Ferrari: Ένα πορτραίτο θανάτου με κεντρικό πρόσωπο τον Adam Driver

Ο Michael Mann επιστρέφει με την βιογραφία που πάλευε 20 χρόνια να υλοποιήσει

Ferrari: Ένα πορτραίτο θανάτου με κεντρικό πρόσωπο τον Adam Driver

Όλη η φιλμογραφία του σπουδαίου Michael Mann έχει στο επίκεντρό της άντρες. Οι ήρωες των ταινιών του είναι σχεδόν αποκλειστικά άντρες και τα θέματά τους περιστρέφονται πάντα γύρω από αυτούς. Τις επιθυμίες τους, τα κίνητρά τους, τις εμμονές τους, τις αρχές, τις συγκρούσεις τους κ.ο.κ. Ο Mann πάντα γοητευόταν από άντρες που λειτουργούν υπό έναν αυστηρό προσωπικό κώδικα και την σύγκρουση που αυτό επιφέρει με τον κόσμο. Από το "Heat" και το "Insider", στο "Ali" και το "Collateral" και το "Manhunter", το "Thief" και το "Last of the Mohicans"… Λίγοι έχουν εξερευνήσει τον αντρικό ψυχισμό όπως αυτός. Οπότε, δεν προκαλεί καμία έκπληξη που το Ferrari, μια βιογραφία που πάλευε χρόνια να φέρει εις πέρας, είναι ακριβώς αυτό: ακόμα μια εξερεύνηση μιας αμφιλεγόμενης, αντρικής, προσωπικότητας.

Αν περιμένετε κάποια αγιογραφία του Enzo Ferrari, θα απογοητευτείτε. Ευτυχώς, ο 80χρονος πλέον Mann, δεν ενδιαφέρεται για βολικές απλουστεύσεις και ο φακός του είναι διερευνητικός και όχι αποθεωτικός. Δεν πρόκειται για μια ταινία – διαφήμιση του brand όπως τόσες άλλες που βλέπουμε, όλο και συχνότερα, τελευταία.

Όλο το έργο διαδραματίζεται το καλοκαίρι του 1957, σε μια κρίσιμη περίοδο για την Ferrari που έχει οικονομικά προβλήματα και ο Enzo (Adam Driver) θεωρεί ότι μια νίκη στον ιστορικό αγώνα Mille Miglia θα του δώσει το πάνω χέρι στις διαπραγματεύσεις για την ανεύρεση ενός συνεργάτη/χρηματοδότη. Ταυτόχρονα έχει να διαχειριστεί την μπερδεμένη προσωπική του ζωή αφού η σχέση με την γυναίκα του (Penelope Cruz) έχει καταστραφεί μετά τον θάνατο του γιού τους, ενώ, αυτός έχει αποκτήσει ένα άλλο παιδί από μια εξωσυζυγική σχέση που συντηρεί εδώ και χρόνια, κρυφά από αυτήν.

Αυτό που εκτίμησα πολύ στην ταινία είναι η αναπάντεχη και πολύ στοχευμένα δομημένη ατμόσφαιρά της. Ένας αέρας θανάτου πλανάται από την αρχή μέχρι το τέλος της ταινίας, δίνοντας της μια πραγματικά ιδιαίτερη υφή. Από την “απειλητική” μουσική του Daniel Pemberton, μέχρι τις ίδιες τις κεντρικές φιγούρες του Enzo και της γυναίκας του, Laura, που μοιάζουν τσακισμένες και εξαντλημένες υπάρχει η αίσθηση πως το παιχνίδι, κατά κάποιον τρόπο, είναι ήδη χαμένο.

