Ανησυχητικά στοιχεία: 83,89% περισσότεροι θάνατοι από γεννήσεις το 2022
Ο χαμηλότερος αριθμός γεννήσεων στην Ιστορία καταγράφηκε το 2022 στη χώρα μας, τη στιγμή που οι θάνατοι είναι αρκετά αυξημένοι.
Σε μείζον κοινωνικό θέμα αναδεικνύεται η σταθερή μείωση του πληθυσμού στη χώρα μας, σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ).
Οι γεννήσεις το 2022 ανήλθαν σε 76.541 (39.558 αγόρια και 36.983 κορίτσια) καταγράφοντας μείωση κατά 10,3% σε σχέση με το 2021 που ήταν 85.346 (43.998 αγόρια και 41.348 κορίτσια).
Ολυμπιακός: Οι λύσεις που δίνει η επιστροφή του Ορτέγκα
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2010 γεννήθηκαν στη χώρα μας 114.766 παιδιά, το 2016 ο αριθμός αυτός έπεσε στα 92.898 και το 2020 μειώθηκε κι άλλο φτάνοντας στο 84.764.
Την ίδια στιγμή ο πληθυσμός μειώνεται και λόγω της αύξησης των θανάτων στη χώρα μας, δημιουργώντας αρνητικό πρόσημο στο σύνολο των πολιτών.
Το 2010 έχασαν τη ζωή τους 109.084 (5.682 περισσότερες οι γεννήσεις) πολίτες στη χώρα μας, το 2016 118.788 (25.890 λιγότερες οι γεννήσεις) και το 2020 131.025 (46.261 λιγότερες οι γεννήσεις).
Το 2022 οι θάνατοι ανήλθαν σε 140.801 (70.802 άνδρες και 69.999 γυναίκες).
Η διαφορά ανάμεσα στον αριθμό των γεννήσεων και των θανάτων το 2022 διαμορφώθηκε στο 83,89%, κάτι που σημαίνει ότι υπήρξαν περισσότεροι θάνατοι από γεννήσεις της αρχικής πληθυσμιακής βάσης.
Πού καταγράφηκαν οι περισσότερες γεννήσεις
Τα περισσότερα μωρά γεννήθηκαν στην Αττική (28.345) και την Κεντρική Μακεδονία (12.339).
Τρίτη σε αριθμό γεννήσεων ήταν η Κρήτη (σχεδόν 5.800 μωρά γεννήθηκαν στο νησί).
Ακολουθεί η Δυτική Ελλάδα (Αιτωλοακαρνανία, Αχαΐα, Ηλεία) με περισσότερες από 4.700 γεννήσεις.
Οι περισσότεροι θάνατοι καταγράφηκαν στην Αττική (46.779), και την Κεντρική Μακεδονία (24.981).
Η ΕΛΣΤΑΤ διευκρινίζει ότι στον αριθμό των γεννήσεων δεν συμπεριλαμβάνονται οι γεννήσεις νεκρών βρεφών.
Αυτές κατά το 2022 ανήλθαν σε 446, αριθμός μειωμένος κατά 1,5% σε σχέση με το 2021 (ήταν 453).
Το πρόβλημα της υπογεννητικότητας
Η υπογεννητικότητα αποτελεί ένα σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα που επηρεάζει την Ελλάδα και πολλές άλλες ανεπτυγμένες χώρες.
Αναφέρεται στο φαινόμενο μείωσης του γεννητικού ρυθμού κάτω από το επίπεδο που απαιτείται για τη διατήρηση μιας σταθερής πληθυσμιακής βάσης.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, αυτό το επίπεδο είναι κατά προσέγγιση 2,1 παιδιά ανά γυναίκα.
Το πρόβλημα της υπογεννητικότητας έχει διάφορες αιτίες.
Μια από αυτές είναι η οικονομική ανασφάλεια, καθώς οι νέες οικογένειες ανησυχούν για την οικονομική αστάθεια και την εκτόξευση του κόστους διαβίωσης τα τελευταία χρόνια.
Στο ίδιο πλαίσιο, η αλλαγή των κοινωνικών αξιών και προτιμήσεων έχει επίδραση στη γονεϊκότητα.
Οι νέοι προτιμούν να επενδύουν στην εκπαίδευση και την καριέρα τους, παρά στη δημιουργία οικογένειας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η πιο συχνή ηλικία που αποκτούν οι γυναίκες παιδί είναι 30-34 ετών (26.610 γεννήσεις) και ακολουθεί η ηλικία 35-39 ετών (20.131 γεννήσεις).
Κάτι που σημαίνει ότι μεγάλο ποσοστό των γυναικών επιλέγει να κάνει παιδί σε μεγάλη ηλικία και αφού πρώτα έχει αποκατασταθεί επαγγελματικά.
Το πρόβλημα της υπογεννητικότητας έχει σημαντικές επιπτώσεις στην κοινωνία και την οικονομία.
Προκαλεί δημογραφική γήρανση, μείωση του εργατικού δυναμικού και αυξημένα κοινωνικά έξοδα για τη φροντίδα των ηλικιωμένων.
Πηγή: news247.gr