρηση της αναδιάρθρωσης υπονόμευσε τόσο τις προοπτικές ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας όσο και την ίδια την αποτελεσματικότητα του «κουρέματος» του χρέους (PSI) που έγινε το 2012.


Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει το ΔΝΤ, η συγκεκριμένη εξέλιξη οφειλόταν στους φόβους για μια συνολική διάχυση της κρίσης στην Ευρωζώνη, κάτι που όμως τελικά δεν αποφεύχθηκε.

Άργησε η αναδιάρθρωση

Αναφορικά με το ζήτημα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους το Ταμείο υπενθυμίζει ότι είχε εγκρίνει για τη χώρα μας το 2010 ένα δάνειο - μαμούθ ύψους 30 δισ. ευρώ. Οι συγκεκριμένοι πόροι είχαν γίνει διαθέσιμοι παρότι το ΔΝΤ δεν μπορούσε σε εκείνη τη χρονική συγκυρία να πιστοποιήσει τη βιωσιμότητα του χρέους.


Για τον λόγο αυτόν χρειάστηκε να υπάρξει μια αλλαγή στο πλαίσιο των σχετικών κανόνων μέσω της προσθήκης της «συστημικής εξαίρεσης», η οποία επέτρεψε στο Ταμείο να παρακάμψει τον σκόπελο της βιωσιμότητας μέσω της επίκλησης του κινδύνου για μια γενικότερη εξάπλωση της κρίσης. Αυτή η εξαίρεση, που άνοιξε την πόρτα για τη συμμετοχή του Ταμείου, προσέφερε ουσιαστικά την πολυτέλεια του χρόνου που οδήγησε στην καθυστέρηση της αναγκαίας αναδιάρθρωσης.


Με μια παραδοχή για «υπερβολικά αισιόδοξες προβλέψεις», το ΔΝΤ αναγνωρίζει ότι οι συγκεκριμένες εκτιμήσεις οδήγησαν στο να υποτιμηθεί ο αντίκτυπος που θα έχει η δημοσιονομική προσαρμογή στην ανάπτυξη και την πορεία του χρέους.

Αν ωστόσο οι προβλέψεις του Ταμείου εδράζονταν σε μια πιο ρεαλιστική βάση, το ΔΝΤ θα είχε θέσει την άμεση αναδιάρθρωση του χρέους ως βασική προϋπόθεση για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα.

Αυξήθηκαν τα «κόκκινα» δάνεια

Παρά το γεγονός ότι η χρηματοπιστωτική σταθερότητα βρισκόταν στο επίκεντρο των προγραμμάτων του ΔΝΤ, η έκθεση του Ταμείου σημειώνει ότι κατά μέσον όρο το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων αυξήθηκε κατά 10,5% σε μια σειρά από χώρες όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία.

Όπως τονίζεται, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων άρχισε να μειώνεται στην Πορτογαλία και την Ιρλανδία μόνο μετά το πέρας των προγραμμάτων, ενώ το συγκεκριμένο θέμα παραμένει ακόμα μια ανοιχτή πρόκληση για την Ελλάδα και την Κύπρο.


Από το παράδειγμα αυτών των χωρών το ΔΝΤ αντλεί το δίδαγμα ότι η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά τη διάρκεια της υλοποίησης των προγραμμάτων εμπεριέχει μια σειρά προκλήσεις.

Με βάση την έκθεση ανασκόπησης των προγραμμάτων στήριξης που χρηματοδότησε το ΔΝΤ από το 2008 έως το 2017, οι εκτελεστικοί διευθυντές του Ταμείου αναγνώρισαν μια σειρά από λάθη και συμφώνησαν ότι υπάρχει περιθώριο βελτίωσης των προγραμμάτων του εστιάζοντας στα πιθανά οφέλη από μια «στροφή προς τον ρεαλισμό, την προσοχή στη λεπτομέρεια, την προοδευτική εφαρμογή και τη φειδώ».

Τα συμπεράσματα

Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του Ταμείου, οι εκτελεστικοί διευθυντές του επικεντρώθηκαν στα ακόλουθα ζητήματα:

1. Αισιοδοξία για την ανάπτυξη: Οι διευθυντές συμφώνησαν ότι οι υποθέσεις για την ανάπτυξη ήταν συχνά υπερβολικά αισιόδοξες, σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας σφαλμάτων πρόβλεψης σε παγκόσμιο επίπεδο, υποεκτίμησης του αντίκτυπου της δημοσιονομικής προσαρμογής και υπερεκτίμησης της απόδοσης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Έτσι οι εκτελεστικοί διευθυντές χαιρέτισαν τις προτάσεις «να αυξηθεί ο έλεγχος των βασικών οικονομικών παραδοχών, να συζητηθούν σε μεγαλύτερο βάθος τα σενάρια κινδύνου και να βελτιωθεί ο σχεδιασμός έκτακτης ανάγκης κατά την κατάρτιση των προγραμμάτων».