Η ταινία του Mann βρίσκεται μακριά από ένα τυπικό αθλητικό biopic. Δεν είναι μόνο ο θρήνος για τον θάνατο του γιου του που αποτελεί ένα βασικό σημείο της αφήγησης, αλλά και η συχνότητα των θανατηφόρων ατυχημάτων στους δρόμους και ο ωμός τρόπος που τα κινηματογραφεί ο Mann. Δεν θέλει να τα αποτυπώσει “στρογγυλεμένα”, να μετριάσει τις εικόνες τους. Ο θάνατος συνεχώς καραδοκεί και είναι νομίζω, ένα από τα βασικά θέματα της ταινίας. “Το Σάββατο έχασα τους καλύτερούς μου φίλους στην πίστα. Την Κυριακή ορκιζόμουν ότι τελείωσα με την οδήγηση. Την Δευτέρα ήμουν πάλι στην πίστα.” λέει κάποια στιγμή ο Enzo και εδώ εντοπίζω ένα από τα στοιχεία που μάλλον γοήτευσαν και τον Mann σε αυτήν την προσωπικότητα.

Αυτή η αποδοχή του θανάτου, το να συνεχίζεις παρά το απόλυτο ρίσκο, το να μην σε παραλύει η συντροφιά του. Πόσο ισχυρή πρέπει να είναι η αγάπη σου για αυτό που σου έχει στερήσει και συνεχίζει να στερεί τόσα πολλά; Η σχέση με τον μηχανοκίνητο αθλητισμό εκείνη την εποχή, περιλάμβανε τόσους κινδύνους που ήταν μια σχέση σχεδόν μαζοχιστική. “Πρέπει να χτίσεις έναν τοίχο γύρω σου” λέει σε ένα άλλο σημείο ο Enzo αλλά αυτός ο τοίχος είναι γεμάτος τρύπες στην περίπτωσή του. Οι πολύπλοκες ψυχολογικές αποχρώσεις του Enzo είναι που κάνουν το Ferrari τόσο ενδιαφέρον.

Ο Driver αποτυπώνει τον χαρακτήρα του με σκληρότητα αλλά όχι αναισθησία, υπάρχει ένα υπόγειος πόνος που εξωτερικεύεται διακριτικά καθ’ όλη τη διάρκεια. Ωστόσο, η επιλογή να μιλάνε αγγλικά με ιταλική προφορά νομίζω ζημιώνει πολύ την ερμηνεία του. Υπάρχουν στιγμές που ο τρόπος που μιλάει μοιάζει εντελώς ξύλινος, σαν να μην είναι η μητρική του γλώσσα. Οπότε, η ερμηνεία του είναι γεμάτη άνισες στιγμές. Από την άλλη, αυτήν της Penelope Cruz είναι ίσως η καλύτερη της καριέρας της.

Κάθε φορά που μπαίνει στο πλάνο, είναι σαν να κουβαλάει μαζί της μια τεράστια ψυχολογική κοτρόνα που την μεταφορτώνει στον θεατή. Η δική της παρουσία λειτουργεί νομίζω σαν ένα βαρίδιο θρήνου που δεν μπορεί να απαλλαγεί αλλά ταυτόχρονα και μια συγκλονιστική αποτύπωση μιας “παγιδευμένης” γυναίκας σε μια μικρή, καθολική πόλη της Ιταλίας. Η Ferrari ως ένα ιταλικό σύμβολο στην μεταπολεμική περίοδο είναι επίσης ένα θέμα που κάνει ακόμα πλουσιότερο το πλαίσιο της ταινίας, χαρίζοντάς της επιπλέον ενδιαφέρουσες στρώσεις ανάγνωσης.

Το "Ferrari" είναι ένα πολύ ιδιαίτερο “τέρας”. Οι πολύπλοκες ψυχολογικές διαστάσεις, η στοιχειωτική ατμόσφαιρά του, η άρνηση να προσφέρει έτοιμες απαντήσεις και η διερευνητική του αποτύπωσή μιας αντιφατικής, αμφιλεγόμενης αλλά και πολύ ανθρώπινης προσωπικότητας, το κατατάσσουν κατά τη γνώμη μου δίπλα στα κορυφαία έργα του Michael Mann. Αν καταφέρετε να ξεπεράσετε την γελοιότητα που συχνά επιφέρουν τα Αγγλικά με την Ιταλική προφορά, υπάρχει ένα πλούσιο φιλμ από κάτω, με μια χαμηλόφωνη ένταση που δεν σταματάει να σιγοβράζει.