2. Ποιότητα της δημοσιονομικής προσαρμογής: Οι περισσότεροι διευθυντές είδαν περιθώρια να δοθεί περισσότερη λεπτομέρεια στα δημοσιονομικά προαπαιτούμενα και ιδίως στα όρια δαπανών ή τους στόχους των εσόδων, «ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα, η σύνθεση και ο αναπτυξιακός προσανατολισμός της δημοσιονομικής προσαρμογής». Παράλληλα επισήμαναν την ανάγκη «να διατηρηθεί επαρκής ευελιξία και να ληφθεί σοβαρά υπόψη η ικανότητα εφαρμογής των πολιτικών από τα κράτη-μέλη». Επίσης τάχθηκαν υπέρ της «έμφασης στην ποιότητα των κοινωνικών δαπανών, όπου χρειάζεται».

3. Δημόσιο χρέος: Οι διευθυντές χαιρέτισαν «την ολοκληρωμένη ανάλυση των τρωτών σημείων σχετικά με το χρέος, τα οποία αποτέλεσαν κεντρική ανησυχία στη διάρκεια της περιόδου που εξετάστηκε. Στις περιπτώσεις μεγάλων προβλημάτων με το χρέος, τα προγράμματα που περιλάμβαναν παρεμβάσεις στο χρέος ήταν πιο επιτυχημένα από αυτά που δεν περιλάμβαναν τέτοια μέτρα, αλλά κυρίως σε μικρές περιπτώσεις χωρίς συστημικό κίνδυνο».
Σύμφωνα με τους εκτελεστικούς διευθυντές του ΔΝΤ, χρειάζεται να μετριαστεί η μεροληψία στις κρίσεις για τη βιωσιμότητα του χρέους και να αξιολογηθούν προσεκτικά και κατά περίπτωση το κόστος και τα οφέλη των αναδιαρθρώσεων χρέους.

4. Προαπαιτούμενα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων: Οι διευθυντές επισήμαναν ότι έχει αυξηθεί σημαντικά ο όγκος των προαπαιτούμενων και ζήτησαν περαιτέρω ιεράρχηση των μεταρρυθμίσεων που είναι κρίσιμες για τους συγκεκριμένους στόχους του προγράμματος, ώστε να μην επέρχεται κόπωση.

Εξαιτίας των δυσκολιών στην εφαρμογή των προαπαιτούμενων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, οι διευθυντές τόνισαν την ανάγκη για πιο ρεαλιστικά χρονοδιαγράμματα υλοποίησης και για πιο ρεαλιστικές εκτιμήσεις για το μεταρρυθμιστικά οφέλη. Ορισμένοι διευθυντές ανέφεραν πως το Ταμείο θα πρέπει να ενισχύσει περαιτέρω τη συνεργασία του με άλλους διεθνείς Οργανισμούς (ιδίως την Παγκόσμια Τράπεζα) σε θέματα όπως η βελτίωση της διακυβέρνησης και η καταπολέμηση της διαφθοράς.

5. Ιδιοκτησία (ownership) των προγραμμάτων: Οι διευθυντές τόνισαν ότι τα προγράμματα που υποστηρίζονται από το Ταμείο θα πρέπει να συνδυάζονται με ολοκληρωμένα εθνικά σχέδια μεταρρυθμίσεων που θα καταρτίζονται από τα ίδια τα κράτη, προκειμένου να ενισχυθεί η ιδιοκτησία των προγραμμάτων (δηλαδή η ανάληψη της ευθύνης για την υλοποίησή τους από τα κράτη).
Οι παρεμβάσεις θα πρέπει να εξηγούνται επαρκώς στους πολίτες τόσο από το ΔΝΤ όσο και από την εκάστοτε κυβέρνηση. Γενικότερα οι διευθυντές ζήτησαν από το προσωπικό του Ταμείου «να εξετάσει τρόπους ώστε να απο-στιγματιστούν τα προγράμματα του Οργανισμού».

topontiki.gr